Γράφει ο Σεραφείμ Κοτρώτσος
Follow @serkot65
Αναδημοσιεύση από το fortuno.gr
Μπορεί ο Αλέξης Τσίπρας να συνθέτει βήμα βήμα ένα νέο πολιτικό αφήγημα, βασικά στοιχεία του οποίου θα ακούσουμε στην ομιλία του στην ΔΕΘ, το προσεχές Σαββατοκύριακο, όμως το οικονομικό επιτελείο -μετά και τις πρόσφατες συναντήσεις του Ευκλείδη Τσακαλώτου- γνωρίζει πως υπάρχουν πολύ σοβαρά ζητήματα που θα δημιουργήσουν βαρύ κλίμα ενόψει της δεύτερης αξιολόγησης.
Τα 15 προαπαιτούμενα που μεταφέρονται από την πρώτη αξιολόγηση δεν έχουν επαρκώς προχωρήσει, όπως διατείνονται οι Θεσμοί, ενώ η υπόθεση της ΕΛΣΤΑΤ βάρυνε έτι περαιτέρω το κλίμα και ανάγκασε τον Γιώργο Χουλιαράκη σε μια θεαματική στροφή προς κατευνασμό.
Από την άλλη αρνητική φαίνεται η στάση κάποιων τουλάχιστον εκ των δανειστών σχετικά με τα ελληνικά αιτήματα σχετικά με χαμηλότερους στόχους πρωτογενούς πλεονάσματος, ενώ «στον αέρα» φαίνεται να βρίσκεται το χρονοδιάγραμμα για τη δεύτερη αξιολόγηση.
Σε συνέντευξή του στα «Νέα», ο διευθύνων σύμβουλος του ΕΜΣ, Κλάους Ρέγκλινγκ, δήλωσε ότι η συμφωνία είναι συμφωνία και δεν αλλάζει, καθώς ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018 και μεσοπρόθεσμα συμφωνήθηκε τον περασμένο Ιούλιο. «Το κείμενο είναι πολύ σαφές, αναφέρεται σε 3,5% του ΑΕΠ το 2018 και στον μεσοπρόθεσμο ορίζοντα» είπε σχετικά, σημειώνοντας ότι «δεν βλέπω να υπάρχει καμία διάθεση να εγκαταλείψουμε αυτή τη συμφωνία και δεν πιστεύω ότι είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας να αμφισβητήσει τη συμφωνία του περασμένου χρόνου». Σχετικά με το χρέος, παρέπεμψε στο τέλος του προγράμματος το 2018 για τα μεσομακροπρόθεσμα μέτρα.
Παράλληλα, όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα της «Realnews», ανώτερη πηγή της Ευρωζώνης είπε ότι δεν ετοιμάζεται εκταμίευση στο Eurogroup της Μπρατισλάβας στις 9 Σεπτεμβρίου και ότι χρειάζεται πολλή δουλειά για να καταστεί αυτό δυνατό έστω στο Eurogroup της 10ης Οκτωβρίου στο Λουξεμβούργο, αν και έχει δοθεί το μήνυμα στην ελληνική πλευρά, που επισπεύδει στις διαδικασίες. Όπως σημειώνεται στο δημοσίευμα, έχει ετοιμαστεί από το EuroWorking Group μια καταγραφή που θα αναφέρει ότι ο χρόνος που ορίστηκε για τα 15 προαπαιτούμενα το καλοκαίρι χάθηκε χωρίς αποτέλεσμα και ότι κανένας από τους όρους δεν έχει εκπληρωθεί.
Σημειώνεται πως η δεύτερη αξιολόγηση δεν μπορεί να ξεκινήσει αν δεν κλείσουν τα προαπαιτούμενα της πρώτης, και ότι η Ελλάδα έχει λάβει χρήματα συμφωνώντας πως τα πράγματα θα γίνονταν έτσι. Όσον αφορά στους στόχους πρωτογενούς πλεονάσματος, στο δημοσίευμα αναφέρεται ότι στις Βρυξέλλες έχει καταστεί σαφές πως η Κομισιόν και ο ΕΜΣ θα πάνε στη διαπραγμάτευση για το χρέος με πρόταση για 3,5% τουλάχιστον 8 χρόνια μετά το 2018, άποψη που, πέραν του Κλάους Ρέγκλινγκ, συμμερίζεται και ο Τόμας Βίζερ.
Ρένγκλινγκ και Βίζερ ανήκουν στο λεγόμενο γερμανικό λόμπι που ελέγχεται απόλυτα από τον Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε, ο οποίος έχει καταστήσει σαφές πως το ελληνικό πρόγραμμα δεν επιδέχεται αλλαγών, ενώ ακόμα και τα ελάχιστα σημεία τα οποία θεωρεί πως θα μπορούσαν να συζητηθούν μεταφέρονται μετά τις Γερμανικές εκλογές, τον Σεπτέμβριο του 2017. Με την Άγκελα Μέρκελ στα κατώτερα σημεία της δημοτικότητά της, το Βερολίνο δεν πρόκειται να διακινδυνεύσει υπαναχωρήσεις που θα έδιναν αρνητικό σήμα. Όμως, το Μέγαρο Μαξίμου θεωρεί πως οι κινήσεις του πρωθυπουργού με τους ηγέτες του Νότου και το γενικότερο κλίμα στην Ευρώπη θα μπορούσαν να δημιουργήσουν γόνιμο έδαφος για κάποιες αλλαγές, αφού κανείς δεν θα ήθελε να ανακύψει εκ νέου “ελληνικό πρόβλημα” σε μια Ευρώπη που τρεκλίζει και με το 2017 να αναδεικνύεται σε κρίσιμη χρονιά αφού θα διεξαχθούν τρεις εκλογικές αναμετρήσεις στη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ολλανδία.
Ο πρόεδρος του Eurogroup, Γερούν Ντάισελμπλουμ, δήλωσε στο Bloomberg ότι τα πρώτα σημάδια οικονομικής ανάκαμψης έχουν αρχίσει ήδη να διαφαίνονται στην Ελλάδα, και παραδέχτηκε ότι κάποιες από τις μεταρρυθμίσεις είναι δύσκολες και θα χρειαστεί χρόνος. Επεσήμανε ότι οι προσπάθειες πάνω σε αυτό το κομμάτι συνεχίζονται, προσθέτοντας ότι εάν γίνουν τα επιπλέον βήματα που έχουν συμφωνηθεί, οι επόμενες δόσεις είναι έτοιμες.
Ο κ. Ντάισελμπλουμ αναφέρθηκε και στο θέμα της ΕΛΣΤΑΤ, τονίζοντας ότι είναι «κρίσιμο» η ελληνική στατιστική αρχή να κάνει τη δουλειά της ανεξάρτητα, επισημαίνοντας παράλληλα ότι «δεν νομίζω ότι μπορούμε να κατηγορήσουμε την παρούσα κυβέρνηση για την κατάσταση… δεν είναι εκείνη που την προκάλεσε». Γενικότερα πάντως, το θέμα της ΕΛΣΤΑΤ (στατιστικά στοιχεία της περιόδου 2010-2015) έχει μπει στην ατζέντα του Eurogroup της Παρασκευής.
Το “αγκάθι” των ιδιωτικοποιήσεων
Παρά το γεγονός πως μεταξύ των Θεσμών επικρατεί συγκρατημένη ικανοποίηση για την υλοποίηση του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων- ιδιωτικοποιήσεων (ακόμα και η Κριστίν Λαγκάρντ διατύπωσε θετικά σχόλια σχετικά), στην κυβέρνηση γνωρίζουν πως υπάρχουν ακόμα σοβαρές εκκρεμότητες που παρά την βούληση του Μεγάρου Μαξίμου και τις εργώδεις προσπάθειες του προέδρου του ΤΑΙΠΕΔ Στέργιου Πιτσιόρλα ίσως σκοντάψουν στην γραφειοκρατία και στις εύθραυστες ισορροπίες στο εσωτερικό της κυβέρνησης.
Αυτή την ώρα, όπως αναφέρει σχετικά και δημοσίευμα της Καθημερινής, εκκρεμούν κρίσιμες και χρονοβόρες από τη φύση τους διαδικασίες, όπως η κύρωση από τη Βουλή της σύμβασης παραχώρησης του Ελληνικού στο επενδυτικό σχήμα υπό τη Lamda Development, όσο και η νομοθέτηση για τη μετεξέλιξη της υπηρεσίας πολιτικής αεροπορίας, ώστε να μπορέσουν να παραδοθούν τα 14 περιφερειακά αεροδρόμια στην κοινοπραξία Fraport/Slentel. Μεγάλο ζητούμενο είναι φυσικά και η ολοκλήρωση των διαδικασιών για το Υπερταμείο, θέμα το οποίο απαιτεί λεπτούς πολιτικούς χειρισμούς.
Ακόμα, πολύ μεγάλες προκλήσεις ουσίας και όχι μόνο χρόνου έχουν να αντιμετωπίσουν οι ιδιωτικοποιήσεις και οι διαρθρωτικές αλλαγές στην ενέργεια, με τον αρμόδιο υπουργό Π. Σκουρλέτη να δηλώνει αυτή την εβδομάδα πως το ΦΕΚ με το οποίο ενέκρινε τον Μάιο η κυβέρνηση το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων του ΤΑΙΠΕΔ, το οποίο προβλέπει και την πώληση του 17% της ΔΕΗ, «δεν είναι απόφαση ιδιωτικοποίησης» αλλά «μια διαδικασία ρουτίνας».
Όμως, όπως αναφέρει η Καθημερινή, ακόμα και ενέργειες προαπαιτούμενες για την πρώτη αξιολόγηση –και όχι τη δεύτερη που επιδιώκεται να ξεκινήσει άμεσα– τις οποίες το ΤΑΙΠΕΔ εμφανίζεται έτοιμο να υλοποιήσει άμεσα, κινδυνεύουν να μείνουν «στα χαρτιά», αφού απαιτείται σειρά κυβερνητικών δράσεων που προβλέπονται στο λεγόμενο τεχνικό μνημόνιο, οι οποίες ούτε έχουν προχωρήσει ούτε είναι εύκολο να προχωρήσουν ουσιαστικά, με βάση την ελληνική πραγματικότητα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η προκήρυξη του διαγωνισμού για την παραχώρηση της Εγνατίας Οδού και τριών κάθετων αξόνων της, η οποία σύμφωνα με το ΤΑΙΠΕΔ θα γίνει εντός Σεπτεμβρίου.