«Απόφαση της κυβέρνησης είναι οι δημόσιες δομές υγείας και οι παροχές τους στους πολίτες να παραμείνουν σταθερές. Σε αυτό το πλαίσιο λειτούργησε για να κρατήσει όρθιο και τον ΕΔΟΕΑΠ».
Αυτό τόνισε στη Βουλή η υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Έφη Αχτσιόγλου, υπεραμυνόμενη της τροπολογίας για τον ΕΔΟΕΑΠ που έχει κατατεθεί στο υπό συζήτηση νομοσχέδιο του υπουργείου Υγείας για τις εφημερίες των γιατρών.
Απαντώντας στη κριτική της ΝΔ και της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, που υποστήριξαν ότι ο ΕΔΟΕΑΠ οδηγήθηκε σε οικονομικό αδιέξοδο με το «νόμο Κατρούγκαλου», ο οποίος όπως υποστήριξαν, κατήργησε το «αγγελιόσημο», αντέτεινε ότι η κατάργηση όλων των κοινωνικών πόρων ήταν δέσμευση της δικής τους κυβέρνησης, όπως διαπιστώνεται στα έγγραφα αξιολόγησης της Κομισιόν τον Απρίλιο του 2014.
Παράλληλα, αποσαφήνισε ότι κανένας κρατικός πόρος δεν υπάρχει για ενίσχυση του Ταμείου και αυτό που προβλέπεται είναι η πρόσθετη εργοδοτική εισφορά 2% για τη διασφάλιση της βιωσιμότητάς του.
Η κ. Αχτσιόγλου ανέφερε ακόμα ότι έγιναν διαρκείς διαβουλεύσεις τα τελευταία δύο χρόνια με τους συνδικαλιστικούς φορείς, ενώ έδωσε ιδιαίτερη έμφαση ότι στη χθεσινή ψηφοφορία για τις αλλαγές στο κανονισμό του ΕΔΟΕΑΠ υπήρξε πρωτοφανής συμμετοχή των εργαζομένων η οποία ξεπέρασε τις 6.000 και τα μέλη της συντριπτικά, με ποσοστό πάνω από 90% τις ενέκριναν.
«Υπήρχε ένα αρρύθμιστο τοπίο, με μηδενικές σχεδόν εργοδοτικές εισφορές και για τις παροχές υγείας και για την επικουρική σύνταξη. Με τη ρύθμιση που φέρνουμε θα ισχύουν οι ίδιες εισφορές και οι ίδιοι κανόνες που ισχύουν για όλους. Και για τους εργαζόμενους και για τους εργοδότες. Θεσμοθετούμε λοιπόν την εργοδοτική εισφορά που δεν υπήρχε», κατέληξε η κ. Αχτσιόγλου.
Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΔΗΣΥ Ανδρέας Λοβέρδος, κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι η ίδια ήταν που με το «νόμο Κατρούγκαλου» κατήργησε τον κοινωνικό πόρο, σκοτώνοντας τον ΕΔΟΕΑΠ και έρχεται σήμερα και εμφανίζεται ως διασώστης του». «Παρότι αυτά είναι ημίμετρα δεν μπορούμε να τα αγνοήσουμε, δίνουνε μια πνοή άρα θα τα ψηφίσουμε», κατέληξε ο κ. Λοβέρδος.