H αθροιστική χρηματιστηριακή αποτίμηση μόνο των πέντε εταιρειών (Google, Amazon, Facebook, Apple, Microsoft) υπερβαίνει τα 5 τρισ. δολάρια, ενώ μόνο η Apple «φλερτάρει» με το ορόσημο των 2 τρισ. δολ., ποσό που υπερβαίνει το ΑΕΠ χωρών όπως η Ρωσία, η Ιταλία και ο Καναδάς.
Λίγες ημέρες μετά τις καταθέσεις των επικεφαλής των GAFA (Google, Amazon, Facebook, Apple) ενώπιον του Κογκρέσου των ΗΠΑ, οι αμερικανικές και ευρωπαϊκές αρχές εντείνουν τις πρωτοβουλίες τους με στόχο να θέσουν επιτέλους όρια στις αθέμιτες πρακτικές και στις ανεξέλεγκτες δραστηριότητες των τεχνολογικών κολοσσών που σε μεγάλο βαθμό διαμορφώνουν το μέλλον και επηρεάζουν τις ζωές όλων μας.
«Οι GAFA διαθέτουν υπερβολική ισχύ» δήλωσε ο βουλευτής και προεδρεύων της ειδικής επιτροπής του αμερικανικού Κογκρέσου, Ντέιβιντ Σισιλίνι, τονίζοντας την ανάγκη να διερευνηθούν άμεσα και σε βάθος οι μονοπωλιακές πρακτικές των πανίσχυρων αυτών εταιρειών. «Οπως οι εθνοπατέρες μας δεν υποκλίθηκαν σε βασιλιάδες, έτσι κι εμείς δεν πρόκειται να υποκλιθούμε στους αυτοκράτορες της διαδικτυακής oικονομίας» υποστήριξε κατά την έναρξη της συνεδρίασης της διακομματικής επιτροπής την 29η Ιουλίου.
Είναι η πρώτη περίοδος στην παγκόσμια ιστορία που τόσο λίγες επιχειρήσεις συγκεντρώνουν τόσο άφθονο πλούτο και τέτοια ισχύ και επίδραση στην καθημερινότητα δισεκατομμυρίων ανθρώπων σε όλον τον πλανήτη. Είναι ενδεικτικό ότι η αθροιστική χρηματιστηριακή αποτίμηση μόνο των πέντε εταιρειών (Google, Amazon, Facebook, Apple, Microsoft) προσεγγίζει πλέον τα 7 τρισ. δολάρια. Μόνο η Apple έσπασε το φράγμα των 2 τρισ. δολαρίων, ποσό που υπερβαίνει το ΑΕΠ χωρών όπως η Ρωσία, η Ιταλία και ο Καναδάς. Τα έσοδα της Apple μόνο για το προηγούμενο τρίμηνο άγγιξαν τα 60 δισ. δολάρια, συντρίβοντας κάθε προηγούμενο ρεκόρ.
Ρεκόρ σημείωσε και η Amazon, αφού τα έσοδά της αυξήθηκαν κατά 40% το τελευταίο τρίμηνο. Τα καθαρά κέρδη του κολοσσιαίου ηλεκτρονικού καταστήματος διπλασιάστηκαν την περίοδο που χιλιάδες καταστήματα σε όλον τον πλανήτη έμεναν κλειστά ή έβλεπαν τους τζίρους τους να βυθίζονται λόγω των μέτρων, με αποτέλεσμα χιλιάδες μικροί έμποροι να σπεύδουν να «προσδεθούν στο άρμα» της Amazon και να ενταχθούν, με το αζημίωτο, στο marketplace της που υπόσχεται ορατότητα και πωλήσεις. Παράλληλα, την ίδια περίοδο τουλάχιστον 180.000 εργαζόμενοι βρήκαν μόνιμη ή προσωρινή απασχόληση στην εταιρεία του Μπέζος.
Άνοδο της τάξης του 11% σημείωσαν τα έσοδα της Facebook για το δεύτερο τρίμηνο, ενώ ανοδικά κινούνται τα διαφημιστικά έσοδα της πλατφόρμας, παρά τις έντονες ανησυχίες για τη συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας παγκοσμίως. H εύλογη πτώση της διαδικτυακής διαφήμισης πάντως είχε ως συνέπεια να ανακοινώσει η Alphabet Inc., μητρική της Google, μείωση εσόδων για πρώτη φορά στην ιστορία της – αν και μικρότερη απ’ αυτήν που προέβλεπαν οι αναλυτές. Τα έσοδά της βέβαια για το ίδιο διάστημα ξεπέρασαν τα 38,3 δισ. δολάρια, ενώ τα καθαρά έσοδά της πλησίασαν τα 9 δισ. δολάρια. H χρηματιστηριακή αξία της πάντως διατηρείται πάνω από το ορόσημο του 1 τρισ. δολαρίων, το οποίο ξεπέρασε για πρώτη φορά τον περασμένο Ιανουάριο.
Κυριαρχία σε όλες τις πτυχές του Διαδικτύου
Εντυπωσιακά μεν τα κέρδη και ιλιγγιώδεις οι αποτιμήσεις των διαδικτυακών γιγάντων, αλλά δικαίως θα αναρωτηθείτε γιατί θα πρέπει να αφορούν (και) όσους δεν ασχολούνται με τις χρηματιστηριακές εξελίξεις. Η απάντηση στην εύλογη απορία είναι εξαιρετικά απλή: Δεν πρόκειται για εταιρείες που απλώς επιδιώκουν να κάνουν τους μετόχους τους πλουσιότερους, πουλώντας περισσότερα προϊόντα στους καταναλωτές. Αντίθετα, πρόκειται για διαρκώς εξελισσόμενους οργανισμούς που προσφέρουν μια ευρύτατη γκάμα προϊόντων και υπηρεσιών σε δισεκατομμύρια ανθρώπους σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη.
Η κυριαρχία των κολοσσών επεκτείνεται σε όλες σχεδόν τις πτυχές του Διαδικτύου και της ψηφιακής οικονομίας: από τις υπηρεσίες e-mail και ανταλλαγής γραπτών μηνυμάτων και την κοινωνική δικτύωση, μέχρι τα λειτουργικά συστήματα για υπολογιστές και κινητά, και το hardware (όπως smartphones και tablets). Τουλάχιστον 9 στις 10 διαδικτυακές αναζητήσεις πραγματοποιούνται μέσω της μηχανής αναζήτησης της Google, ενώ 49 στα 100 δολάρια που ξοδεύονται στο λιανεμπόριο στις ΗΠΑ διοχετεύονται μέσω της Amazon. Το συνακόλουθο ζήτημα που ανακύπτει είναι ότι σχεδόν σε όλους τους κλάδους η εταιρεία που κυριαρχεί επιβάλλει τους όρους της σε χρήστες και συνεργάτες, ενώ παράλληλα αξιοποιεί τη δεσπόζουσα θέση της δυσκολεύοντας ή εξαφανίζοντας τους ανταγωνιστές.
Τα data είναι το νέο «πετρέλαιο»
Η εγγενής διαφορά τους με επιχειρήσεις άλλων κλάδων είναι ότι διεκδικούν – και συνήθως αποκτούν πανεύκολα – πρόσβαση στα προσωπικά δεδομένα μας. Σας φαίνεται ασήμαντο; Κι όμως, είναι άκρως σημαντικό. Τα data είναι για τον 21ο αιώνα ό,τι το πετρέλαιο για τον 20ό. Ο αφορισμός ακουγόταν μάλλον απλουστευτικός όταν διατυπώθηκε για πρώτη φορά πριν από μερικά χρόνια, αλλά πλέον αποδεικνύεται απολύτως ακριβής. Τα δεδομένα όλων μας – από τα φαινομενικά ασήμαντα όπως η ημερομηνία γέννησης και η γεωγραφική μας θέση, μέχρι τα άκρως σημαντικά όπως το ιατρικό ιστορικό και οι τραπεζικές κινήσεις – είναι τα πολύτιμα «νομίσματα» της ψηφιακής εποχής, που αρκετοί θέλουν να αποθησαυρίσουν. Τα δεδομένα των χρηστών αξιοποιούνται από τις πλατφόρμες για την αποτελεσματικότερη διαφημιστική στόχευση, για την ανάπτυξη νέων προϊόντων και για την προσέλκυση νέων πελατών.
Οι κολοσσοί της τεχνολογίας βέβαια δεν αρκούνται στα δεδομένα μας. Απαιτούν και τον χρόνο μας. Γιατί αν τα data θεωρούνται το πετρέλαιο της ψηφιακής εποχής, ο χρόνος και η προσοχή των χρηστών είναι ο νέος «χρυσός». Οι τεχνολογικές πλατφόρμες και οι εφαρμογές οικοδομούνται με τρόπο που να «εγκλωβίζουν» τον χρήστη όσο το δυνατόν περισσότερο. Σκεφθείτε το «προτεινόμενο βίντεο» που φορτώνεται αυτόματα στο YouTube, τα επόμενα επεισόδια στα σίριαλ που ξεκινούν να παίζουν στο Netflix ή τις ειδοποιήσεις που εμφανίζονται στη ροή του Facebook.
Πώς «πνίγουν» τον ανταγωνισμό
Οι κυβερνήσεις και οι υπερεθνικές αρχές ανά τον κόσμο προβληματίζονται για τον τρόπο που θα αντιμετωπίσουν την πρωτοφανή αυτή ισχυροποίηση των κολοσσών της τεχνολογίας, αλλά φέρονται αποφασισμένες να ελέγξουν και να ρυθμίσουν το τοπίο ως όφειλαν. «Ο αμερικανικός λαός αντιμετώπισε τα μονοπώλια στο παρελθόν, όπως στον σιδηρόδρομο, στο πετρέλαιο και στις τηλεπικοινωνίες, διασφαλίζοντας ότι καμία ιδιωτική επιχείρηση δεν θα ελέγχει την οικονομία ή τη δημοκρατία μας» τόνισε ο Ντέιβιντ Σισιλίνι, ενώ στο ίδιο πνεύμα πολυάριθμοι βουλευτές ανέδειξαν τις αθέμιτες πρακτικές των κολοσσών και προσπάθησαν να αποδείξουν ότι οι εταιρείες καταχρώνται τη δεσπόζουσα θέση τους.
Ο Τιμ Κουκ της Apple
Οι τέσσερις «ιππότες της ψηφιακής Αποκάλυψης» Σουντάρ Πιτσάι (Alphabet, μητρική της Google), Τιμ Κουκ (Apple), Μαρκ Ζάκερμπεργκ (Facebook) και Τζεφ Μπέζος (Amazon) απάντησαν (ή μάλλον απέφυγαν τεχνηέντως να απαντήσουν) στις ομολογουμένως διεισδυτικές – ορισμένες δε και άκρως επιθετικές – ερωτήσεις βουλευτών. «Η εταιρεία σας χρησιμοποιεί τα δεδομένα που συγκεντρώνει από τους χρήστες προκειμένου να κατασκοπεύει τους ανταγωνιστές της, να αντιγράφει, να εξαγοράζει ή να «σκοτώνει» τους αντιπάλους της» είπε απευθυνόμενη στον Μαρκ Ζάκερμπεργκ η βουλευτής των Δημοκρατικών Πραμίλα Τζαγιαπάλ.
O Σουντάρ Πιτσάι της Alphabet, μητρικής της Google
O ιδρυτής του Facebook, σαφώς πιο «διαβασμένος» σε σύγκριση με τις παλαιότερες καταθέσεις του στο Κογκρέσο, αντιπαρήλθε τις κατηγορίες (π.χ. για την εξαγορά ανταγωνιστών όπως το Instagram) υπερτονίζοντας παράλληλα τα οφέλη που συνεπάγεται η λειτουργία της πλατφόρμας για τις σύγχρονες κοινωνίες.
O Μαρκ Ζάκερμπεργκ της Facebook
Η Google κατηγορήθηκε επίσης από τα μέλη της επιτροπής για «κλοπή περιεχομένου» από ανταγωνιστές ή τρίτες εταιρείες, όπως διαπιστωμένα συνέβη με τις αξιολογήσεις εστιατορίων από χρήστες στην πλατφόρμα Yelp. Ο διευθύνων σύμβουλος της Google δεσμεύθηκε να επανέλθει επί των ζητημάτων αυτών, ενώ αντίστοιχα υπεξέφυγε και ο Τιμ Κουκ της Apple, όταν κλήθηκε να τοποθετηθεί για τις αθέμιτες πρακτικές της εταιρείας του στο οικοσύστημα εφαρμογών το οποίο ελέγχει μέσω του App Store.
Ο πλουσιότερος άνθρωπος στον πλανήτη, Τζεφ Μπέζος, που κατέθεσε για πρώτη φορά ενώπιον των μελών της επιτροπής, υπεραμύνθηκε επίσης των πολιτικών της Amazon, οι οποίες σύμφωνα με τους βουλευτές όχι μόνο δεν ευνοούν τον ανταγωνισμό αλλά τον «σκοτώνουν» (π.χ. η «παρακολούθηση» του αποθέματος των συνεργαζόμενων μικρομεσαίων εμπόρων που «φιλοξενούνται» στο marketplace της εταιρείας).
Ο αντίλογος με το βλέμμα στην Κίνα
Παρά τον μεταξύ τους ανταγωνισμό, οι επικεφαλής των GAFA, σε σχεδόν κοινή γραμμή, ισχυρίστηκαν ότι η ρύθμιση που ευθέως ζητούσαν πολλοί βουλευτές θα αποδυναμώσει όχι μόνο τις τέσσερις εταιρείες αλλά την αμερικανική οικονομία συνολικά προς όφελος της Κίνας. Ολοι τους εστίασαν στις φιλοαμερικανικές ενέργειες των εταιρειών τους, στις θέσεις εργασίας που δημιουργούν και στις επενδύσεις που κάνουν σε αμερικανικό έδαφος, και βέβαια στις υπηρεσίες και στις διευκολύνσεις που παρέχουν στους πολίτες και στην κυβέρνηση των ΗΠΑ.
Ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ υπογράμμισε ότι το Facebook, ως «μια υπερήφανα αμερικανική εταιρεία», πιστεύει στις αξίες της δημοκρατίας, του ανταγωνισμού και της ελεύθερης έκφρασης, τονίζοντας πως δεν υπάρχουν εγγυήσεις ότι οι αξίες αυτές θα επικρατήσουν, καθώς «η Κίνα δημιουργεί τη δική της έκδοση του Διαδικτύου επικεντρωμένη σε πολύ διαφορετικές ιδέες».