“Μοχλό” και αστέρι της ανάπτυξης στην Ευρωζώνη θα αποτελέσει το 2024 η περιφέρεια, εκτιμά η Berenberg. Χάρη στις μεταρρυθμίσεις η Ελλάδα, η Πορτογαλία και, σε μικρότερο βαθμό, η Ισπανία, έχουν γίνει καλύτεροι προορισμοί για επενδύσεις και δημιουργία θέσεων εργασίας, όπως επισημαίνει. Η κρίση συχνά αποτελεί ευκαιρία για αλλαγή, και αυτό το “εκμεταλλευτήκαν” στο έπακρο οι άλλοτε αδύναμοι κρίκοι του ευρώ.
Η σημαντική νομισματική σύσφιξη στα τέλη του 2022 και το 2023 στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ υποδηλώνουν κίνδυνο ύφεσης για το 2024. Ωστόσο, η Berenberg βλέπει έξι λόγους για μια πιο θετική προοπτική:
1) ο πληθωρισμός έχει μειωθεί αρκετά ώστε να επιτρέψει στις μεγάλες κεντρικές τράπεζες να μειώσουν τα επιτόκια,
2) πολύ πριν από τις πρώτες μειώσεις επιτοκίων, οι αγορές ομολόγων έχουν ήδη χαλαρώσει τους όρους χρηματοδότησης για τις κυβερνήσεις και τις επιχειρήσεις,
3) οι υγιείς ισολογισμοί χρησιμεύουν ως αποθέματα ασφαλείας έναντι των κινδύνων για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις,
4) οι εταιρείες δεν χρειάζεται να διορθώσουν την πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα,
5) η δημοσιονομική πολιτική παραμένει επεκτατική, και
6) οι ελλείψεις εργατικού δυναμικού περιορίζουν την αύξηση της ανεργίας και την επακόλουθη πιθανή ζημιά στις καταναλωτικές δαπάνες.
Σε ό,τι αφορά τις κινήσεις της ΕΚΤ στα επιτόκια, η Berenberg εκτιμά πως θα είναι προσεκτικές και οι μειώσεις θα ξεκινήσουν πολύ αργότερα από ό,τι αποτιμούν οι αγορές. Αναμένει ότι η ΕΚΤ θα αρχίσει να χαλαρώνει την πολιτική της το τρίτο τρίμηνο του 2024, αλλά βλέπει συνολικές μειώσεις της τάξεως των 50 μ.β. μόνο φέτος και στο 3,5% από 4%. Ωστόσο, η οικονομική ανάκαμψη που προβλέπει από το δεύτερο εξάμηνο του 2024 και η πιθανή επιστροφή του πληθωρισμού σε πάνω από 2% κατά τη διάρκεια του 2025 θα οδηγήσουν την ΕΚΤ να μην πιέσει τα επιτόκια κάτω από το 3%, ένα επίπεδο το οποίο και θα διατηρηθεί και το 2026
Το μεγάλο story ωστόσο στην Ευρωζώνη φέτος θα είναι η περιφέρεια, και ειδικότερα η Ελλάδα και η Πορτογαλία, όπως τονίζει η Berenberg.
Μέχρι στιγμής, όπως επισημαίνει, η ανάκαμψη από την πανδημία ήταν πολύ άνιση σε ολόκληρη την Ευρωζώνη. Ενώ η Γερμανία έχει μείνει πίσω, χώρες στην περιφέρεια, όπως η Ελλάδα και η Πορτογαλία, έχουν πάρει προβάδισμα.
Σε κάποιο βαθμό, αυτό αντανακλά τη μεγάλη έκθεση της Γερμανίας στον παγκόσμιο κύκλο παραγωγής και την παλαιότερη υπερβολική της εξάρτηση από τις εισαγωγές ενέργειας από Ρωσία.
Ωστόσο, όπως τονίζει η Berenberg, αυτό δείχνει επίσης πόσο έχει αλλάξει και βελτιωθεί η περιφέρεια στον απόηχο της κρίσης του ευρώ του 2010-2012. Οι κρίσεις μπορεί να αποτελέσουν ευκαιρίες για αλλαγή άλλωστε, όπως σημειώνει.
Χάρη στις μεταρρυθμίσεις από την πλευρά της προσφοράς, η Ελλάδα, η Πορτογαλία και, σε μικρότερο βαθμό, η Ισπανία έχουν γίνει καλύτεροι προορισμοί για επενδύσεις και “πηγές” δημιουργίας θέσεων εργασίας.
Ακόμη και η Ιταλία, η οποία δεν χρειάστηκε επίσημη διάσωση κατά τη διάρκεια της κρίσης του ευρώ, έχει σημειώσει κάποια πρόοδο υπό τους πρωθυπουργούς Μάριο Ντράγκι (2021-22) και Τζόρτζια Μελόνι (από τον Οκτώβριο του 2022).
Φυσικά, η συνεχιζόμενη υποστήριξη της ΕΕ, για παράδειγμα μέσω του προγράμματος NextGenerationEU των 800 δισ. ευρώ, έχει επίσης βοηθήσει σημαντικά.
Για το 2024, η Berenberg αναμένει περαιτέρω ισχυρή ανάπτυξη στην περιφέρεια του ευρώ. Όμως, καθώς το τέλος της διόρθωσης στον κλάδο της μεταποίησης και η μέτρια ανάκαμψη στο παγκόσμιο εμπόριο θα ωφελήσουν τη Γερμανία περισσότερο από τους λιγότερο “βιομηχανοποιημένους” γείτονές της, η Γερμανία θα είναι πιθανώς σε θέση να περιορίσει το χάσμα ανάπτυξης έναντι των “αστέρων” της ευρωζώνης, δηλαδή των χωρών της περιφέρειας όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία, σημαντικά κατά τη διάρκεια του 2024. Μέχρι το δεύτερο εξάμηνο του 2024, ακόμη και η Γερμανία μπορεί να έχει ανάπτυξη με ετήσιο ρυθμό τουλάχιστον 1,5% και πάλι.
Πηγή capital.gr