Ο Κωνσταντίνος Τριανταφυλλάκης (σύμβουλος επιχειρήσεων-συγγραφέας), κατά την διάρκεια της ομιλίας του στην παρουσίαση του βιβλίου του Κωνσταντίνου Μανίκα “Στην Ψυχή του Ηγεμόνα” στις 21 Δεκεμβρίου στην Αθήνα, αναφέρθηκε σε ένα βιβλίο που δεν αποτελεί απλό μυθιστόρημα αλλά ένα εγχειρίδιο πολιτικής που μέσα από τη αφήγηση επιχειρεί να αφήσει τον αναγνώστη να επιλέξει αν θα ταυτιστεί ή θα συγκρουστεί με τις επιλογές και τις αξίες των χαρακτήρων. Ανάμεσα σε άλλα είπε:
“Ένα βιβλίο για τους κάθε λογής Ηγεμόνες, πολιτικούς, κοινωνικούς, διαπροσωπικούς. Ένα μυθιστόρημα για τις Ψυχές που επιθυμούν να εξουσιάζουν, να επιβάλλονται, να καθοδηγούν και είναι έτοιμες να πληρώσουν κάθε τίμημα για να το πετύχουν.
Ο Λευτέρης, ο κεντρικός ήρωας, το μεσαίο παιδί ανάμεσα σε τρεις γιους, πέρασε από την οικογενειακή αφάνεια στην αγωνιώδη εμμονή της καταξίωσης, του ελέγχου, της δύναμης με καταλύτη την συναισθηματική μετάθεση των μητρικών απωθημένων.
Προσποιήθηκε, ξεγέλασε, εκμεταλλεύθηκε άτομα και καταστάσεις. Δημιούργησε μια καλοζυγισμένη δημόσια εικόνα που αλλοτρίωνε λίγο, λίγο τις ύστατες ηθικές και ψυχολογικές αντιστάσεις του. Μια προσωπικότητα χωρισμένη στα δυο. Μια καλπάζουσα διπολικότητα που όσο πιο ακόρεστη γίνονταν για εξουσία, τόσο κατέληγε ανικανοποίητη και απελπισμένη.
Πάτησε στα πήλινα πόδια ενός συμβατικού γάμου για να κατοχυρώσει το εισιτήριο στην πολιτική σκηνή. Φίλοι και συνεργάτες αποδείχτηκαν πρόσκαιρα εργαλεία και πιόνια σε μαι σκακιέρα που απαιτεί την άμεση θυσία όλων για χάρη του Βασιλιά.
Όμως τη στιγμή της κατάκτησης της κορυφής με κάθε μέσο, θα υπάρχει πάντα ένα μικρό, τολμηρό παιδί, – καλά κρυμμένο κάπου στα έγκατα και της πιο σκληρής ψυχής -, για να μας θυμίζει την χαμένη αθωότητα. Μια άδολη εσωτερική ματιά για να μας υπογραμμίσει την υποβόσκουσα διπολική διαταραχή που γεννά η ανάγκη συντήρησης του ψευδεπίγραφα νικηφόρου ιδεατού.
Μια προσποιητή ευτυχία που έρχεται σε μόνιμη αντίθεση με κάθε σπόρο ειλικρίνειας, αξιοπιστίας, αξιοπρέπειας.
Άραγε είναι ένδειξη θάρρους να εγκαταλείπεις ως νικητής πριν καταντήσεις νικημένος; Ο Λευτέρης αποφασίζει στο απόγειο του να αποσυρθεί από την πολιτική. Παραδίδει τα όπλα σε ένα ανατροφοδοτούμενο φοβικό σύστημα που τον ξεπερνά και του οποίου δεν επιθυμεί να γίνει άλλοθι; Διατηρεί μια ύστατη επαφή με το νήμα της καταπατημένης τρυφερότητας του; Ή απλά δηλώνει ανήμπορος να διαχειριστεί τις αδιέξοδες αντιφάσεις του;
Μέσα σε όλα αυτά τα ερωτήματα έρχεται αυτό το βιβλίο να συνδυάσει την μυθοπλασία με απαντήσεις για την δομή και την λειτουργία του πολιτικού συστήματος, για τον ρόλο των πολιτικών νεολαιών, για τα στελέχη μπάμπουσκες, φινιρισμένα κακέκτυπα του παρελθόντος, για τις πολιτικές και άλλες θεωρίες που προσκρούουν στην μοναδικότητα και την ιδιαιτερότητα της ανθρώπινης φύσης.
Κάπως έτσι αγγίζονται και μια σειρά ζητημάτων που άπτονται της ψυχολογίας, όπως η διπολική διαταραχή στο πολιτικό γίγνεσθαι, το σύνδρομο του μεσαίου παιδιού, οι Ιάγοι – συνεργάτες που εποφθαλμιούν την δύναμη που δεν μπορούν να αποκτήσουν, η αναγκαιότητα και η αποτελεσματικότητα της ψυχανάλυσης.
Παράλληλα με την αφήγηση, ο Πλάτωνας συνδιαλέγεται με τον Νιτσε κι ο Φρόυντ με τον Καρλ Ρότζερς, ακτινογραφώντας τον νεοέλληνα, τις επιθυμίες, τις αυταπάτες, τις εμμονές του. Μια ατομική και συλλογική διπολικότητα αποκαλύπτεται σελίδα με τη σελίδα. Το αιώνιο εθνικό δίλημμα ανάμεσα στον θυματοποιημένο αγωνιστή και τον κραταιό στρατηλάτη τίθεται επί τάπητος.
Τελικά τι αίσθηση μας αφήνει “Η Ψυχή του Ηγεμόνα”; Την πίκρα της παραίτησης ή την αισιοδοξία ενός νέου ξεκινήματος; Την θλίψη μιας ψυχολογικής αστάθειας ή την χαρά αυτού που στέκεται στα πόδια του πιο ισχυρός, πιο καθαρός έτοιμος για πιο ουσιαστικές μάχες;
Οι τελευταίες φράσεις ενός βιβλίου κάποιες φορές να συμπυκνώνουν όλο το νόημα του. Ένα μήνυμα υπαρξιακό, χωρίς προαποφασιμένη κατεύθυνση, ανοιχτό στην προσωπική ερμηνεία και την επιλογή. Κλείνοντας ο ήρωας αναρωτιέται: “Μια στις τρεις δεν είναι και κακές πιθανότητες αν και δεν τις λες και θεαματικά υπέρ σου. Ο υπερφίαλος σωτήρας, ο παρωχημένος μαλάκας, ο μόνιμος νικητής. Μια τελευταία ζαριά…”.
Μην βιαστείτε να διαλέξετε “τον μόνιμο νικητή” ως την επιθυμητή ζαριά. Η νικηφόρα ζαριά μπορεί και να βρίσκεται στα χέρια των υπερφίαλων καλών Σαμαριτών αλλά και σε αυτά των ευφυών Ηλίθιων σαν αυτούς που περιέγραψε ο Ντοστογιέφσκι. Κι αυτό ίσως είναι το πιο αισιόδοξο μήνυμα για την εποχή μας.”