Διανύουμε μια εξαιρετικά περίπλοκη περίοδο στην ευρύτερη περιοχή μας που δημιουργεί τεράστιες πιέσεις, απειλές και κινδύνους, για την εθνική ασφάλεια και εδαφική ακεραιότητα της πατρίδας μας. Σε συνδυασμό με την παγκόσμια κρίση από την εξάπλωση του ιού Covid 19, της οποίας οι οικονομικές επιπτώσεις βρίσκουν την Ελλάδα σε μια πολύ ευαίσθητη για την οικονομία της στιγμή, έχοντας αρχίσει να δείχνει τα πρώτα σημάδια εξόδου από την οικονομική κρίση πολλών χρόνων, καθιστά το παιχνίδι στον τομέα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας εξαιρετικά περίπλοκο.
Του Δημήτρη Γ. Απόκη*
Χρειάζονται πολύ προσεκτικοί χειρισμοί και μια πιο διεκδικητική συμπεριφορά από την πλευρά της χώρας μας προς πάσα κατεύθυνση με έμφαση προς τις Βρυξέλλες – Βερολίνο και την Ουάσιγκτον.
Ξεκινώντας από το μέτωπο Βρυξελλών και του πραγματικού αφεντικού της ΕΕ, Βερολίνου, θα πρέπει η Ελληνική κυβέρνηση άμεσα να περάσει από τη λογική της ευγένειας, στην ξεκάθαρη λογική της διεκδίκησης καθαρά του εθνικού συμφέροντος.
Η ανακοίνωση στην Τουρκία, ότι ο Ταγίπ Ερντογάν, θα βρεθεί τη Δευτέρα στις Βρυξέλλες, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, και θα πρέπει η Αθήνα να είναι έτοιμη, με το χέρι στη σκανδάλη, να στηλιτεύσει με κρυστάλλινη γλώσσα το οποιοδήποτε χάϊδεμα, δωροδοκία και αποφυγή ξεκάθαρης καταδίκης από την ηγεσία της ΕΕ, της πέραν πάσης αμφιβολίας επίθεσης που δέχεται η Ελλάδα, μια χώρα μέλος στην παραμεθόριο της Ένωσης, από το απολυταρχικό καθεστώς της Τουρκίας.
Με βάση τις τελευταίες εξελίξεις και τα αμφίσημα, με την κακή έννοια, μηνύματα του Βερολίνου τις τελευταίες ημέρες, θα πρέπει ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, να μιλήσει σκληρά και διεκδικητικά στην Καγκελάριο της Γερμανίας, Άγκελα Μέρκελ, και να μην περιοριστεί σε αβρότητες λόγω της κοινής τους παρουσίας στο Γερμανο – Ελληνικό Φόρουμ την ερχόμενη Τρίτη. Επιτέλους να ειπωθούν κάποια πράγματα με το όνομά τους και να μπει τέρμα στην ανοχή έναντι της ανθελληνικής πολιτικής της Γερμανίας σε σχέση με την Τουρκία.
Περνώντας στο μέτωπο της Ουάσιγκτον, αν και είναι θετικό το γεγονός ότι ο Αμερικανός Υφυπουργός Εξωτερικών, κ. Μάθιου Πάλμερ, το γύρισε 360 μοίρες στην Αλεξανδρούπολη, μετά τις το λιγότερο ατυχείς τοποθετήσεις του για την επίθεση που δέχεται από την Τουρκία στα σύνορά της η Ελλάδα, την περασμένη Πέμπτη σε εκδήλωση του Delphi Forum στο Ξενοδοχείο, Μεγάλη Βρετανία, θα πρέπει να υπάρξει εγρήγορση και δ εκδικητικότητα, επίσης. Είναι σαφές ότι ο Αμερικανός πρέσβης, Τζέφρι Πάϊατ, με την εμπειρία του διάβασε σωστά τις εντυπώσεις από την εκδήλωση της Πέμπτης και υπήρξε η διόρθωση πορείας, τουλάχιστον επικοινωνιακά.
Βρισκόμαστε λίγους μήνες πριν τις προεδρικές εκλογές των Ηνωμένων Πολιτειών, γεγονός που καθιστά πολύ καλό διάστημα για μια διεκδικητική στάση από την πλευρά της Ελλάδας, τους επόμενους μέχρι το Νοέμβριο, μήνες.
Όλα δείχνουν ότι ο Αμερικανός Πρόεδρος, Ντόναλντ Τράμπ, μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπος με τον πρώην Αντιπρόεδρο του Ομπάμα, Τζό Μπάϊντεν, από την πλευρά των Δημοκρατικών, για τη διεκδίκηση της Προεδρίας. Και εδώ είναι που απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή.
Θα πρέπει τόσο η κυβέρνηση, όσο και το σύνολο του πολιτικού συστήματος, αλλά και η συντριπτική πλειοψηφία των μέσων μαζικής ενημέρωσης στην Ελλάδα, να βάλλουν στην άκρη την προκατάληψή τους και τον ελιτισμό τους, έναντι του Προέδρου Τράμπ, και να αποφύγουν την απροκάλυπτη επίδειξη αγάπης και προτίμησης προς τον κ. Μπάϊντεν, ένα όπως όλα δείχνουν είναι ο υποψήφιος των Δημοκρατικών. Η ζημιά για τη χώρα θα είναι τεράστια και θα αποτελέσει μια ένδειξη απουσίας σοβαρότητας.
Μπορεί κάποιοι να ενοχλούνται από το γεγονός ότι ο Πρόεδρος Τράμπ, έχει μια φιλική σχέση με τον Ερντογάν. Έχουν παρόλα αυτά αναλογιστεί γιατί συμβαίνει αυτό; Σίγουρα δεν έχει να κάνει με τις αστειότητες και τη συνωμοσιολογία περί οικονομικών και επιχειρηματικών συναλλαγών μεταξύ συμφερόντων της οικογένειας Τράμπ με την οικογένεια Ερντογάν.
Πολύ απλά λόγω χαρακτήρα και πολιτικών – ιδεολογικών απόψεων ο Αμερικανός Πρόεδρος, διάγει φιλικά απέναντι σε ηγέτες που προασπίζουν και προωθούν δυναμικά το εθνικό τους συμφέρον και δεν είναι θιασώτες της καταστροφικής παγκοσμιοποίησης. Αυτό βλέπει από τον Ερντογάν, τον Πούτιν, τον Σίσι και τον Όρμπαν, και ας μην αρέσει σε κάποιους.
Είναι καιρός να το δει αυτό και από την Ελλάδα και τον Έλληνα Πρωθυπουργό. Και οι επερχόμενες προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ, παρέχουν πεδίον δόξης λαμπρό για κάτι τέτοιο.
Και για να υλοποιηθεί αυτός ο στόχος θα πρέπει, επιτέλους, για πρώτη φορά μετά το 1974, να υπάρξει ένας απόλυτος συντονισμός μεταξύ της Αθήνας και της ομογένειας στις ΗΠΑ. Οι ενέργειες για τη σωστή ενημέρωση, της Αμερικανικής ηγεσίας, για τα δίκαια και αυτονόητα, με τρόπο ξεκάθαρο και έντονα διεκδικητικό, θα πρέπει να είναι σε απόλυτη ευθυγράμμιση με την Αθήνα και υπερκομματικές στο εσωτερικό των ΗΠΑ.
Καλές είναι οι δεξιώσεις στο Κογκρέσο, τα ανούσια Ψηφίσματα, τα άσφαιρα νομοσχέδια, και οι παχυλές επιταγές εκατομμυρίων των ομογενών στους προεδρικούς υποψηφίους, αλλά στο δια ταύτα αποτελούν μια τρύπα στο νερό, άμα δεν συνοδεύονται από εθνικά υπερήφανη και με δόση παραπομπής σε συγκεκριμένες κινήσεις που θα πονέσουν την Ουάσιγκτον. Ο μοναδικός τρόπος για να γίνει αυτό είναι η στόχευση στο Λευκό Οίκο και την Ομοσπονδιακή κυβέρνηση, κυρίως, μαζί με το Κογκρέσο.
Γνωρίζω και παρακολουθώ τον πρώην Γερουσιαστή και Αντιπρόεδρο, Τζό Μπαϊντεν πάνω από είκοσι χρόνια. Ευχάριστος, μάγκας, εύστροφος (αν και υπάρχουν ανησυχητικές ενδείξεις πρόσφατα) και φιλέλληνας. Παρόλα αυτά θα εκπροσωπήσει ένα Κόμμα, το Δημοκρατικό, που δεν έχει καμία σχέση με το παραδοσιακό κόμμα του Τρούμαν, των Κένεντι, του Τζόνσον, ακόμη και του Μπίλ Κλίντον. Σήμερα είναι ένα Κόμμα της Πελόσι, της Κορτέζ, του Σούμερ, που αποτελούν πρόσωπα που υπηρετούν πιστά τη διεφθαρμένη παγκοσμιοποίηση και αντιπαθούν οτιδήποτε έχει να κάνει με την προάσπιση του εθνικού συμφέροντος και του έθνους κράτους.
Επίσης, ο συμπαθέστατος πρώην Αντιπρόεδρος, δεν μπορεί να ξεφύγει από το γεγονός ότι η κυβέρνηση Ομπάμα με τη Χίλαρι Κλίντον, ως Υπουργό Εξωτερικών, διαμόρφωσε και εφάρμοσε την καταστροφική πολιτική της Αραβικής Άνοιξης, με υποστήριξη στους Αδελφούς Μουσουλμάνους (ένθερμος υποστηρικτής τους ο Ερντογάν), της σκανδαλώδους στήριξης του καθεστώτος των Μουλάδων του Ιράν, και της εχθρικής στάσης απέναντι στο Ισραήλ (μοναδικό αξιόπιστο στρατηγικό σύμμαχο της Ελλάδας στην Ανατολική Μεσόγειο). Οπότε ας είναι κάποιοι ιδιαίτερα προσεκτικοί.
Ας κινηθεί λοιπόν η Αθήνα, απολύτως ουδέτερα, και με μοναδικό γνώμονα το εθνικό συμφέρον και την προάσπιση της εθνικής ασφάλειας και εδαφικής ακεραιότητας απέναντι στην Ουάσιγκτον, διεκδικώντας τα δίκαια και αυτονόητα σε μια κρίσιμη εκλογική χρονιά για τις ΗΠΑ.
Η Ελληνική κυβέρνηση και ο Πρωθυπουργός, έδειξαν καλά αντανακλαστικά και κινήθηκαν σωστά, απέναντι στην επίθεση της Τουρκίας στα ελληνικά σύνορα. Η στάση αυτή πρέπει να συνεχιστεί με εθνικά διεκδικητικό τρόπο προς φίλους και συμμάχους, λαμβάνοντας υπόψη και το δεδομένο ότι το μίγμα της κρίσης με την Τουρκία και της οικονομικής κρίσης που έρχεται διεθνώς, λόγω του ιού Covid 19, προοιωνίζει περίπλοκες, δύσκολες και επικίνδυνες εξελίξεις.
Πρώτα η Πατρίδα, πάνω από κόμματα, ιδεοληψίες, ελιτισμούς και προσωπικές αντιπάθειες και προτιμήσεις.
*Ο Δημήτρης Απόκης, είναι Διεθνολόγος και Δημοσιογράφος, Απόφοιτος του The Paul H. Nitze, School of International Studies, The Johns Hopkins University, μέλος τουThe InternationalInstitute of Strategic Studies, και διετέλεσε επί σειρά ετών, διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκο, το Στέητ Ντιπάρτμεντ, και το Πεντάγωνο, στην Ουάσιγκτον.