Γράφει ο Ηλίας Κάτρης*
Αξέχαστος ο κύριος Σόιμπλε. Με τις καλές και τις κακές του στιγμές. Στα highlights του Γερμανού τσάρου μπορούμε να θυμηθούμε αξέχαστες στιγμές από Eurogroups, εμπρηστικές δηλώσεις για την δημιουργική ασάφεια, τα πλουμιστά πουκάμισα του Γιάνη, την πρώτη –και τελευταία- φορα Αριστερά και την Ελληνική διαπραγματευτική ομάδα. Η πιο αξιομνημόνευτη (ή αξιομνημονιακή) δηλωσή του για μένα παραμένει πάντως μια πολύ ενδιαφέρουσα τοποθέτηση του πριν κάποιους μήνες.
Ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας το καλοκαίρι σε περιθώριο συνεδρίου είχε δηλώσει ότι ο έλληνας πρωθυπουργός «… επιμένει να τηλεφωνεί όλη την ώρα στην Άγκελα Μέρκελ και η καγκελάριος του λέει ξανά και ξανά: Αλέξη, αυτό το θέμα είναι για τους υπουργούς Οικονομικών».
Γιατί ο πρωθυπουργός παίρνει τηλέφωνο την go back madam Merkel τις μακρές ελληνικές νύχτες των διαπραγματεύσεων; Μα γιατί άλλο, για να ζητήσει πολιτική διαπραγμάτευση και να ζητήσει τμηματική εφαρμογή μεταρρυθμίσεων, να πει πόσο κωλύεται να παρουσιάζει τέτοια νομοσχέδια στην κοινοβουλευτική του ομάδα, ότι θέλει να νερώσει το κρασί του νεοφιλελεύθερου ΔΝΤ, κολλημένος στην εμμονή του 2012 ότι η Ευρώπη αλλάζει με τηλεφωνήματα εδώ και κεί, με επικοινωνιακά πυροτεχνήματα και με έναν νόμο και ένα άρθρο. Η Ευρώπη όμως καλό είναι να ξέρει αλλάζε, αλλάζει και θα αλλάξει με μεταρρυθμίσεις, και μόνο με αυτές.
Στέκομαι τόσο πολύ σε αυτή την δήλωση του κυρίου Σόιμπλε διότι ίσως είναι και η σημαντικότερη του, αφού αντανακλά το ελληνικό δράμα και τα βαθύτερα αίτια της κρίσης σε μόνο λίγες λέξεις, όλες τους άσχετες με την οικονομία. Το πρόβλημα της χώρας μας δεν είναι ούτε το υψηλό χρέος ουτε τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, ούτε η αναιμική ανάπτυξη. Είναι όμως οτί η πολιτική δεν αφήνει την οικονομία να κυλήσει. Είναι όλα αυτά που οδήγησαν στον κόσμο να απαξιώσει τους πολιτικούς, να πιστεύει ότι «καμιά δουλειά δεν είναι ντροπή παρά να είσαι πολιτικός», είναι αυτό που οδήγησε τους ελληνικούς θεσμούς, το κράτος, την ελληνική πολιτεία και οικονομία σε κατάρρευση τρεις δεκαετίες τώρα. Η κρίση είναι απλά η έκφραση όλων των παραπάνω παθογενειών.
Το να παίρνει ένας έλληνας πρωθυπουργός τηλέφωνο ομολόγους του –είχε γίνει και πριν από τον κύριο Τσίπρα αυτό, ας μην κοροιδευόμαστε- και να ζητά να ακυρωθούν μεταρρυθμίσεις, να γεφυρωθούν τα χάσματα που υπάρχουν στους αριθμούς και τους δείκτες με την τρόικα με «πολιτική βούληση» ή να προσπαθεί να περάσει αλλαγές στο κράτος με την τεθλασμένη οδό είναι οι χειρότερες εκφάνσεις της ελληνικής κρίσης. Οι εικόνες αστέγων και απόρων είναι το ίδιο λυπηρή και αξιοθρήνητη με το κατάντημα της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας.
Δυστυχώς –ή ευτυχώς- οι δείκτες της οικονομίας δεν βελτιώνονται με πολιτική διαπραγμάτευση ούτε με τηλέφωνα στους ισχυρούς πολιτκούς εταίρους. Τα μέτρα και οι αναγκαίες τομές για το ελληνικό κράτος είναι δουλειά των τεχνοκρατών, οι οποίοι έχουν και την τεχνογνωσία και την εμπειρία για να ασχοληθούν με αυτά. Και όπως λέει και η Γερμανίδα καγκελάριος όλα αυτά είναι δουλειά του υπουργείου και των υπουργών. Είναι αδιανόητο άνθρωποι που δεν έχουν καμιά επαφή με τα μακροοικονομικά και χρηματοπιστωτικά θέματα να αλλάζουν και να γνωμοδοτούν για μέτρα αξίας εκατομμυρίων, λες και είναι … ρεβύθια.
Σίγουρα πολλά από τα μέτρα είναι επώδυνα και δυσάρεστα για τα εκλογικά κοινά των εκάστοτε κυβερνήσεων. Είναι αναγκαία όμως για την επιβίωση του ελληνικού κράτους, της οικονομίας και των θεσμών. Δεν γίνεται κάθε φορά που υπάρχει μια αξιολόγηση για να προχωρήσει το ελληνικό πρόγραμμα προσαρμογής να γίνεται προσπάθεια για πολιτική διαπραγμάτευση, αυτή να αποτυγχάνει, να περνούν δύο μήνες για πολιτικό «μασάζ» στους αριστερούς βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που πάλι αν και ματώνουν αν και δακρύζουν καθημερινά, θα ψηφίσουν τα «απεχθή νεοφιλελεύθερα νομοσχέδια που είναι επώδυνα όμως αναγκαία γιατι βρίσκονται με την πλάτη στον τοίχο. Βέβαια μετά θα λένε σε κάθε τηλεοπτικό παράθυρο πως δεν έκοψαν συντάξεις και θα σφυρίζουν ανέμελα.
Είναι αλήθεια όμως πως και η Ευρωπαική Ένωση και οι θεσμοί της όπως η Κομισιόν και το Eurogroup κινούνται πολλές φορές με πολιτικά κίνητρα και παρακάμπτουν τους τεχνοκράτες τους. Ποιος μπορεί να ξεχάσει την εμμονή της Γερμανίας και των βορείων εταίρων να παραμείνει το ΔΝΤ ως εταίρος στο ελληνικό πρόγραμμα διάσωσης παρόλο που κατα καιρούς έχει κριθεί πως είναι εκτός τόπου και χρόνου για τα ευρωπαικά δεδομένα, προκειμένου να έχει το άλλοθι για να περνά τα ελληνικά πακέτα διάσωσης ευκολότερα απο το γερμανικό κοινοβούλιο; Ποιός επίσης ξεχνά τις παλινωδίες για τη χορήγηση δανείου στην Ελλάδα το 2010 και για τις καθυστερήσεις για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους τα τελευταία χρόνια; Κινήσεις όπως ο ορισμός βραχυπρόθεσμων και μεσοπρόθεσμων μέτρων για το ελληνικό χρέος και το PSI καθυστέρησαν σημαντικά με αποτέλεσμα η χώρα να σέρνεται σε ένα ατέρμονο υφεσιακό σπιράλ, και όλα αυτά διότι οι πολιτικοί της Ευρώπης θεωρούσαν πως είχαν καλύτερη επίγνωση της λειτουργίας της οικονομίας και της αγοράς κόντρα στους οικονομολόγους τους.
Η χώρα μας χρειάζεται άμεσα μια μεγάλη πολιτική αλλαγή. Μια αλλαγή προσώπων και νοοτροπιών τέτοια που να επιτρέπει την λήψη γενναίων αποφάσεων και τομών πέραν και πάνω από πολιτικά κόστη και μιρκοκομματικά οφέλη. Η ελληνική κυβέρνηση μετά το έπος του 2015 και της πολιτικής ασάφειας, μετά από τρεις αξιολογήσεις που κάθε μήνα έκλειναν και κάθε μήνα χρειαζόντουσαν παραπάνω μέτρα έχει αποδείξει την ανικανότητα της και το ιδεοληπτικό της φετίχ για πολιτική διαπραγμάτευση που κάθε φορά καταλήγει να φέρνει στην Αθήνα περισσότερα δεινά παρά καλά. Ο κύριος Τσίπρας, μουδιασμένος, άβουλος και κατηφής καλό είναι να σταματήσει να εκθέτει την χώρα στους ευρωπαίους εταίρους της και να προχωρήσει στο μόνο που ξέρει να κάνει καλά, την κύρηξη δηλαδή εκλογών. Έτσι η στήλη προτείνει στην κυρία Μέρκελ την επόμενη φορά που θα την καλέσει ο κύριος Τσίπρας να του απαντήσει με το περίφημο: « it’s the economy stupid»!
*Ο Ηλίας Κάτρης είναι διευθυντής του Ινστιτούτου πολιτικών και οικονομικών μελετών «Κέντρο Αστικής Μεταρρύθμισης» στην περιφέρεια Αττικής και απόφοιτος οικονομικών και διοίκησης επιχειρήσεων.