Η ισορροπία δυνάμεων μεταξύ ανθρώπου και ιού αλλάζει. Καλύτερα οπλισμένο ενάντια σε έναν μικρότερης – σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν – ισχύος εχθρό, το είδος μας δεν χρειάζεται πλέον να κρύβεται σε “καταφύγια” περιμένοντας να περάσει ένα ιικό κύμα. Αυτό σημαίνει ότι ήρθε η ώρα να αλλάξει και η απάντησή μας έναντι του Covid.
Καθώς εισερχόμαστε στο “ενδημικό” στάδιο του ιού, ωστόσο, υπάρχει σύγχυση σχετικά με το ποια ακριβώς μορφή θα πρέπει να λάβει μια επικαιροποιημένη προσέγγιση.
Τη Δευτέρα, ο πρωθυπουργός της Ισπανίας Πέδρο Σάντσεθ κάλεσε σε μια πανευρωπαϊκή συζήτηση για την ανάπτυξη του είδους αντιμετώπισης που υπάρχει έναντι, για παράδειγμα, της γρίπης. Το Ηνωμένο Βασίλειο επέκτεινε τους περιορισμούς τους οποίους περιελάμβανε στο “Σχέδιο Β’” του για άλλες τρεις εβδομάδες, ωστόσο έχει αμβλύνει τις πολιτικές του σχετικά με τα τεστ και τα ταξίδια, ενώ ο πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον δέχεται πιέσεις να άρει ακόμη και τους λίγους υφιστάμενους περιορισμούς.
Πολύ νωρίς
Είναι φυσικά πολύ νωρίς για να κηρύξουμε τη νίκη. Οι μολύνσεις αυξάνονται κατακόρυφα και εξακολουθεί να υπάρχει ένας ανησυχητικός αριθμός θανάτων από την Covid-19. Επιπλέον, υπάρχουν πολλές περιοχές του πλανήτη όπου οι υπηρεσίες υγείας υφίστανται εξαιρετικά μεγάλη πίεση.
Κι όμως, η συνολική εικόνα της πανδημίας προκαλεί αισιοδοξία. Τα κρούσματα της Όμικρον στη Νότια Αφρική κορυφώθηκαν περίπου έναν μήνα μετά την έναρξη του κύματος. Επίσης, δεδομένα από τη Νότια Αφρική και αλλού επιβεβαιώνουν τις πρώιμες ενδείξεις ότι η τελευταία παραλλαγή, αν και πολύ πιο μεταδοτική, προκαλεί λιγότερο σοβαρή ασθένεια – με χαμηλότερα επίπεδα νοσηλειών, μικρότερη παραμονή στο νοσοκομείο και λιγότερους θανάτους.
Μια εξήγηση είναι ότι η Όμικρον φαίνεται να επηρεάζει το σώμα διαφορετικά από τις προηγούμενες παραλλαγές του κορονοϊού. Μελέτη από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Χονγκ Κονγκ δείχνει ότι η Όμικρον μπορεί να αναπαραχθεί στους πνεύμονες πιο αργά από τη Δέλτα, κάτι που θεωρητικά δίνει στο ανοσοποιητικό σύστημα περισσότερο χρόνο προκειμένου να ανταποκριθεί.
Η φυσική ανοσία παίζει επίσης κομβικό ρόλο. Σε χώρες όπου τα ποσοστά μόλυνσης ήταν σχετικά υψηλά στα προηγούμενα κύματα, η ευαισθησία σε σοβαρή ασθένεια λόγω της Όμικρον φαίνεται πολύ χαμηλότερη. Μελέτη η οποία δημοσιεύθηκε τη Δευτέρα από το Imperial College του Λονδίνου, ενώ περιορίζεται από ένα μικρό μέγεθος δείγματος και έναν νεότερο πληθυσμό, επιβεβαιώνει προηγούμενη έρευνα που υποδείκνυε ότι ακόμη και η ανοσία που παρέχεται από τους κορονοϊούς οι οποίοι προκαλούν το κοινό κρυολόγημα μπορεί να βοηθήσει στην ενίσχυση της άμυνας κατά του SARS-CoV-2.
“Κλειδί” τα εμβόλια
Το πιο σημαντικό, όμως, είναι ότι τα εμβόλια (και ιδιαίτερα οι αναμνηστικές δόσεις) έχουν οδηγήσει σε δραματικά χαμηλότερα επίπεδα νοσηλειών και θανάτων.
Πράγματι, οι μη εμβολιασμένοι αντιπροσωπεύουν τη μεγάλη πλειονότητα των σοβαρών κρουσμάτων στα νοσοκομεία Covid-19 παντού στον κόσμο.
Αυτό εξηγεί γιατί χώρες όπως η Κίνα, που ακολούθησαν μια πολιτική “μηδενικού Covid” και χρησιμοποιούσαν εμβόλια με χαμηλότερη αποτελεσματικότητα, βρίσκονται τώρα σε χειρότερη θέση, με χαμηλότερα επίπεδα ανοσίας. Η ικανότητα της Όμικρον να μολύνει μια μεγάλη ποικιλία ζωικών ειδών με τα οποία οι άνθρωποι έρχονται σε τακτική επαφή, όπως γάτες, σκύλοι και ελάφια, έχει κάνει τις δρακόντειες πολιτικές που επικεντρώνονται στον περιορισμό της ανθρώπινης συμπεριφοράς ακόμη πιο μάταιες.
Αλλαγές
Τι περιορισμούς χρειαζόμαστε καθώς περνάμε στην ενδημική εποχή; Ας δούμε πρώτα τι μπορούμε να καταργήσουμε. Αρχικά την απαίτηση απομόνωσης. Τα Κέντρα Ελέγχου Νοσημάτων (CDC) στις ΗΠΑ μείωσαν την απομόνωση από 10 ημέρες μετά το θετικό τεστ σε πέντε. Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει πλέον τροποποιήσει τους δικούς του κανόνες προκειμένου να επιτρέπει στους ανθρώπους να σταματούν την απομόνωση εάν υποβληθούν σε δύο διαδοχικά αρνητικά τεστ την έκτη και την έβδομη ημέρα μετά την αρχική θετική τους διάγνωση.
Οι παλιοί κανόνες ατομικής απομόνωσης δεν έχουν νόημα για έναν ιό ο οποίος έχει – στις περισσότερες περιπτώσεις – τη σοβαρότητα του κοινού κρυολογήματος. Είναι μια εξαιρετικά δαπανηρή πολιτική, ειδικά αν σκεφτεί κανείς τους δασκάλους και τους εργαζόμενους στον τομέα της υγείας που πρέπει να μείνουν σπίτι μετά από ένα θετικό τεστ, ακόμη και όταν δεν έχουν συμπτώματα και μπορούν να εργαστούν με ασφάλεια φορώντας μάσκα.
Η κρατική καθοδήγηση προς τους πολίτες σε μέρη όπου τα ποσοστά εμβολιασμού και φυσικής ανοσίας είναι υψηλά θα πρέπει να είναι απλή: όποιος έχει συμπτώματα, παραμένει στο σπίτι όσο δεν νιώθει καλά. Είναι επίσης συνετό για τους ανθρώπους να φορούν μάσκες στα μέσα μαζικής μεταφοράς και σε πολυσύχναστους δημόσιους χώρους κατά τις περιόδους αιχμής της γρίπης/κρυολογήματος, ειδικά εάν μέχρι πρόσφατα ένιωθαν κάποια αδιαθεσία. Η δωρεάν διάθεση μασκών υψηλής ποιότητας, όπως οι N95 ή οι FFP3, μπορεί να βοηθήσει στην ενθάρρυνση της χρήσης τους.
Οι κανόνες περί εργασίας από το σπίτι και περί σχολικής εκπαίδευσης χρειάζονται επίσης επανεξέταση. Πολλά πανεπιστήμια και σχολεία στις ΗΠΑ ξεκίνησαν το εξάμηνο με εξ αποστάσεως εκπαίδευση, ενώ σε ορισμένες χώρες εξετάζεται το ενδεχόμενο τα εκπαιδευτικά ιδρύματα να κλείσουν. Τέτοιες πολιτικές συνεπάγονται τεράστιο κοινωνικό, ψυχικό και οικονομικό κόστος και δεν δικαιολογούνται πλέον σε μέρη όπως στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου περίπου το 95% των ανθρώπων διαθέτει αντισώματα και το 62% έχει λάβει αναμνηστική δόση.
Επανεξέταση
Δύο άλλες πολιτικές θα χρειαστούν επανεξέταση στο εγγύς μέλλον, αν και όχι ακόμη – και σίγουρα όχι παντού.
Το ένα είναι τα μαζικά τεστ. Το Ηνωμένο Βασίλειο έκανε ευρέως διαθέσιμα τα γρήγορα τεστ χωρίς κόστος από νωρίς στη διάρκεια της πανδημίας – μια έξυπνη πολιτική που απέτρεψε πολλές λοιμώξεις, ιδιαίτερα καθώς το κύμα της Όμικρον “απογειωνόταν”. Η συζήτηση για τον τερματισμό των μαζικών τεστ στη Βρετανία είναι πρόωρη, ωστόσο τελικά θα ήταν λογικό να περιοριστούν σε περιόδους χαμηλών ποσοστών μόλυνσης, διατηρώντας παράλληλα την δυνατότητα αύξησης της δωρεάν παροχής τους κατά τη διάρκεια επιδημικών κρίσεων.
Τώρα που οι άνθρωποι έχουν εξοικειωθεί περισσότερο με τα κατ’ οίκον self test, πιθανόν επίσης να είναι καιρός να αναπτυχθούν και άλλα που να βοηθούν στην ανίχνευση και άλλων ασθενειών του αναπνευστικού, όπως η γρίπη και ο αναπνευστικός συγκυτιακός ιός (RSV).
Οι ΗΠΑ είναι εντελώς διαφορετική περίπτωση. Ενώ ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν έχει αυξήσει τη διαθεσιμότητα των τεστ, τα rapid test εξακολουθούν να βρίσκονται σε σπάνη σε πολλές περιοχές της χώρας και το κόστος αποθαρρύνει τη χρήση τους. Τα δωρεάν, πανταχού παρόντα rapid test θα πρέπει να είναι κάτι το αυτονόητο για αμερικανικές πολιτείες που μάχονται με χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού και υψηλά επίπεδα μόλυνσης.
Τέλος, θα πρέπει να εξετάσουμε πόσο εμβολιασμό πρέπει να παράσχουμε πέρα από μια τρίτη δόση. Με έναν ιό φθίνουσας σοβαρότητας και αυξανόμενα επίπεδα φυσικών αμυνών, δεν είναι διόλου σαφές εάν χρειαζόμαστε ένας ολόκληρος πληθυσμός να επαναεμβολιάζεται τακτικά μετά την τρίτη δόση, εάν οι μεταλλάξεις που κυκλοφορούν παραμένουν ήπιες. Μπορεί να είναι αρκετό να προσφέρουμε εμβόλια ειδικά για ορισμένες παραλλαγές του ιού σε άτομα άνω των 60 ετών και σε άλλες ευάλωτες ομάδες κάθε έξι ή 12 μήνες, με τον περαιτέρω εμβολιασμό να παραμένει προαιρετικός για όλους τους υπόλοιπους.
Ανέμελοι;
Προφανώς, τα μέτρα για τη δημόσια υγεία πρέπει να βρίσκονται υπό συνεχή αναθεώρηση. Πρέπει επίσης να συνεχίσουμε να παρακολουθούμε τα επίπεδα ανοσίας, να πραγματοποιούμε στοχευμένα τεστ και να προσαρμοζόμαστε αυστηρά και με ταχύτητα. Ενδημικός δεν σημαίνει ακίνδυνος. Η ελονοσία και η φυματίωση είναι επίσης ενδημικές ασθένειες σε ορισμένα μέρη του κόσμου – και υπήρξαν 627.000 θάνατοι από ελονοσία και 1,5 εκατομμύρια θάνατοι από φυματίωση το 2020. Ο Long Covid – μια σύνθετη ασθένεια όπου τα μολυσμένα άτομα υποφέρουν από εξουθενωτικά συμπτώματα για μήνες ή και περισσότερο – είναι ακόμη ένας λόγος για να μην γίνουμε υπερβολικά ανέμελοι.
Οι επιστήμονες έχουν επισημάνει ότι δεν υπάρχει τίποτε το οποίο να εμποδίζει μια πιο νοσηρή παραλλαγή SARS-CoV-2 να εμφανιστεί ξανά. Αυτός ο κίνδυνος, ωστόσο, δεν δικαιολογεί μεγάλες περιόδους δαπανηρών περιορισμών αυτή τη στιγμή. Τα επίπεδα εμβολιασμού και ανοσίας, καθώς και η πρόσβαση σε νοσοκομεία και θεραπείες – και όχι ο αριθμός των κρουσμάτων – θα πρέπει να καθορίζουν τα επίπεδα των περιορισμών.
Οι ενδημικοί ιοί απαιτούν διαφορετικές αντιδράσεις, όπως και οι ηπιότερες ασθένειες. Δεν πρόκειται για μια επιστροφή στο πλαστό δίλημμα μεταξύ ζωής και ευζωΐας που είδαμε σε προηγούμενα κύματα του Covid. O ιός έχει αλλάξει, όπως και οι άμυνές μας.
Αυτή τη στιγμή, ο ιός SARS-CoV-2 φαίνεται σαν ένας σκύλος ο οποίος περισσότερο γαβγίζει παρά δαγκώνει. Θα ήταν φρόνιμο να προσαρμοστούμε κι εμείς αναλόγως.