Πρέπει να ήταν παραμονές Χριστουγέννων του 1978, όταν προσπαθώντας να πείσω τον πατέρα μου να μου αγοράσει ένα εκ των πρώτων ηλεκτρονικών παιχνιδιών -μια συσκευή ATARI που έπαιζε στην οθόνη της τηλεοράσεως- τον πήγα στην βιτρίνα ενός καταστήματος στην Πλατεία Αμερικής. Απαξίωσε ακόμη και να μπούμε στο μαγαζί για να το δούμε. Να πω ότι δεν με πείραξε η άρνησή του θα ήταν ψέμα
Τότε ήμουν στη Β΄ Γυμνασίου. Το σκέφθηκα πολλές φορές από τότε, κυρίως επειδή με «τρομάζει» η απίστευτη ικανότητα των πολύ μικρών παιδιών να εξοικειώνονται αμέσως με τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, υπολογιστές, κινητά κλπ. Περνώντας τα χρόνια, αν και δεν κατάλαβα τα κριτήρια του πατέρα μου, συνειδητοποίησα ότι η απόφασή του ήταν σωστή.
Μια συζήτηση που είχα σήμερα με καλό μου φίλο, καθηγητή γαλλικής φιλολογίας και ιδιοκτήτη φροντιστηρίου σε επαρχιακή πόλη, με βοήθησε να συνειδητοποιήσω γιατί θεωρώ σωστή μια απόφαση του πατέρα μου που μου χάλαγε το χατήρι!
Τότε, πριν 40 χρόνια, ο πατέρας μου είχε όλη την οικονομική άνεση να μου αγοράσει το παιχνίδι, αλλά και ότι άλλο ήθελα. Δεν το έκανε. Όμως, ποτέ δεν μου έλειψαν τα χρήματα για βιβλία, για μαθήματα, για φροντιστήρια, αλλά και για θέατρο, κινηματογράφο κλπ. (Δυο χρόνια πέταγε λεφτά για να μάθω πιάνο, αλλά μόνο τα κάλαντα έμαθα να παίζω και αυτά μόνο με το δεξί χέρι! Στο στερεοφωνικό αποδείχθηκα πολύ καλύτερος…)
Σήμερα, ο καλός μου φίλος καθηγητής γαλλικών, μου εξομολογήθηκε ότι το «φέσι που του έχουν φορέσει» οι γονείς των μαθητών του υπερβαίνει τις 50.000 ευρώ! Οι ίδιοι αυτοί μαθητές του –τους οποίους έχει την πάγια τακτική να μην διώχνει από το μάθημα ανεξαρτήτως πόσα χρωστούν οι γονείς τους- κυκλοφορούν με κινητά ή tablets αξίας άνω των 500 ευρώ ενώ οι –οφειλέτες- γονείς τους διακρίνονται για τα ακριβά τους αυτοκίνητα και τις πολυτελείς νυχτερινές τους εξόδους.
Κάποτε η κοινωνία μας «έπασχε» από την «ασθένεια» της μόρφωσης! Και το σκατό τους παξιμάδι κάνανε γονείς και συγγενείς για να μορφωθεί το παιδί! Ακόμη και τα κορίτσια μας τα στέλναμε στο πανεπιστήμιο -έστω να γίνουν δασκάλες ή καθηγήτριες- πολύ πριν αυτό γίνει «καθεστώς» στη Δύση. Την εποχή μου ανθούσαν τα φροντιστήρια αγγλικής καθ’ ότι ήταν περίπου αδιανόητο «να μην μάθει μια ξένη γλώσσα το παιδί»!
Έβγαλα το σχολείο στην Κυψέλη, υποτιθέμενη καλή συνοικία τότε. Στα φροντιστήρια, αλλά και στο σχολείο, είχα συμμαθητές που τα ρούχα τους δεν είχαν ούτε τη μισή αξία των δικών μου, που οι γονείς τους δεν είχαν αυτοκίνητο, που το σπίτι τους δεν είχε σαλόνι, που το καλοκαίρι δεν πήγαιναν διακοπές, που τα βιβλία τα είχαν είδος πολυτελείας, που στην τσέπη τους δεν είχαν πάντα χρήματα. Κι όμως, η συντριπτική πλειοψηφία τους μπήκε σε πανεπιστήμια και Τ.Ε.Ι. ενώ είχαμε και πανελλήνιες πρωτιές!
Μπορεί να μην μου αγόρασαν ηλεκτρονικά παιχνίδια, αλλά είχα όσα βιβλία ήθελα, ασχέτως αν εγώ προτιμούσα αστυνομικές και κατασκοπευτικές περιπέτειες σε φθηνά βιπεράκια και είχα συλλογή πολεμικών κόμικς! (Αν εξαρτιόταν μόνον από τους γονείς μου θα μιλούσα τουλάχιστον δύο ξένες γλώσσες ενώ θα είχα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό, όπως απέκτησαν πολλοί από τους συμμαθητές μου που δεν είχαν δεύτερη αλλαξιά ρούχα και διάβαζαν δανεικά βιβλία! Εγώ επέλεξα να γίνω ότι έγινα και καθ’ ένας είναι άξιος των επιλογών του.)
Δεν εναντιώνομαι στα ηλεκτρονικά, στα κινητά, στα tablets, στο διαδίκτυο. Δεν μπορείς να εναντιωθείς στην εξέλιξη, είναι βλακώδες! Είναι, όμως, αυτοκτονικό να εξελίσσεσαι χωρίς μόρφωση και χωρίς αξίες. Τα εργαλεία που φέρνει η εξέλιξη είναι εγχειρίδια αυτοκτονίας για μια κοινωνία χωρίς ηθικές αξίες, για μια κοινωνία που αξιολογεί την επίδειξη περισσότερο από την μόρφωση και την καλλιέργεια, για μια κοινωνία που γνωρίζει τους ήρωες των ηλεκτρονικών παιχνιδιών και τους πρωταγωνιστές του survivor, αλλά δεν γνωρίζει ποιος ήταν ο Μιλτιάδης ή τι έγραψε ο Θουκυδίδης…