Αντιμέτωπη με αντιμονοπωλιακή καταγγελία από τις ρυθμιστικές αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η Amazon, κλιμακώνοντας έτει περισσότερο το κλίμα γύρω από την έρευνα σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο χειρίζεται δεδομένα από ανταγωνιστές πωλητές στην τεράστια διαδικτυακή πλατφόρμα λιανικής.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα ανακοινώσει τη λεγόμενη κοινοποίηση αιτιάσεων εντός της εβδομάδας με παραλήπτη την Amazon. Η Μάργκαρετ Βεστάγκερ, επικεφαλής ανταγωνισμού της ΕΕ θα ανακοινώσει την έναρξη της κατάθεσης σε συνέντευξη τύπου στις Βρυξέλλες.
Το έγγραφο της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα παρουσιάσει στοιχεία ότι η Amazon ανταλλάσσει ανταγωνιστές πωλητές – αυξάνοντας τον κίνδυνο ενδεχόμενου προστίμου έως και 10% των ετήσιων πωλήσεων και πιθανή εισήγηση για αλλαγή του επιχειρηματικού της μοντέλου.
Η απόφαση ελήφθη αφού η Επιτροπή, η οποία είναι ο εκτελεστικός βραχίονας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ξεκίνησε έρευνα στον διαδικτυακό λιανοπωλητή τον Ιούλιο του 2019 λόγω των ανησυχιών για συμπεριφορά κατά του ανταγωνισμού.
Σε μια δήλωση που δημοσιεύθηκε την Τρίτη, η Επιτροπή δήλωσε ότι ασχολήθηκε με την Amazon χρησιμοποιώντας τα επιχειρηματικά δεδομένα ανεξάρτητων πωλητών στην αγορά της για να ωφελήσει τη δική της επιχείρηση.
«Δεδομένα σχετικά με τη δραστηριότητα πωλητών τρίτων δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται προς όφελος της Amazon όταν ενεργεί ως ανταγωνιστής σε αυτούς τους πωλητές», ανέφερε στη δήλωση η Μάργκαρετ Βεστάγκερ
Η Amazon είπε ότι διαφωνούσε με τους ισχυρισμούς της Επιτροπής και «θα συνεχίσει να καταβάλλει κάθε προσπάθεια για να διασφαλίσει ότι έχει ακριβή κατανόηση των γεγονότων».
«Καμία εταιρεία δεν ενδιαφέρεται περισσότερο για τις μικρές επιχειρήσεις ή έχει κάνει περισσότερα για να τις υποστηρίξει τις τελευταίες δύο δεκαετίες από την Amazon», δήλωσε ο εκπρόσωπος του αμερικαν8ικού κολοσσού.
Η δεύτερη αντιμονοπωλιακή έρευνα της Επιτροπής θα αφορά πιθανή μεταχείριση της λιανικής επιχείρησης της Amazon έναντι των πωλητών στην αγορά που χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες logistics και παράδοσης.
Η εταιρεία θα έχει τώρα την ευκαιρία να εξετάσει τα συμπεράσματα της Επιτροπής και να απαντήσει γραπτώς ή μέσω προφορικής ακρόασης.
Στις αρχές του έτους, στην Google επιβλήθηκε πρόστιμο άνω των 9 δισ. δολαρίων μετά από σχεδόν μια δεκαετία ερευνών της ΕΕ, ενώ η Apple και η Facebook αντιμετωπίζουν επίσης αντίστοιχες κατηγορίες, με τις έρευνες να βρίσκονται – προς το παρόν – σε πρώιμο στάδιο.