Πέντε στρατιωτικοί και τριάντα «τρομοκράτες» σκοτώθηκαν χθες Σάββατο σε βόρειο τομέα της Μπουρκίνα Φάσο, σε νέα επίθεση φερόμενων ως τζιχαντιστών εναντίον στρατιωτικού αποσπάσματος, ανακοίνωσε το γενικό επιτελείο εθνικής άμυνας του αφρικανικού κράτους.
Βάση του στρατού στην Μπουρζανγκά, κοινότητα στην επαρχία Μπαμ, υπέστη επίθεση το πρωί του Σαββάτου από «μεγάλο αριθμό» τρομοκρατών εφοδιασμένων με «βαρύ» οπλισμό, αναφέρει δελτίο Τύπου του επιτελείου.
«Πέντε στρατιωτικοί» σκοτώθηκαν και «άλλοι δέκα τραυματίστηκαν κατά τη διάρκεια των μαχών», διευκρινίζει.
«Ο προσωρινός απολογισμός» κάνει λόγο για «τουλάχιστον τριάντα νεκρούς τρομοκράτες», πρόσθεσε το επιτελείο, σύμφωνα με το οποίο οι φερόμενοι ως τζιχαντιστές «αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν μπροστά στην ισχύ πυρός των στοιχείων του αποσπάσματος και την επέμβαση της Αεροπορίας».
Πάντα σύμφωνα με το επιτελείο, «στην άτακτη φυγή τους, αρκετοί τρομοκράτες, ορισμένοι τραυματίες, αναμίχθηκαν με άμαχους για να προσπαθήσουν να ξεφύγουν από την καταδίωξη» του στρατού. «Οι επιχειρήσεις σάρωσης» συνεχίζονται στην περιοχή, κατά την ίδια πηγή.
Μετά τη φυγή των φερόμενων ως τζιχαντιστών, «οπλισμός (ατομικός και ομαδικός), πυρομαχικά, μοτοσικλέτες (περίπου τριάντα) και μέσα επικοινωνίας κατασχέθηκαν», όπως και «θωρακισμένο όχημα και ανοικτά ημιφορτηγά με προσαρμοσμένα όπλα που χρησιμοποιήθηκαν από τους τρομοκράτες στην επίθεση εναντίον της βάσης».
Αποτίνοντας φόρο τιμής στους πεσόντες, ο επικεφαλής του γενικού επιτελείου, ο συνταγματάρχης Νταβίντ Καμπρέ, εξήρε την «ηρωική» αντίσταση που πρόβαλαν οι στρατιώτες και κάλεσε «όλες τις μονάδες που εμπλέκονται να συνεχίσουν να κινητοποιούνται για τον κοινό μας σκοπό, που είναι η ανάκτηση της ακεραιότητας της επικράτειάς μας».
Την Πέμπτη, ένδεκα στρατιωτικοί σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια επίθεσης εναντίον αποσπάσματος του στρατού στο ανατολικό τμήμα της Μπουρκίνα Φάσο.
Και πριν από μία εβδομάδα κάπου σαράντα άνθρωποι, βοηθητικοί του στρατού και άμαχοι, σκοτώθηκαν σε τρεις επιθέσεις που αποδόθηκαν σε τζιχαντιστές.
Η Μπουρκίνα Φάσο –ειδικά ο βόρειος και ο ανατολικός τομέας της– μετατράπηκε από το 2015 στο θέατρο συχνών επιθέσεων τζιχαντιστών που ορκίζονται πίστη στην Αλ Κάιντα και στο Ισλαμικό Κράτος, όπως και γειτονικές της χώρας (Μαλί, Νίγηρας). Επισήμως, οι αρχές κάνουν λόγο για πάνω από 2.000 νεκρούς και 1,8 εκατ. εσωτερικά εκτοπισμένους.
Ο νέος αρχηγός του κράτους, ο αντισυνταγματάρχης Πολ-Ανρί Σανταογκό Νταμιμπά, που ανέτρεψε στα τέλη Ιανουαρίου τον εκλεγμένο πρόεδρο Ροκ Μαρκ Κριστιάν Καμπορέ, επικρινόμενο για αναποτελεσματικότητασ στην αντιμετώπιση των τζιχαντιστών, χαρακτηρίζει «προτεραιότητά» του το ζήτημα της ασφάλειας.
Όμως η χώρα 21 εκατομμυρίων κατοίκων, από τις φτωχότερες στον κόσμο παρά τα κοιτάσματα χρυσού που διαθέτει, βιώνει –έπειτα από περίοδο σχετικής ηρεμίας– αναζωπύρωση των τζιχαντιστικών ενεργειών, με κάπου 200 νεκρούς, άμαχους και στρατιωτικούς.
Στις αρχές Απριλίου, το στρατιωτικό καθεστώς ανακοίνωνε τη δημιουργία τοπικών επιτροπών «διαλόγου» με τους τζιχαντιστές, στο πλαίσιο της προσπάθειας να καμφθεί η βία.