Αν και δεν φημίζομαι για την συνέπεια μου, όπως σας υποσχέθηκα έχω έτοιμο το δεύτερο μέρος του άρθρου μου σχετικά με το πώς θα περάσω τη μέρα στο Cascais. Έχοντας ξεμπερδέψει με τα μαθήματα ιππασίας ή το απογευματινό μπάνιο μετά τη δουλειά πολύ σπάνια θα μείνω στο σπίτι.
Η πρώτη μου επιλογή λοιπόν είναι να περάσω πάλι από το hostel, όπου αυτή την ώρα δουλεύει η συγκάτοικος μου και να καθίσουμε μαζί με τους υπόλοιπους καλεσμένους στον κήπο, να μαγειρέψουμε όλοι μαζί ή να δούμε κάποια ταινία. Αν βέβαια κανείς δεν θέλει να πάει για ύπνο νωρίς θα το συνεχίσουμε με βραδινό μπάνιο στην παραλία που βρίσκεται δίπλα στο hostel ή θα βρεθούμε στην Pink Street της Λισσαβόνας. Μια παρένθεση σε αυτό το σημείο, το βραδινό μπάνιο δεν έχει καμία σχέση με το δικό μας, με δεδομένο ότι ο ωκεανός δεν έχει καμία σχέση με τη δική μας θάλασσα, οπότε για εμένα τουλάχιστον δεν υπάρχει η περίπτωση βραδινού μπάνιου, καθώς πολλές φορές σκέφτομαι σοβαρά να βουτήξω ακόμη και το μεσημέρι. Τα υπόλοιπα μέλη της παρέας, υποθέτω παίζει ρόλο και η καταγωγή (Ολλανδία, Γερμανία, Αγγλία, Σλοβακία) δεν το βρίσκουν καθόλου παράλογο να βουτήξουν.
Καταπλήσσω τα παιδιά με τις ικανότητες μου στη μαγειρική (not).
Η δεύτερη μου επιλογή είναι να μη γυρίσω καθόλου στο σπίτι, αλλά να ψάξουμε για το ιδανικό μέρος όπου θα απολαύσουμε το ηλιοβασίλεμα. Σας προειδοποίησα, θα το επαναφέρω πολλές φορές στη συζήτηση, καθώς είναι η αγαπημένη μου ώρα της μέρας. Το ιδανικό μέρος μπορεί να είναι η παραλία στην οποία βρισκόμασταν, κάποιο σημείο του δρόμου μεταξύ Cascais και Guincho (θα ξανακούσετε αυτό το όνομα, όταν θα γράψω για την ημέρα του ρεπό μου) ή το House of Wanders.
Εσείς θα είχατε βουτήξει;
Η Lucrezia αρνείται να βγει. Μπορείτε ωστόσο να εστιάσετε στο φαγητό.
Το σπίτι αυτό το ανακαλύψαμε με την Lucrezia, όταν ψάχναμε μια ταράτσα για να απολαύσουμε το ηλιοβασίλεμα σε συνδυασμό με ωραίο φαγητό. Μου κίνησε το ενδιαφέρον η μικρή πινακίδα που είχε η οποία μας παρότρυνε πώς, ακόμη και δεν καθόμασταν, θα άξιζε να δούμε την ταράτσα τους. Δεν χρειάστηκε κάτι άλλο για πειστούμε, εγώ στο μεταξύ είχα δει και τα γλυκά που μόλις είχαν βγει οπότε δεν υπήρχε λόγος να χρονοτριβούμε. Στο συγκεκριμένο μέρος δεν υπάρχει κάτι που να έχω δοκιμάσει και να μη μου αρέσει. Αν θα ξεχώριζα κάτι θα ήταν οι χυμοί που προσφέρει, με ιδιαίτερη αδυναμία σε αυτούς με το ρούμι. Το τελευταίο στοιχείο που μου άρεσε πολύ στο House of Wanders ήταν η πολυπολιτισμικότητά του. Η ιδιοκτήτρια ήταν από την Ολλανδία, οι δύο σερβιτόροι που μιλήσαμε από την Ιταλία ενώ ο μάγειρας ήταν Σύριος.
Και ξανά ηλιοβασίλεμα…
Ό,τι πιο δροσιστικό, κάπου εκεί κρύβεται και το δικό μου cocktail με το ρούμι.
Τετρακόσιες δεκατέσσερις λέξεις μέχρι στιγμής, οπότε φεύγω κατευθείαν για την τρίτη επιλογή, η οποία φυσικά είναι φαγητό, αποκλειστικά αυτό και ίσως κάποιο ποτό στη συνέχεια, αλλά κυρίως εστιάζουμε στο φαγητό. Σε περίπτωση που δεν το έχετε καταλάβει ήδη, απεχθάνομαι ό, τι τουριστικό, και ειδικά το καλοκαίρι το Cascais αποτελεί πόλο τουριστών. Υπάρχουν ωστόσο μέρη τα οποία θα επιλέξουν οι ντόπιοι και το φαγητό τους είναι εξαιρετικό. Το αγαπημένο μου λέγεται “Mules and Gin” και είναι ακριβώς αυτό που περιγράφει ο τίτλος. Δέκα διαφορετικά είδη μυδιών, αυτό που ξεχώρισα ήταν τα μύδια μαγειρεμένα με τζίντζερ ενώ συνοδεύονται από δέκα διαφορετικά είδη τζιν, κάποια εκ των οποίων αποτελούν δική τους συνταγή. Όσο για το κρύο μη σας απασχολεί, καθώς πέρα από το φαγητό φροντίζουν να σας προμηθεύσουν και με κουβέρτες.
Και μύδια και gin και την κουβέρτα μου, δεν νομίζω ό,τι χρειάζομαι κάτι άλλο.
Πεντακόσιες πενήντα και σταματάω εδώ. Την επόμενη βδομάδα σας προειδοποιώ από τώρα το άρθρο θα είναι στα αγγλικά, καθώς θα περιγράφω τη ζωή στο hostel και, πέρα από εσάς, θέλω να το διαβάσουν οι ιδιοκτήτες μαζί και τα άτομα που είχα την τύχη να γνωρίσω εδώ. Διαβάστε βιβλία, κατεβάστε ταινίες χωρίς υπότιτλους και θα τα πούμε την επόμενη Παρασκευή.
Είναι διάσημο για τις γεύσεις φρούτων, εγώ δοκίμασα το μάνγκο, και ήταν απίστευτο.
Και μην ξεχνάτε να ταξιδεύετε!