Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κάλεσε τα κράτη μέλη να επιδείξουν ιδιαίτερη προσοχή στη χορήγηση της λεγόμενης «χρυσής βίζας» σε υπηκόους τρίτων χωρών που επενδύουν ένα συγκεκριμένο χρηματικό ποσό.
Όπως ανέφερε ο επίτροπος μετανάστευσης Δημήτρης Αβραμόπουλος, προγράμματα «χρυσής βίζας» εφαρμόζουν 20 κράτη μέλη, προσφέροντας είτε άδειες παραμονής είτε υπηκοότητα.
Υπηκοότητα δίνουν η Κύπρος, η Μάλτα και η Βουλγαρία, ενώ άλλες 17 χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα δίνουν άδεια παραμονής. Η κλίμακα των επενδυτών ποικίλει ανάλογα με το κράτος μέλος από 100.000 ευρώ μέχρι και πάνω από 5 εκατ. ευρώ, ανέφερε ο Έλληνας επίτροπος.
Η χορήγηση ταξιδιωτικών εγγράφων, κυρίως της υπηκοότητας, επιτρέπει στους εν λόγω επενδυτές, που στην πλειοψηφία τους είναι Κινέζοι και Ρώσοι να ταξιδεύουν ελεύθερα εντός της κοινοτικής επικράτειας. Σύμφωνα με την Επιτροπή, η χορήγηση ταξιδιωτικών εγγράφων χωρίς αυστηρούς ελέγχους εγκυμονεί κινδύνους «ξεπλύματος χρήματος, φοροδιαφυγής, αλλά και για τη ασφάλεια της Ευρώπης. Όπως επισημαίνει το έγγραφο της Επιτροπής, οι έλεγχοι που γίνονται στους υποψήφιους προκειμένου να αντιμετωπιστούν ενδεχόμενα προβλήματα ασφάλειας και «ξεπλύματος» χρήματος δεν είναι επαρκείς.
Αδιευκρίνιστες γκρίζες ζώνες…
Μάλιστα, η μη κυβερνητική οργάνωση Διεθνής Διαφάνεια σε έκθεση που δημοσιοποίησε πρόσφατα επισημαίνει ότι καταχραστές και εγκληματίες, μπορούν εύκολα να βρουν καταφύγιο στην Ευρώπη, εκμεταλλευόμενοι τις μη διαφανείς διαδικασίες εξέτασης των αιτημάτων και την έλλειψη κοινού νομικού πλαισίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Οι μη κυβερνητικές οργανώσεις εκτιμούν ότι μέχρι σήμερα έχει δοθεί υπηκοότητα κρατών μελών σε τουλάχιστον 6.000 άτομα, ενώ περίπου 100.000 έχουν πάρει άδεια παραμονής.
Σύμφωνα με την επίτροπο δικαιοσύνης, Βέρα Γιούροβα, η έκθεση που εγκρίθηκε σήμερα κάνει σε βάθος ανάλυση της κατάστασης, ενώ παρά τα στοιχεία, όπως είπε, που της δόθηκαν από κράτη μέλη, εξακολουθεί να είναι ανήσυχη γιατί υπάρχουν γκρίζες ζώνες, οι οποίες θα πρέπει να διευκρινιστούν. Δεν μπορούμε να απαγορεύσουμε τις χρυσές βίζες αλλά δεν μπορούμε να μείνουμε και με σταυρωμένα χέρια, θέλουμε περισσότερο διαφάνεια και κοινούς κανόνες για τα θέματα ασφάλεια, τόνισε η Επίτροπος.