Ο Αλέξης Τσίπρας εμφανίστηκε χθες να αποδέχεται την πρόταση για debate με τον Αντώνη Σαμαρά, την οποία «έριξε στο τραπέζι» η ΝΔ διά του εκπροσώπου της, Γιάννη Μιχελάκη. Αν δεν αλλάξει κάτι και πραγματοποιηθεί τελικά το debate την τελευταία εβδομάδα πριν από τις εκλογές της 17 Ιουνίου, όπως σχεδιάζεται, θα είναι η κορυφαία στιγμή στην ιστορία της ελληνικής τηλεόρασης.
Οι εκλογές του Ιουνίου θα κρίνουν το πού θα βρίσκεται η Ελλάδα την «επόμενη μέρα» και την έκβαση των εκλογών θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό – λόγω της μεγάλης ρευστότητας στο εκλογικό σώμα – η τηλεοπτική αναμέτρηση.
Οι δύσκολες στιγμές απαιτούν πάνω από όλα ειλικρίνεια. Οι πολίτες νιώθουν, άλλοι δικαίως και άλλοι αδίκως, πως έχουν εξαπατηθεί. Αν και πολλοί ήταν αυτοί που ωφελήθηκαν από το κομματικό παιχνίδι και τη χαρωπή αμεριμνησία της Μεταπολίτευσης, τώρα το έχουν ξεχάσει και προτιμούν να ενώσουν το θυμό τους με όσους αγανακτούν δικαιολογημένα. Σε κάθε περίπτωση η ελληνική κοινωνία στο σύνολό της αναζητεί μια «έξοδο κινδύνου» καθώς όλες οι πόρτες μοιάζουν κλειστές. Οι δυο αρχηγοί έχουν την υποχρέωση να παρουσιάσουν με απλότητα και σαφήνεια την πρότασή τους για το μέλλον της Ελλάδας , ώστε οι κάλπες να βγάλουν πράγματι ένα σοφό εκλογικό αποτέλεσμα.
Αλλά για να συμβούν όλα αυτά, έχει πολλή μεγάλη σημασία ο τρόπος οργάνωσης του debate. Κατά την ταπεινή μου γνώμη, θα πρέπει να εξασφαλιστούν δυο ουσιαστικές προϋποθέσεις:
1. Ο συντονιστής δημοσιογράφος να μην ανήκει στους «συνήθεις υπόπτους» του συστήματος, καθώς η πλειονότητα των πολιτών συμμερίζεται απόλυτα την εκτίμηση του Al Jazzera για την κατάσταση στα ελληνικά ΜΜΕ και το ρόλο τους στην κρίση. Συνεπώς καμιά ερώτηση δεν πρέπει να είναι προσυμφωνημένη και η αναμέτρηση πρέπει να εξελιχτεί με βάση ένα αντικειμενικό δημοσιογραφικό αισθητήριο, διότι μόνον τότε μπορεί να εκφράσει αυθεντικά τα ερωτήματα και τους φόβους που έχει η κοινή γνώμη στο μυαλό της.
2. Να υπάρχουν ασφαλώς κάποιοι χρονικοί περιορισμοί, αλλά το βασικό είναι να γίνει διάλογος. Οι αρχηγοί πρέπει να μιλήσουν σαν κανονικοί άνθρωποι και όχι σαν μηχανικά ρομπότ. Ακόμα και η γλώσσα του σώματος σε έναν ελεύθερο διάλογο έχει σημασία και θα αξιολογηθεί από τους πολίτες, για αυτό και θα πρέπει να αποφύγουν πάση θυσία να πουν ψέματα.
Τώρα, το πώς θα έχουν προετοιμαστεί οι δύο αρχηγοί για μια τέτοια αναμέτρηση είναι αποκλειστικά δικό τους θέμα. Ούτε φαβορί υπάρχουν, ούτε αυτονόητες συνταγές επιτυχίας. Παρά ταύτα, ως επαγγελματίας και καθώς βρισκόμουν το Σάββατο το βράδυ στο Allianz Arena του Μονάχου, ένα έχω να πω στα κομματικά επιτελεία.Να δουν πολλές φορές σε replay το παιχνίδι που κρίθηκε στα πέναλτι. Επίσης να δουν προσεκτικά και τις επιλογές του προπονητή της CHELSEA, Roberto Di Matteo, ο οποίος αν και «υπηρεσιακός» (που σημαίνει ότι το θέμα είναι να σου βγει ο coach και όχι τι όνομα έχει βγάλει) συνέβαλε τα μέγιστα στο να κάνει η CHELSEA τη μεγάλη ανατροπή της διοργάνωσης.
Αυτά, στο βαθμό που θέλουν ειλικρινά οι δυο αρχηγοί να κάνουν το debate να μοιάζει με τελικό του champions league, στο «γήπεδο» του πραγματικού ερωτήματος: ευρώ ή δραχμή;
Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να επαναξιολογήσουν με προσοχή τις στρατηγικές που ακολούθησαν στην προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση. Η στρατηγική της ΝΔ από το Πάσχα και μετά την οδήγησε στο πενιχρό 18,8% καθώς δεν έθεσε με τον σωστό τρόπο το πραγματικό διακύβευμα. Αντίθετα, ο ΣΥΡΙΖΑ απογειώθηκε, μη έχοντας πιεστεί να πει τις πραγματικές του θέσεις. Με δεδομένο ότι από το ΠΑΣΟΚ κανείς δεν μπορεί πλέον να περιμένει καμία στρατηγική της προκοπής, αυτό που θα διαμορφώσει τις εξελίξεις είναι η πειστικότητα με την οποία Σαμαράς και Τσίπρας θα τοποθετηθούν στο σαφές δίλημμα που υπάρχει πλέον στο μυαλό όλων των Ελλήνων αλλά και όλων των ξένων.