Πώληση πακέτου μετοχών της Revolut την εβδομάδα που πέρασε αποτίμησε το βρετανικό fintech στα $45 δις, ποσό που υπερβαίνει την αξία μερικών από τις μεγαλύτερες τράπεζες στην Ευρώπη.
Η αποτίμηση εδραιώνει τη θέση της Revolut ως ένα από τα ακριβότερα ευρωπαϊκά fintechs. Η πώληση μετοχών που συντόνισε η Morgan Stanley έδωσε την ευκαιρία στους εργαζόμενους της Revolut να ρευστοποιήσουν μέρος των μετοχών τους. Ηγετικό ρόλο στην επένδυση είχαν οι Coatue, D1 Capital Partners και η Tiger Capital.
H αποτίμηση των $45 δις δίνει στη Revolut διπλάσια αξία από αυτή της γαλλικής τράπεζας Societe Generale που έχει κεφαλαιοποίηση $19 δις και υψηλότερη από τη βρετανική Barclays, η χρηματιστηριακή αξία της οποίας βρίσκεται στα $43 δις.
Η αποτίμηση των παραδοσιακών ευρωπαϊκών τραπεζών επηρεάστηκε από την αδύναμη κερδοφορία τους για χρόνια και τους νέους κανονισμούς των εποπτικών αρχών. Η μετοχή της Barclays για παράδειγμα πρόσφατα ανέκαμψε στα επίπεδα που βρισκόταν προ δεκαετίας. Οι επενδυτές της Revolut πιστεύουν ότι το εννιάχρονο fintech έχει πολύ καλύτερες προοπτικές από οτι οι παραδοσιακές τράπεζες.
Πράγματι, η ανάπτυξη της Revolut ήταν γρήγορη. Το 2023 ανακοίνωσε κέρδη προ-φόρων ρεκόρ στα 438 εκατ. στερλίνες ($564 εκατ.) και 45 εκατομμύρια πελάτες παγκοσμίως.
Στις 25 Ιουλίου οι βρετανικές αρχές της χορήγησαν τραπεζική άδεια που θα της δώσει τη δυνατότητα να προσελκύσει πελάτες που προτιμούν υπηρεσίες banking μέσω ενός app, εφαρμογής που μπορεί να εγκατασταθεί σε διάφορες πλατφόρμες όπως κινητά τηλέφωνα, tablet, έξυπνες τηλεοράσεις και υπολογιστές.
Οι επενδυτές πιστεύουν ότι η Revolut θα προσελκύσει πελατεία που εξυπηρετείται από παραδοσιακές τράπεζες χωρίς το κόστος του να διατηρεί δίκτυο υποκαταστημάτων.
Πολλοί καταναλωτές έχουν στραφεί σε fintechs όπως τη Revolut που προσφέρουν καλύτερη εμπειρία για τους χρήστες των υπηρεσιών τους.
Η ανάπτυξη της Revolut τα τελευταία χρόνια έχει φέρει τη θυγατρική της στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπό την άμεση εποπτεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που σημαίνει ότι στα μάτια της ΕΚΤ συγκαταλέγεται ανάμεσα στις μεγάλες και συστημικά σημαντικές τράπεζες της Ευρωζώνης.
Η βρετανική τραπεζική άδεια καλύπτει τις καταθέσεις των πελατών της μέχρι το ποσό των 85.000 στερλινών ($109.00).
Η Revolut ιδρύθηκε από τον νυν διευθύνοντα σύμβουλο Nikolay Storonsky το 2015 και είναι ένα από τα fintechs που εμφανίστηκαν στη Βρετανία την τελευταία δεκαετία. Περίμενε τρία χρόνια για την τραπεζική της άδεια.
Δεν είναι ξεκάθαρο αν οι μεγαλομέτοχοι και ο ιδρυτής Storonsky πούλησαν μετοχές, μειώνοντας τα ποσοστά τους. Στο παρελθόν η Revolut είχε επικοινωνήσει το ενδιαφέρον της να εισαχθεί στο χρηματιστήριο μέσω δημόσιας εγγραφής αλλά τον προηγούμενο μήνα η διοίκηση της απέφυγε σχόλια για το χρονοδιάγραμμα.
Η νέα αποτίμηση της Revolut είναι υψηλότερη από αυτή των $33 δις σε προηγούμενη άντληση κεφαλαίων το 2021. Σε αντίθεση με τον ανταγωνισμό στον χώρο των fintech, η Revolut δεν αναγκάστηκε να αντλήσει κεφάλαια τα τελευταία χρόνια, αποφεύγοντας χτύπημα στην αποτίμηση της όπως συνέβη σε άλλα fintech.
Παράδειγμα η σουηδική Klarna Bank με έδρα τη Στοκχόλμη που αποτιμήθηκε στα $6,7 δις σε ένα γύρο άντλησης κεφαλαίων το 2022, πολύ κάτω από την αποτίμηση των $45,6 δις μόλις πριν ένα χρόνο.
Η Revolut είχε κατά νου την πώληση μετοχών γύρω στα $500 εκατ. Η Coatue έχει υψηλή πεποίθηση στην επένδυση της στη Revolut, όπως δήλωσε ο ιδρυτής της επενδυτικής εταιρείας Philippe Lafont.
O CEO της Revolut Storonsky δήλωσε ευχαριστημένος που οι εργαζόμενοι είχαν την ευκαιρία να ρευστοποιήσουν μέρος των μετοχών τους.
Πηγή liberal.gr