Σε διπλό ηλεκτρονικό ελεγκτικό κλοιό μπαίνουν οι τραπεζικές καταθέσεις και οι πιστωτικές κάρτες εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών, καθώς εντείνονται οι προσπάθειες των αρμόδιων Αρχών του κράτους για τον εντοπισμό περιπτώσεων παράνομου πλουτισμού και ξεπλύματος μαύρου ή βρόμικου χρήματος. Οι φοροελεγκτικές υπηρεσίες της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων και η Αρχή για την Καταπολέμηση της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες έχουν πλέον τη δυνατότητα να διασυνδέονται ηλεκτρονικά με το τραπεζικό σύστημα, να λαμβάνουν άμεσα πληροφορίες για τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών και των πιστωτικών καρτών των φορολογουμένων και να εντοπίζουν και να ελέγχουν εξονυχιστικά όσους θεωρούνται ύποπτοι για οικονομικά εγκλήματα και άλλες παράνομες δραστηριότητες που αποφέρουν οικονομικά οφέλη.
Σε βάθος δεκαετίας
Οι κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών και των πιστωτικών καρτών των ύποπτων φορολογουμένων μπορούν πλέον να παρακολουθούνται σε βάθος δεκαετίας και να συγκρίνονται με τα δεδομένα των φορολογικών τους δηλώσεων και τις πληροφορίες για την κινητή και ακίνητη περιουσία τους. Τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τις διασταυρώσεις αξιοποιούνται για τη διενέργεια φορολογικών ελέγχων από τις υπηρεσίες της ΑΑΔΕ, ενώ σύντομα θα χρησιμοποιούνται και από την Αρχή για την Καταπολέμηση της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες στους ελέγχους των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης (των δηλώσεων «πόθεν έσχες») που οφείλουν να υποβάλλουν δημόσιοι λειτουργοί και άλλες κατηγορίες φορολογουμένων (στελέχη μεγάλων επιχειρήσεων, στελέχη Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και δημοσιογράφοι).
Ο… μηχανισμός
Ειδικότερα:
1 Ο εντοπισμός των φορολογικών υποθέσεων με αυξημένες πιθανότητες διαπίστωσης παράνομης προσαύξησης περιουσίας και μεγάλης φοροδιαφυγής γίνεται πλέον από τις φοροελεγκτικές υπηρεσίες της ΑΑΔΕ με τη χρησιμοποίηση ενός ειδικού λογισμικού για την αυτοματοποίηση των διασταυρώσεων δεδομένων μεταξύ τραπεζικών καταθέσεων και δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος. Το λογισμικό παρέχει τη δυνατότητα στις εν λόγω υπηρεσίες της ΑΑΔΕ να προχωρούν στο «σάρωμα» των κινήσεων των τραπεζικών λογαριασμών των φυσικών προσώπων και να ξεχωρίζουν εύκολα τις περιπτώσεις εκείνες που τα ποσά των πρωταρχικών καταθέσεων είναι πολύ μεγάλα σε σύγκριση με τα εισοδήματα που έχουν συμπεριλάβει οι φορολογούμενοι αυτοί στις φορολογικές δηλώσεις των ιδίων ετών. Ετσι οι φοροελεγκτικές υπηρεσίες μπορούν εύκολα να εντοπίζουν τις κατ’ αρχάς αδικαιολόγητες διαφορές χρηματικών ποσών μεταξύ πρωτογενών καταθέσεων και δηλωθέντων εισοδημάτων.
Ουσιαστικά, με το λογισμικό αυτό, τα στοιχεία από τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών χιλιάδων φυσικών προσώπων με μεγάλα ποσά αναλήψεων και καταθέσεων μέσα στην τελευταία πενταετία διασταυρώνονται, αυτόματα και με μεγάλη ασφάλεια αξιοπιστίας, με τα ποσά των δηλωθέντων εισοδημάτων τους στα αντίστοιχα έτη, προκειμένου να ξεχωρίζουν οι πλέον ενδιαφέρουσες υποθέσεις και να επιλέγονται με βάση συγκεκριμένα κριτήρια ανάλυσης κινδύνου για πλήρη έλεγχο.
2 Με τη διάταξη του άρθρου 18 του ν. 4734/2020, η οποία ψηφίστηκε και τέθηκε σε ισχύ πριν από δύο χρόνια, παρέχεται η δυνατότητα στις φορολογικές αρχές και την Αρχή για την Καταπολέμηση της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες να «σαρώνουν» όλες τις κινήσεις τις οποίες πραγματοποίησαν σε βάθος δεκαετίας οι φορολογούμενοι μέσω των τραπεζικών καταθετικών λογαριασμών, των λογαριασμών εξυπηρέτησης δανείων και των πιστωτικών καρτών τους. Ετσι έχουν τη δυνατότητα να εντοπίζουν εύκολα και γρήγορα τα φυσικά πρόσωπα που έχουν διαπράξει οικονομικά εγκλήματα και άλλα αδικήματα του Ποινικού Κώδικα, συνδεόμενα άμεσα ή έμμεσα με ξέπλυμα μαύρου ή βρόμικου χρήματος.
Προσυμπληρωμένα «πόθεν έσχες»
Εξάλλου, με τις διατάξεις ενός νέου νομοσχεδίου του υπουργείου Δικαιοσύνης, το οποίο παρουσίασε πρόσφατα στο Υπουργικό Συμβούλιο ο αρμόδιος υπουργός Κώστας Τσιάρας, οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης («πόθεν έσχες») που υποχρεούνται να υποβάλλουν κάθε χρόνο εκατοντάδες χιλιάδες δημόσιοι λειτουργοί, δημόσιοι υπάλληλοι, στελέχη εταιριών, στελέχη Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και δημοσιογράφοι, θα είναι προσυμπληρωμένες και με τα στοιχεία για τα υπόλοιπα των τραπεζικών λογαριασμών, των λογαριασμών εξυπηρέτησης δανείων και των πιστωτικών καρτών των υπόχρεων υποβολής, καθώς οι τράπεζες θα είναι υποχρεωμένες να έχουν αποστείλει τα σχετικά στοιχεία απευθείας στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης (ΓΓΠΣΔΔ), που είναι αρμόδια για τη διαχείριση της ηλεκτρονικής εφαρμογής υποβολής δηλώσεων «πόθεν έσχες».
Η νέα αυτή υποχρέωση των τραπεζών θα έχει ως πρακτική συνέπεια οι υπόχρεοι υποβολής των δηλώσεων να απαλλαγούν από την υποχρέωση συλλογής βεβαιώσεων από τις τράπεζες για τα υπόλοιπα των καταθέσεών τους, των λογαριασμών εξυπηρέτησης δανείων τους και των πιστωτικών τους καρτών, αφού και αυτά τα αναγκαία στοιχεία της δήλωσης θα αποτυπώνονται αυτόματα σ’ αυτήν, δηλαδή θα είναι προσυμπληρωμένα από τη ΓΓΠΣΔΔ.
Ετσι, κάθε υπόχρεος δεν θα χρειάζεται πια να συμπληρώσει κάτι στη δήλωσή του, αλλά θα αρκεί απλώς να συναινέσει για την υποβολή της όπως είναι προσυμπληρωμένη!
Ευκολότεροι έλεγχοι
Ουσιαστικά, η ΓΓΠΣΔΔ και εν συνεχεία οι υπηρεσίες της Αρχής για την Καταπολέμηση της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, στις οποίες υποβάλλονται οι δηλώσεις «πόθεν έσχες», θα γνωρίζουν επακριβώς τα υπόλοιπα των τραπεζικών λογαριασμών και των πιστωτικών καρτών εκατοντάδων χιλιάδων υπόχρεων φορολογουμένων. Ετσι, οι ελεγκτικές αυτές υπηρεσίες, έχοντας στη διάθεσή τους τα στοιχεία αυτά και αξιοποιώντας και όλες τις άλλες πληροφορίες τις οποίες μπορούν εύκολα να λαμβάνουν για τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών των υπόχρεων σε βάθος δεκαετίας, θα διενεργούν πιο γρήγορα και με αυτοματοποιημένες διαδικασίες τους ελέγχους στις δηλώσεις «πόθεν έσχες» χιλιάδων υπόχρεων.
Οι νέες αυτές δυνατότητες θα συμβάλουν στην αύξηση του αριθμού των κατ’ έτος ελεγχομένων δηλώσεων, μέσω της εισαγωγής κριτηρίων που θα θέτει η Επιτροπή Ελέγχου και μέσω της καθιέρωσης ελάχιστου ποσοστού (πλαφόν) ελεγχόμενων υποθέσεων.