Η έκθεση στο βιομηχανικό διαλύτη τριχλωροαιθυλένιο (TCE) και σε άλλες πτητικές οργανικές ενώσεις στο πόσιμο νερό αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου του Πάρκινσον, σύμφωνα με μελέτη που πραγματοποιήθηκε σε 300.000 βετεράνους του αμερικανικού στρατού.
Η έρευνα, που δημοσιεύθηκε αυτή την εβδομάδα στο περιοδικό «JAMA Neurology», κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο κίνδυνος εμφάνισης της νόσου Πάρκινσον ήταν δραματικά υψηλότερος στους βετεράνους που υπηρέτησαν στη βάση Camp Lejeune σε σχέση με άλλους που υπηρέτησαν σε μια άλλη βάση στην Καλιφόρνια. Συγκεκριμένα, οι στρατιώτες που υπηρέτησαν στη βάση Camp Lejeune του Σώματος Πεζοναυτών στη Βόρεια Καρολίνα από το 1975 έως το 1985 είχαν 70% υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης της νόσου του Πάρκινσον. Ακόμα και οι βετεράνοι που δεν είχαν διαγνωστεί με Πάρκινσον εξακολουθούσαν να έχουν σημαντικά υψηλότερο κίνδυνο για πρώιμα σημάδια και συμπτώματα της νόσου, ανέφεραν οι ερευνητές στη μελέτη.
Το τριχλωροαιθυλένιο είναι ένα άχρωμο χημικό καθαρισμού το οποίο χρησιμοποιούταν για δεκαετίες στην παραγωγή καφέ χωρίς καφεΐνη και σε στεγνοκαθαριστήρια, μεταξύ άλλων, και έχει συνδεθεί με καρκίνο, καρδιοπάθεια, αυτοάνοσα νοσήματα και Πάρκινσον σε παλαιότερες έρευνες.
«Πρόκειται για τη μεγαλύτερη επιδημιολογική μελέτη σε ανθρώπους που ενοχοποιεί το τριχλωροαιθυλένιο για την αύξηση των περιστατικών της νόσου του Πάρκινσον», δήλωσε ο Σάμιουελ Γκόλντμαν του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Σαν Φρανσίσκο και του Ιατρικού Κέντρου Βετεράνων του Σαν Φρανσίσκο. «Επιβεβαιώνει αυτό που υποπτευόμασταν – ότι δηλαδή η έκθεση στο TCE αποτελεί παράγοντα κινδύνου για τη νόσο του Πάρκινσον».
Η Υπηρεσία Καταγραφής Τοξικών Ουσιών και Ασθενειών των ΗΠΑ σημειώνει ότι η χημική ουσία ανακαλύφθηκε για πρώτη φορά στο πόσιμο νερό της βάσης Camp Lejeune το 1982. Στο νερό της βάσης ανιχνεύθηκαν και άλλα επιβλαβή χημικά, όπως PCE, βενζόλιο, trans-1,2-DCE (t-1,2-διχλωροαιθυλένιο) και χλωριούχο βινύλιο. Η αμερικανική υπηρεσία ανέφερε ότι οι ρύποι κατέληξαν στο σύστημα πόσιμου νερού μέσω «διαρροών σε υπόγειες δεξαμενές αποθήκευσης, σε βιομηχανικές περιοχές και σε χώρους διάθεσης αποβλήτων», αναφέρουν οι συγγραφείς της μελέτης.
ΠΗΓΗ: Science Alert