Γράφει ο Ιπποκράτης Χατζηαγγελίδης
Περί τα τέλη Σεπτεμβρίου είχα σχολιάσει την 153/17 απόφαση Αρείου Πάγου, δια της οποίας μάλλον αλλάζει η νομολογία και συμπαρασύρονται επερχόμενες αποφάσεις στο πλαίσιο του νόμου Κατσέλη, σε βαθμό που αυτός να καταστεί ανενεργός για μεγάλο μέρος όσων ευελπιστούσαν στην προστασία του.
Είχα σημειώσει, τότε, ότι «κλείνει, μεν, η πληγή που άνοιξε ο κακός αυτός νόμος, αλλά δεν παύει να παραμένει ανοικτό και έντονο το πρόβλημα των υπερχρεωμένων νοικοκυριών. Η λύση που θα δοθεί δεν μπορεί παρά να είναι πολιτική, σύμφωνη με την οικονομική λογική και χωρίς βλάβη του δικαίου».
Η επανέναρξη των πλειστηριασμών έφερε πάλι το θέμα στην επικαιρότητα. Βεβαίως, οι πλειστηριασμοί αυτοί ελάχιστα έως καθόλου αφορούν την μεγάλη μάζα των οφειλετών στεγαστικών δανείων. Αυτοί, ακόμη και οι εκτός νόμου Κατσέλη, προστατεύονται όχι από τον όποιο νόμο, ούτε, βεβαίως, από παρανοϊκούς και ακραίους τραμπούκους τύπου Λαφαζάνη, ΠΑ.Μ.Ε., αλλά και Χ.Α.! Προστατεύονται από την ψυχρή λογική που επιβάλει η προστασία της σταθερότητος του τραπεζικού συστήματος: Αν γίνει μαζικός εκπλειστηριασμός των διαμερισμάτων που έχουν υποθηκευθεί έναντι των χιλιάδων στεγαστικών δανείων η αγορά ακινήτων θα καταρρεύσει και μαζί της η αξία των υποθηκών που έχουν οι τράπεζες εγγράψει στους ισολογισμούς των. Αυτό σημαίνει νέα κεφαλαιοποίηση που απλώς δεν μπορεί να γίνει. Πρακτικώς, σημαίνει κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος, άρα οικονομικό και κοινωνικό χάος.
Βεβαίως, κάτι τέτοιο δεν θα συμβεί ποτέ. Ουδείς είναι τόσο παράφρων ώστε να διαλύσει τη χώρα για να ικανοποιηθεί έναν τσούρμο παρανοϊκών αριστερών και χρυσαυγιτών. Όμως, το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων στεγαστικών δανείων παραμένει και πρέπει να λυθεί προς το συμφέρον όλων. Η λύση υπάρχει. Δεν είναι απλή, αλλά είναι απολύτως εφικτή.
Η κεντρική ιδέα της λύσεως είναι αφ’ ενός η αποδοχή από πλευράς τραπεζών ότι δεν θα κινηθούν ποτέ κατά των δανειοληπτών υπό την αυστηρή προϋπόθεση ότι κάθε δανειολήπτης θα πληρώνει την όποια δόση δανείου συμφωνηθεί για όσο διάστημα συμφωνηθεί. Εντός αυτού του πλαισίου τα βασικά της χαρακτηριστικά θα έχουν ως εξής:
α. Οι δόσεις πρέπει να προσαρμοσθούν στις ελάχιστες δυνατότητες κάθε δανειολήπτη π.χ. σα να ήταν το ενοίκιο που μπορεί να πληρώνει σήμερα για να ζει σε ένα στοιχειωδώς αξιοπρεπές σπίτι.
β. Το επιτόκιο θα είναι και αυτό συμφωνία τραπέζης και πιστούχου, σταθερό ή μεταβαλλόμενο.
γ. Δεδομένου ότι το προσδόκιμο ζωής πολλών πιστούχων δεν θα καλύπτει την διάρκεια του δανείου, απαραίτητη προϋπόθεση θα είναι η συνυπογραφή της συμβάσεως από τους κληρονόμους του βασικού οφειλέτη.
δ. Καθυστέρηση έως δύο δόσεων δεν καταρρίπτει την σύμβαση ενώ από τρεις δόσεις και άνω θα πρέπει να υπάρχει είτε σημαντική χρέωση επιτοκίου υπερημερίας είτε/και κατάπτωση της συμβάσεως με συνοπτικές διαδικασίες. Σκόπιμο είναι να μην υπάρξουν καταπτώσεις, άρα -εξ αρχής- θα πρέπει να συμφωνηθούν πολύ χαμηλό ποσόν δόσεως ότι και αν σημαίνει αυτό για την διάρκεια της συμβάσεως.
ε. Για λόγους ισότητος και ασφάλειας δικαίου θα πρέπει να δοθεί και στους συνεπείς οφειλέτες το δικαίωμα να υπαχθούν στη ρύθμιση. Έτσι, πολλοί εξ αυτών θα ανακουφισθούν ενώ συνολικώς το προϊόν της ρυθμίσεως θα είναι υψηλότερης ποιότητος. (Το γιατί συμφέρει κάτι τέτοιο καταδεικνύεται στην επόμενη παράγραφο.) Το εισόδημα που θα αποδεσμευθεί από την μείωση των δόσεων των ενήμερων δανειοληπτών θα ενισχύσει την αγορά ή/και την αποταμίευση. Το όφελος, λοιπόν, θα είναι διπλό.
στ. Οι τράπεζες θα έχουν το ρητό δικαίωμα να τιτλοποιήσουν δάνεια με παρόμοια χαρακτηριστικά (π.χ. είδος επιτοκίου, διάρκεια, ύψος δανείου κλπ.) με σκοπό την πώλησή τους στην δευτερογενή αγορά. (Για το σκοπό αυτό πρέπει να μην υπάρχουν πολλές καταπτώσεις των δανείων αυτών.) Στα ομόλογα αυτά θα επενδύσουν όσοι επιθυμούν μακροχρόνιο σταθερό εισόδημα π.χ. συνταξιοδοτικά ταμεία και οργανισμοί επενδύσεων που το καταστατικό τους προβλέπει ελάχιστο ποσοστό επενδύσεων σε τίτλους σταθερού εισοδήματος. Με τον τρόπο αυτό οι τράπεζες θα αποκτήσουν πολύτιμη ρευστότητα την οποία θα διαθέσουν στην αγορά με πολύ καλύτερους (για τις ίδιες) όρους, άρα θα αυξήσουν την κερδοφορία τους πράγμα που θα μειώσει περαιτέρω το κόστος χρήματος που απολαμβάνουν.
Η ρύθμιση αυτή πρέπει πρώτα να τύχει επεξεργασίας από τις ίδιες τις τράπεζες ώστε να γίνει μια προσομοίωση των αποτελεσμάτων της με υψηλά περιθώρια ασφαλείας. Για να το κάνουν αυτό θα πρέπει να υπάρξει η κυβερνητική βούληση -αν όχι δέσμευση- για νομική κάλυψη του τελικού σχεδίου ώστε να τύχει καθολικής εφαρμογής. Ο σχετικός νόμος θα μπορεί να προβλέψει:
i. Ad hoc ρυθμίσεις τόσο για την ταχεία και απρόσκοπτη εκκαθάριση τυχόν καταπτώσεων, ώστε να μην κινδυνεύσει η αξιοπιστία του συνόλου των ρυθμίσεων όσο και για την δέσμευση των κληρονόμων.
ii. Αν το κόστος δεν είναι απαγορευτικό, έναν ασφαλιστικό μηχανισμό ώστε να μην υπάρξει καμία κατάπτωση ή τουλάχιστον να προστατευθούν όσοι όντως θα είναι αδύναμοι και άξιοι προστασίας.
iii. Εξαίρεση στρατηγικών κακοπληρωτών, θέτοντας συγκεκριμένες και αυστηρές προϋποθέσεις ανάλογες με αυτές του νόμου Κατσέλη ώστε ουδείς να μπορεί να ωφεληθεί χωρίς να το αξίζει.
iv. Ξεκάθαρες και ρητές διατάξεις περί της τύχης όσων αρνηθούν να υπαχθούν σε μια τόσο ευνοϊκή ρύθμιση. Μια τέτοια διάταξη θα ήταν η υποχρεωτική πώληση του ακινήτου σε τιμή όχι μικρότερη αυτής που θα ορίσουν δύο ανεξάρτητοι πιστοποιημένοι εκτιμητές και πλήρη απαλλαγή του οφειλέτη από το υπόλοιπο χρέος, αν προκύπτει τέτοιο.
v. Διάταξη υποχρεωτικής συγχωνεύσεως στο ποσόν της ρυθμίσεως των όποιων οφειλών του πιστούχου από καταναλωτικά δάνεια, κάρτες κλπ.
Σε κάθε περίπτωση, προκειμένου η ρύθμιση να έχει νόημα και να είναι δίκαιη θα πρέπει να επανυπολογισθεί το ποσό των οφειλών. Αυτό σημαίνει πλήρης διαγραφή τόκων υπερημερίας, αλλά και συμβατικών τόκων και αναδρομικό εκτοκισμό από την ημερομηνία άρξεως της καθυστερήσεως με επιτόκιο ίσο με αυτό του πραγματικού κόστους χρήματος των τραπεζών, υποθέτω στο ύψος του κόστους του ELA ή κάτι ανάλογο.
Ασφαλώς, υπάρχουν θέματα που δεν μπορώ να προβλέψω, αλλά είμαι σίγουρος ότι η κεντρική ιδέα είναι απολύτως εφαρμόσιμη ενώ τόσο οι τράπεζες όσο και ο νόμος μπορούν να καλύψουν κάθε ενδεχόμενο και να προβλέψουν μηχανισμό επιλύσεως κάθε προβλήματος που πιθανόν αναφυεί. Το συνολικό οικονομικό & κοινωνικό- ώφελος θα είναι πολύ μεγαλύτερο του όποιου κόστους.
Στην πραγματικότητα δεν έχουμε άλλη επιλογή παρά μια τέτοια λύση. Η εναλλακτική επιλογή δεν είναι μια καλύτερη λύση, αλλά η αργή κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος και ολόκληρης της οικονομίας.
Υ.Γ. Αναρωτιέμαι γιατί έπρεπε να επιτραπεί η είσοδος των φασιστοειδών τραμπούκων στο κτίριο του Ειρηνοδικείου. Ακόμη κι έτσι, πάλι καλά που η ΕΛ.ΑΣ. τους αντιμετώπισε δυναμικά!
Η λύση και αυτού του προβλήματος είναι απλή: Όποιος μόνος του ή από κοινού με άλλους προσπαθεί να διαταράξει την λειτουργία των Δικαστηρίων συλλαμβάνεται και παραπέμπεται στο Αυτόφωρο. Αν δεν προβλέπεται στον Ποινικό Κώδικα ας γίνει ιδιώνυμο. Με ποινή φυλακίσεως, τουλάχιστον 3 μηνών, μη εξαγοράσιμη και χωρίς η έφεση να έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα!