Η Ελλάδα εξακολουθεί να καινοτομεί, παρά τις δυσκολίες που περνάει. Μάλιστα, κατέχει την 11η θέση ανάμεσα στις 28 χώρες της Ε.Ε. όσον αφορά το ποσοστό των καινοτόμων επιχειρήσεων, επενδύοντας περίπου 1,9 δισ. ευρώ ετησίως. Πόλοι έλξης της καινοτομικής δραστηριότητας είναι τα μεγάλα αστικά κέντρα, ενώ σημαντικές επιδόσεις καταγράφει και η περιφέρεια. Η Κρήτη και η Στερεά Ελλάδα, για παράδειγμα, αποτελούν κεντρικά σημεία στον καινοτομικό «χάρτη» της χώρας.
Tα «πρωτεία» σε ό, τι αφορά την καινοτομία κρατούν επιχειρήσεις στους κλάδους της παραγωγής φαρμακευτικών προϊόντων, της κατασκευής ηλεκτρονικών υπολογιστών, αλλά και της Ενημέρωσης & Επικοινωνίας.
Τα συμπεράσματα αυτά προκύπτουν από την «Έρευνα για την Καινοτομία», η οποία διεξάγεται κάθε δύο χρόνια και αφορά στις καινοτομικές δραστηριότητες των επιχειρήσεων στην Ε.Ε.
Η έρευνα αποτελεί βασικό εργαλείο για την κατανόηση της καινοτομικής δραστηριότητας στη χώρα μας και τη σημασία που μπορεί να έχει στην παραγωγική της ανασυγκρότηση, παρέχοντας στοιχεία για περίπου 15.000 επιχειρήσεις με 10 ή περισσοτέρους εργαζομένους στους τομείς της Βιομηχανίας και των Υπηρεσιών που καινοτόμησαν στην «καρδιά» της οικονομικής κρίσης και συγκεκριμένα την τριετία 2010-2012. Ειδικότερα, η έρευνα για την καινοτομία των ελληνικών επιχειρήσεων, η οποία πραγματοποιήθηκε από το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης (http://metrics.ekt.gr), καταδεικνύει τα εξής:
Το 52,3% των ελληνικών επιχειρήσεων καινοτομούν σε έναν ή περισσότερους τομείς. Με βάση αυτό το ποσοστό, η Ελλάδα βρίσκεται στην 11η θέση μεταξύ των 28 χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ξεπερνώντας τον μέσο ευρωπαϊκό όρο (48,9%). Πρώτη είναι η Γερμανία, με ποσοστό 66,9% και ακολουθούν το Λουξεμβούργο (66,1%) και η Ιρλανδία (58,7%).
Η πλειονότητα των ελληνικών επιχειρήσεων είναι καινοτόμες στην οργάνωση και το μάρκετινγκ, εισάγοντας κυρίως νέες μεθόδους στην προώθηση ή τη συσκευασία των προϊόντων. Σε ό, τι αφορά την καινοτομία προϊόντος, η χώρα μας βρίσκεται κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Με ποσοστό 34,3%, η Ελλάδα κατέχει την 16η θέση μεταξύ των 28 χωρών – μελών της Ε.Ε. Ο μέσος ευρωπαϊκός όρος ανέρχεται σε 36%.
Για να επιτύχουν καινοτομία προϊόντος, το 38,2% των ελληνικών επιχειρήσεων συνεργάζονται με τον ιδιωτικό τομέα, αλλά και με ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης σε Ελλάδα και Ευρώπη. Οι κύριοι συνεργάτες για την καινοτομία προϊόντων είναι οι προμηθευτές (εξοπλισμού, υλικών, λογισμικού) σε ποσοστό 32,2%, οι πελάτες από τον ιδιωτικό τομέα σε ποσοστό 24,6%, οι σύμβουλοι και τα ιδιωτικά εργαστήρια (20,9%) και τα Πανεπιστήμια, ΤΕΙ ή άλλα ιδρύματα μετα-δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (19%).
Το μεγαλύτερο ποσοστό καινοτόμων επιχειρήσεων καταγράφεται στην Περιφέρεια Κρήτης (65,2%). Ακολουθούν οι Περιφέρειες Στερεάς Ελλάδας, με ποσοστό καινοτόμων επιχειρήσεων 56%, η Περιφέρεια Αττικής με ποσοστό 54,3% και η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας με ποσοστό 53%. Οι καινοτόμες επιχειρήσεις ξεπερνούν το 50% τόσο στον τομέα της Βιομηχανίας όσο και στον τομέα των Υπηρεσιών.
Στον τομέα της Βιομηχανίας, το μεγαλύτερο ποσοστό (53,6%) καινοτόμων επιχειρήσεων καταγράφεται στον κλάδο της «Μεταποίησης», στον οποίο διακρίνονται οι επιμέρους κλάδοι της «Παραγωγής βασικών φαρμακευτικών προϊόντων και φαρμακευτικών σκευασμάτων» με ποσοστό καινοτόμων επιχειρήσεων 79,7%, της «Κατασκευής ηλεκτρονικών υπολογιστών, ηλεκτρονικών και οπτικών προϊόντων» με ποσοστό 76,7% και της «Κατασκευής ηλεκτρολογικού εξοπλισμού» με 73,0%.
Στον τομέα των Υπηρεσιών, το μεγαλύτερο ποσοστό (62,9%) καινοτόμων επιχειρήσεων καταγράφεται στον κλάδο της «Ενημέρωσης & Επικοινωνίας», στον οποίο διακρίνονται οι κλάδοι των «Δραστηριοτήτων προγραμματισμού ηλεκτρονικών υπολογιστών, παροχής συμβουλών και συναφών δραστηριοτήτων» με ποσοστό καινοτόμων επιχειρήσεων 78,4%, των «Εκδοτικών δραστηριοτήτων (λογισμικό, βιβλία, περιοδικά)» με ποσοστό 75,6% και των «Τηλεπικοινωνιών» με 60,3%. Η συνεισφορά των καινοτόμων επιχειρήσεων στον συνολικό κύκλο εργασιών των τομέων της Βιομηχανίας και των Υπηρεσιών είναι ιδιαίτερα σημαντική.
Στον τομέα της Βιομηχανίας το 76% του κύκλου εργασιών προέρχεται από τις καινοτόμες επιχειρήσεις, ενώ στον τομέα των Υπηρεσιών το ποσοστό αυτό είναι 65,1%. Συνολικά, οι δαπάνες για τις καινοτομικές δραστηριότητες των ελληνικών επιχειρήσεων ανήλθαν το 2012 στα 1,9 δισ. ευρώ. Αυτές αφορούν, κυρίως, σε αγορά μηχανημάτων, εξοπλισμού, λογισμικού και κτιρίων σε ποσοστό 63,1% των συνολικών δαπανών. Ακολουθούν οι δαπάνες για ενδοεπιχειρησιακή έρευνα και ανάπτυξη με ποσοστό 25,5%, ενώ αισθητά χαμηλότερα είναι τα ποσοστά δαπανών για τις υπόλοιπες δραστηριότητες.
Η οπισθοδρόμηση του δημόσιου τομέα
Ο ρόλος του δημοσίου τομέα, μέσω των συμβάσεων που συνάπτει με τις επιχειρήσεις για τις διάφορες προμήθειες σε αγαθά και υπηρεσίες, αναγνωρίζεται διεθνώς ως ιδιαίτερα σημαντικός στην ανάπτυξη της καινοτομίας. Στην Ελλάδα, ωστόσο, φαίνεται πως ο δημόσιος τομέας δεν αξιοποιεί αυτή τη δυνατότητα, αφού οι οκτώ στις δέκα επιχειρήσεις που πραγματοποίησαν συμβάσεις μαζί του δεν υλοποίησαν καμία καινοτομία.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, μόλις το 6,2% των επιχειρήσεων που είχαν συμβάσεις με τον δημόσιο τομέα δηλώνει πως υλοποίησε καινοτομικές δραστηριότητες ως προϋπόθεση της σύμβασης.
Ποσοστό 11,9% δηλώνει πως υλοποίησε καινοτομικές δραστηριότητες χωρίς να είναι προϋπόθεση της σύμβασης. Το μεγαλύτερο ποσοστό των επιχειρήσεων που πραγματοποίησαν συμβάσεις με τον ελληνικό δημόσιο τομέα δεν υλοποίησαν καμία καινοτομία (81,8%).
Την ίδια ώρα, πολλά είναι τα εμπόδια που συναντούν οι επιχειρήσεις στην προσπάθειά τους να καινοτομήσουν. Σύμφωνα με την έρευνα από τα κυριότερα εμπόδια είναι ο ισχυρός ανταγωνισμός τιμών σε ποσοστό 47,8% και η έλλειψη ζήτησης σε ποσοστό 41,9%. Ακολουθούν η έλλειψη επαρκούς χρηματοδότησης (37,7% των καινοτόμων επιχειρήσεων), το υψηλό κόστος πρόσβασης σε νέες αγορές (25,7%) και το υψηλό κόστος συμμόρφωσης με κανονισμούς και νομικές απαιτήσεις (25,5%).