Aνακούφιση σε εκατοντάδες υπερήμερους δανειολήπτες και… πονοκέφαλο στις τράπεζες έχει προκαλέσει η πρόσφατη απόφαση υπ’ αρ. 822/2022 του Αρείου Πάγου, που έθεσε ζήτημα σε σχέση με το δικαίωμα των εταιριών διαχείρισης απαιτήσεων να επισπεύδουν πλειστηριασμούς. Ωστόσο, το Ανώτατο Δικαστήριο έχει εκδώσει δύο ακόμη αποφάσεις για το θέμα και συγκεκριμένα τις 1102/2022 και 1343/2022, που έχουν προκαλέσει μπέρδεμα, αφού με τις δύο τελευταίες αναγνωρίζεται το δικαίωμα των εταιριών αυτών να προχωρούν σε πλειστηριασμούς ακινήτων.
Αναμένεται οριστική κρίση
Μετά και την απόφαση της κυβέρνησης να μη φέρει τροπολογία στη Βουλή για να ρυθμιστεί το θέμα, το «μπαλάκι» φαίνεται πως περνά στον Αρειο Πάγο. Αν η πρόεδρος του Ανώτατου Δικαστηρίου της χώρας εισάγει το θέμα στην Ολομέλεια εφόσον έχουν εκδοθεί αντιφατικές αποφάσεις, θα υπάρξει οριστική κρίση, διαφορετικά ο κάθε δικαστής θα κρίνει κατά το δοκούν. Πάντως, πληροφορίες του «Ε.Τ.» της Κυριακής αναφέρουν ότι η πλειονότητα των δικαστών είναι διατεθειμένη να τηρήσει στάση αναμονής, δίνοντας αναστολές σε πλειστηριασμούς μέχρι να εκδοθεί απόφαση -αν εκδοθεί- από την Ολομέλεια του Αρείου Πάγου.
Στα τέλη Σεπτεμβρίου δημοσιεύθηκε η απόφαση 822/2022, που απαγορεύει τους πλειστηριασμούς ακινήτων από εταιρίες που λειτουργούν ως εντολοδόχοι των funds που έχουν αγοράσει «κόκκινα» δάνεια. «Είναι μια απόφαση-σταθμός, γιατί για πρώτη φορά τίθεται όριο στις αυθαίρετες πρακτικές μεταβίβασης απαιτήσεων και εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων που de facto λειτουργούν ως εισπρακτικές εταιρίες και επισπεύδουν διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης (π.χ. κατασχέσεις, πλειστηριασμοί). Πρακτικά, το σχήμα είχε ως εξής: η τράπεζα “Χ” πωλούσε τα “κόκκινα” δάνειά της έναντι ελάχιστου τιμήματος στην ξένη εταιρία (fund) “Ψ”, με έδρα σε κάποιον φορολογικό παράδεισο ή χώρα με χαμηλή φορολογία, και αυτή με τη σειρά της έδινε εντολή στην ελληνική εταιρία “Ω” να κινήσει τις διαδικασίες εκτέλεσης κατά του οφειλέτη, με κατασχέσεις και πλειστηριασμούς. Η υπ’ αριθμόν 822/2022 απόφαση του Αρείου Πάγου ακυρώνει αυτήν την πρακτική και αποφαίνεται ότι οι ελληνικές εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων δεν νομιμοποιούνται να παρίστανται ως διάδικοι ή να ενεργούν πράξεις εκτέλεσης κατά των οφειλετών, καθώς δεν τους έχει εκχωρηθεί νομίμως τέτοιο δικαίωμα», εξηγεί στον «Ε.Τ.» της Κυριακής ο δικηγόρος – οικονομολόγος Ιωάννης Σαμέλης.
Ανατροπή
Οπως εξηγεί ο δικηγόρος, η πρακτική σημασία της συγκεκριμένης απόφασης είναι μεγάλη, αφού δύναται να ανατρέψει την όλη πρακτική των εταιριών αυτών. «Απαιτείται, σε κάθε εκκρεμή δίκη μεταξύ οφειλέτη και εταιρίας διαχείρισης απαιτήσεων, να προβάλλεται εκ μέρους του πρώτου η ένσταση έλλειψης νομιμοποίησης της εταιρίας αυτής να ενεργεί πράξεις εκτέλεσης και να παρίσταται ως διάδικος για την υποστήριξη των ενεργειών αυτών. Πρακτικά σημαίνει ότι όποιος προβάλλει ενώπιον δικαστηρίου που εκκρεμεί ένδικο μέσο ή βοήθημα κατά της αναγκαστικής εκτέλεσης και δικαιωθεί, σταματά η διαδικασία εις βάρος του και είναι άγνωστο εάν και πότε θα στραφούν εις βάρος του όχι πλέον οι ελληνικές εταιρίες, αλλά οι αλλοδαπές πλέον εταιρίες ειδικού σκοπού που αγόρασαν τα “κόκκινα” δάνεια και μέχρι σήμερα δεν έχουν εγκατασταθεί στη χώρα μας ούτε και είχαν συμφέρον προς τούτο», αναφέρει ο κ. Σαμέλης και συμπληρώνει: «Διακινδυνεύω την εκτίμηση ότι όποιος δικαιωθεί σε αυτήν τη φάση, πολύ δύσκολα θα κινδυνεύσει στο μέλλον».
Το μπέρδεμα που ακολούθησε
Την 822/2022 απόφαση που χαροποίησε τους δανειολήπτες ακολούθησαν οι αποφάσεις 1102/2022, 1343/2022, αλλά και η 1357/2022, που καταλήγουν σε διαφορετικές κατευθύνσεις χωρίς να είναι ακριβώς αντίθετες. Η πηγή του προβλήματος εντοπίζεται στην ύπαρξη δύο νόμων, του ν. 3156/2003 για την τιτλοποίηση απαιτήσεων και του ν. 4354/2015 για τη διαχείριση μη εξυπηρετούμενων δανείων. Με τον νόμο του 2015 εισήχθη νέο θεσμικό πλαίσιο πώλησης απαιτήσεων από δάνεια σε funds και ανάθεσης της διαχείρισής τους σε ειδικά αδειοδοτημένες εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων, χωρίς όμως να καταργηθεί ο νόμος του 2003.
«Ως γνωστόν, στο νομικό μας σύστημα επιτρέπονται η τιτλοποίηση των απαιτήσεων και η μεταβίβαση αυτών από τις τράπεζες προς εταιρίες ειδικού σκοπού, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, που αρχικά είχαν τεθεί με τον ν. 3156/2003, σε συνθήκες πολύ διαφορετικές από αυτές που ίσχυσαν στην Ελλάδα της μνημονιακής οικονομικής κρίσης. Στη συνέχεια, επί κυβερνήσεως Τσίπρα, θεσπίστηκε ο ν. 4354/2015, ο οποίος έδωσε πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες στις εταιρίες ειδικού σκοπού, αυτά που κοινώς αποκαλούνται “funds”, οι οποίες με τη σειρά τους παραχώρησαν τη διαχείριση των απαιτήσεών τους σε ελληνικές εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων, που είναι αυτές που στρέφονται εναντίον των οφειλετών», εξηγεί ο κ. Σαμέλης.