Μόλις λίγες μέρες μας χωρίζουν από την κρίσιμη συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κατά την οποία οι Ευρωπαίοι κεντρικοί τραπεζίτες καλούνται να αποφασίσουν σχετικά με τη νέα δέσμη μέτρων για τη στήριξη της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Το Bloomberg προχώρησε στη διεξαγωγή έρευνας ανάμεσα σε κορυφαίους οικονομολόγους, οι προβλέψεις των οποίων συγκλίνουν στο εξής: η ΕΚΤ πρόκειται αξιοποιήσει δύο βασικά «εργαλεία» προκειμένου τα ευρωπαϊκά κράτη να ανταπεξέλθουν στις δημοσιονομικές προκλήσεις του 2021.
Οι ερωτηθέντες προβλέπουν ότι οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι θα προσθέσουν έξι μήνες και 500 δισ. ευρώ στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων έκτακτης ανάγκης ύψους 1,35 τρισ. ευρώ όταν συναντηθούν, μέσω τηλεδιάσκεψης στις 10 Δεκεμβρίου.
Το Διοικητικό Συμβούλιο αναμένεται επίσης να προσφέρει νέα μακροπρόθεσμα δάνεια στις τράπεζες και να παρατείνει την περίοδο κατά την οποία λαμβάνουν επιπλέον κίνητρα για τη διατήρηση της χρηματοδοτικής ροής σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά.
Με την άνοδο του αριθμού των κρουσμάτων να αναγκάζει τις κυβερνήσεις να επιβάλουν νέους περιορισμούς στην οικονομική δραστηριότητα, η ΕΚΤ δεσμεύεται για περισσότερη δράση.
Αξιωματούχοι, συμπεριλαμβανομένης της επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, έχουν επανειλημμένως τονίσει ως βασικά όπλα στη φαρέτρα τους το PEPP (πρόγραμμα αγοράς ομολόγων λόγω κορωνοϊού) και τα TLTROs, (στοχευμένα μακροπρόθεσμα δάνεια σε τράπεζες).
Αξίζει να σημειωθεί ότι κανένας από τους 33 οικονομολόγους που ερωτήθηκαν δεν προβλέπει μείωση των επιτοκίων την επόμενη εβδομάδα.
Ακόμη κι αν οι πρόσφατες θετικές ειδήσεις γύρω από τα εμβόλια στρώνουν το έδαφος για την ταχεία αντιμετώπιση της πανδημικής κρίσης, ο οικονομικός αντίκτυπος παραμένει ισχυρός για τα κράτη μέλη που πιθανότατα θα βρεθούν αντιμέτωπα με τεράστιο δημόσιο χρέος και υψηλά ποσοστά ανεργίας.
Ελλοχεύουν όμως και άλλοι κίνδυνοι, όπως η έκβαση της μάχης που δίνει η Ευρωπαϊκή Ένωση για να καταλήξει σε συμφωνία γύρω από το Ταμείο Ανάκαμψης ύψους 1,8 τρισ. ευρώ, αλλά και η πολύπαθη συμφωνία με το Ηνωμένο Βασίλειο για το Brexit.
«Το τέλος της υγειονομικής κρίσης το οποίο φαίνεται πλέον ορατό μέσα στο 2021, δεν σημαίνει και το τέλος της οικονομικής κρίσης», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Φιλίπ Γκουντίν, επικεφαλής οικονομολόγος της Barclays και στμπλήρωσε «η ΕΚΤ είναι πιθανό να γνωστοποιήσει την προθυμία της να διασφαλίσει ότι η πορεία προς την πλήρη ανάκαμψη θα εξακολουθήσει να εδράζεται σε μέσα στήριξης της ρευστότητας και βελτίωσης των χρηματοπιστωτικών συνθηκών».
Εκτός από την περαιτέρω αγορά ομολόγων – το εύρος των οποίων εκτιμάται από 250 δισ. ευρώ έως 650 δισ. ευρώ – οι οικονομολόγοι αναμένουν ότι η ΕΚΤ θα προσφέρει στις τράπεζες ακόμη πιο γενναιόδωρη πρόσβαση στα μακροπρόθεσμα δάνεια της.
Οι κατ’ εξαίρεση όροι που παρέχουν στις τράπεζες κίνητρα για την πιστωτική επέκταση με αποδέκτη την πραγματική οικονομία φαίνεται να παρατείνονται κατά έξι μήνες έως το τέλος του 2021.
Επιπροσθέτως, οι περισσότεροι από τους ερωτηθέντες προβλέπουν έναν ακόμη γύρο μακροπρόθεσμων δανείων που θα προσφέρονται σε τριμηνιαία βάση με ακόμη ευνοϊκότερους όρους. Η παράταση της διάρκειας – επί του παρόντος για τρία χρόνια – είναι η πιο πιθανή επιλογή.
Ιδιαίτερα κρίσιμη για την απόφαση της ΕΚΤ θα είναι και τα στοιχεία των αναθεωρημένων προβλέψεων που θα συμπεριλαμβάνουν και τον βραχυπρόθεσμο οικονομικό αντίκτυπο του δεύτερου κύματος της πανδημίας, καθώς και την πορεία ανάκαμψης μέσα στα επόμενα τρία χρόνια.
Οι οικονομολόγοι προβλέπουν ότι η ύφεση του τρέχοντος έτους θα μικρότερη από την αρχική πρόβλεψη λόγω της ισχυρής ανάκαμψης του τρίτου τριμήνου, με αποτέλεσμα την ασθενέστερη ανάπτυξη το επόμενο έτος.
Ο πληθωρισμός φαίνεται να ανεβαίνει στο 1,5% κατά μέσο όρο το 2023, πολύ χαμηλότερος από τον στόχο της ΕΚΤ «κάτω, αλλά κοντά στο, 2%».