Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα «Αίθρια Λογοτεχνικά Μεσημέρια» του Φεστιβάλ Δράμας είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν, χθες (21/9), όσοι βρέθηκαν στα γραφεία της διοργάνωσης που κλείνει φέτος τα 40 της χρόνια. Οικοδεσπότης, όπως πάντα, ο συγγραφέας και δημοσιογράφος Παύλος Μεθενίτης που προλόγισε το τελευταίο βιβλίο της Ζυράννας Ζατέλη «Τετράδια Ονείρων» και μίλησε για την συμπλήρωση 50 χρόνων από την πρώτη κυκλοφορία του «Ζ» του Βασίλη Βασιλικού.
«Βρέθηκα ξανά μετά από πολλά χρόνια στην όμορφη Δράμα» ανέφερε η Ζυράννα Ζατέλη, η οποία κατάγεται από τη Βόρεια Ελλάδα. Η συγγραφέας αποκάλυψε στο κοινό του φεστιβάλ πως μεγάλωσε σε κινηματογραφικό περιβάλλον, καθώς ο πατέρας της από το 1952 είχε κινηματογράφο. «Μάλιστα είχα άδεια από το σχολείο να πουλάω σπόρια στους θεατές». Σήμερα είναι φανατική κινηματογραφόφιλη. «Μόνο πέρυσι είδα 104 ταινίες -κρατώ αρχείο. Μου αρέσει να πηγαίνω μόνη σινεμά. Και καθώς είμαι τέτοια θαμώνας, πλέον όλοι οι κεντρικοί που με ξέρουν με βάζουν μέσα δωρεάν».
Μιλώντας για το τελευταίο της βιβλίο και εξηγώντας το πώς αποφάσισε να εκδώσει τα όνειρά της, είπε πως τα κατέγραφε ήδη από την εφηβεία της: «Το όνειρο είναι κάτι το άπιαστο, φτιαγμένο να μας διαφεύγει, κάτι το ανείπωτο, το άρρητο. Όταν κλείνουμε τα μάτια μας ζούμε μια δεύτερη ζωή. Η μάνα μου έλεγε πως ο, τι δεν βλέπουμε με ανοιχτά μάτια, το βλέπουμε με κλειστά…».
Τον Μάρτιο του 1997 είδε ένα όνειρο που δεν ξέχασε ποτέ. «Δύο φάλαινες πάλευαν με κάτι άγρια κύματα. Δεν καταλάβαινα αν ήθελαν να μπουν πιο βαθιά στην θάλασσα ή ήθελαν να βγουν στη στεριά για να ξεψυχήσουν. Ευχόμουν: ας μπουν μέσα… Και τελικά μπήκαν μέσα…». Έκτοτε αποφάσισε να καταγράφει συστηματικά τα όνειρά της σε τετράδια ονείρων. «Τώρα γεμίζω το ενδέκατο. Στο βιβλίο άντλησα από τα τρία πρώτα τετράδια που καλύπτουν την περίοδο από 3/3/1997 έως 5/5/2001».
Ταυτόχρονα «εξασκούσα τη λεγόμενη νυχτερινή μνήμη. Προσπαθούσα να θυμάμαι τα όνειρά μου στο μέτρο του δυνατού, με όσο γίνεται περισσότερες λεπτομέρειες. Συχνά μάλιστα σηκωνόμουν και κρατούσα σημειώσεις στη μέση της νύχτας. Ακόμα και σε χαρτάκια από τσιγάρα Σαντέ τα κατέγραφα. Και τα άφηνα έτσι, τα ήθελα ακατέργαστα, δεν τα επεξεργαζόμουν. Κατέγραφα ο, τι προλάβαινα. Στα τετράδια αυτά βάζω εικόνες, ζωγραφιές. Είναι ένα ονειρογράφημα, ελκυστικό στην όψη».
Και στο παρελθόν τής είχαν ρίξει την ιδέα να τα βγάλει σε ένα βιβλίο, «όμως αρχικά αυτό μου φαινόταν σχεδόν ανεπίτρεπτο. Σκεφτόμουν πως αν είναι να δουν το φως του ήλιου, αυτό θα έπρεπε να γίνει μετά την αποχώρησή μου, όταν περάσω στην αντίπερα όχθη…».
Ο Θανάσης Καστανιώτης, ο εκδότης της, την μετέπεισε. «Τα μυθιστορήματά μου παίρνουν περίπου 7 χρόνια -καθένας έχει τους χρόνους του. Τώρα δουλεύω το τρίτο βιβλίο της τριλογίας, αλλά είδα την διορία να πλησιάζει χωρίς να είμαι ακόμα έτοιμη. Ο Καστανιώτης μου είπε: “άσε για λίγο το μυθιστόρημα, κι ας βγάλουμε τα όνειρα”. Τρόμαξα στην αρχή. Σκεφτόμουν: τι με περιμένει; Ως πού ήθελα να εκτεθώ; Λέω στον Καστανιώτη: Θα μπω στο τρελάδικο. Μετά όμως γλυκάθηκα…». Όμως «έπεσα και στους μήνες που είχε πεθάνει η μάνα μου. Πριν καν συμβεί αυτό έβλεπα σχετικά όνειρα. Ένα μεγάλο μέρος των ονείρων ήταν φόρος τιμής στην μητέρα μου».
Ο Βασίλης Βασιλικός, παρουσίασε το λογοτεχνικό περιοδικό «Δίοδος», που εδώ και χρόνια κυκλοφορεί στην Δράμα, και επέλεξε να διαβάσει στο κοινό του φεστιβάλ ένα κείμενο του με θέμα την σχέση λογοτεχνίας και τεχνολογίας.
«Από το ρομαντικό ραβασάκι φτάσαμε στο sms, οι απιστίες δεν αποκαλύπτονται πλέον από κάποια γυναικεία τρίχα στο πέτο, αλλά από το κινητό ή το μέιλ, ενώ ακόμα και οι αυτοκτονίες δεν γίνονται πια στον σιδηρόδρομο, αλλά στο μετρό…» σημείωσε, μεταξύ άλλων. «Όχι πως δεν βοήθησαν τα νέα εργαλεία: Επεξεργασία κειμένου, delete, αλλαγή παραγράφων. Παρ’ όλα αυτά εγώ ποτέ δεν έγραψα κείμενο της ψυχής κατευθείαν σε κομπιούτερ».
Αυτό άλλωστε, επεσήμανε, «σε βοηθά και στην οικονομία της γραφής. Τα κομπιούτερ ενθαρρύνουν τη “φλυαρία” στα μυθιστορήματα. Ποτέ πριν δεν γράφονταν τόσα “τούβλα” από μπεστσελερίστριες κυρίες. Αν όλα αυτά τα έγραφαν στο χέρι, θα τους έπαιρνε χρόνια. “Παραλογοτεχνία”: η λογοτεχνία του παρά δηλαδή…».
Το ίντερνετ, υποστήριξε, δίνοντας πρόσβαση σε τόσες πληροφορίες μετέτρεψε τον συγγραφέα σε παντογνώστη. «Κι όμως, ίσως το καλύτερο βιβλίο για την Αμερική να παραμένει αυτό του Κάφκα που δεν τη επισκέφθηκε ποτέ…».
Η Ζυράννα Ζατελη συμφώνησε πως το γράψιμο είναι και χειρωνακτική εργασία: «Προσωπικά γράφω πάντα με το χέρι ή στην ηλεκτρική πλέον γραφομηχανή μου. Μάλλον ανήκουμε στα είδη υπό εξαφάνιση…».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ