Στο χαμηλότερο σημείο της ημέρας έκλεισε το Χρηματιστήριο Αθηνών, καθώς στο τελευταίο 60λεπτο της συνεδρίασης οι πωλητές ανέβασαν αισθητά ρυθμούς και οδήγησαν την ελληνική αγορά κοντά στα στηρίγματα των 1.400 μονάδων.
Οι ρευστοποιήσεις, οι οποίες έβαλαν «φρένο» στο τετραήμερο ανοδικό σερί, προκλήθηκαν κατά κύριο λόγο από την αρνητική έκπληξη του Moody’s, καθώς ο αμερικανικός οίκος αποφάσισε να μην προχωρήσει σε αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας, αναβάλλοντας για τον Σεπτέμβριο την πολυπόθητη απόφαση για επιστροφή στο investment grade.
Εύλογα, επομένως, το σημερινό κλίμα αποδείχθηκε αρνητικό, καθώς αρκετοί επενδυτές είχαν σπεύσει να προεξοφλήσουν την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, με αποτέλεσμα να ανακρούσουν πρύμναν και να επιδοθούν σε εκτεταμένες πωλήσεις.
Από την άλλη πλευρά, βέβαια, το μακροπρόθεσμα ευοίωνο περιβάλλον δεν φαίνεται (προς το παρόν) να απειλείται, καθώς τα κυοφορούμενα deals, η υπεραπόδοση της οικονομίας, τα γενναιόδωρα μερίσματα και τα ανθεκτικά εταιρικά μεγέθη συνεχίζουν να προσφέρουν στηρίγματα.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, κατά τη σημερινή συνεδρίαση, ο Γενικός Δείκτης σημείωσε σημαντική πτώση κατά 1,31% και διαμορφώθηκε στις 1.403,47 μονάδες, χάνοντας 18,5 μονάδες σε σχέση με το κλείσιμο της Παρασκευής (1.422,03 μονάδες).
Το τόξο των ημερήσιων διακυμάνσεων καθορίστηκε σε 14 μονάδες (από 1.403,47 έως 1.417,28 μονάδες), με τον τζίρο των συναλλαγών να κυμαίνεται στα 180 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 47,5 εκατ. ευρώ αφορούσαν προσυμφωνημένα πακέτα.
Στο ταμπλό, τώρα, η Τρ. Πειραιώς τέθηκε στο επίκεντρο των πιέσεων, με αποτέλεσμα να απολέσει τουλάχιστον 3,5%. Υπό πίεση βρέθηκαν και οι ΟΠΑΠ – Mytilineos – OTE, με τη μετοχή της Jumbo να κατρακυλά κατά σχεδόν 4% εξαιτίας της αποκοπής του δικαιώματος στο έκτακτο μέρισμα του 0,60 ευρώ/μετοχή.
Ψυχρολουσία από τον Moody’s
Σε αρνητικό έδαφος κινήθηκε στην πρώτη συνεδρίαση της εβδομάδας το Χρηματιστήριο Αθηνών, καθώς η μη αναβάθμιση από τον Moody’s, αναμφισβήτητα, προκαλεί απογοήτευση στους επενδυτές, οι οποίοι περίμεναν την επιστροφή της χώρας στην επενδυτική βαθμίδα.
Μ’ αυτόν τον τρόπο, ο Moody’s παραμένει ο μοναδικός οίκος αξιολόγησης, ο οποίος διατηρεί τη χώρα στην κατηγορία… σκουπίδια (Βa1 με σταθερό outlook). Σ’ αντίθεση με τους DBRS – Standard & Poor’s – Fitch, οι οποίοι από το φθινόπωρο έχουν επαναφέρει την Ελλάδα στο investment grade.
Η μη δράση εκ μέρους του Moody’s είναι φυσιολογικό να πυροδοτεί ένα κύμα ρευστοποιήσεων στην αγορά, δεδομένου ότι ο αμερικανικός οίκος θεωρείται ο πλέον σημαντικός και αυστηρός, με αποτέλεσμα αρκετά funds να περιμένουν το δικό του σήμα, προκειμένου να «ρίξουν» χρήματα στην Ελλάδα.
Πλέον, όμως, θα πρέπει να περιμένουν έως τον Σεπτέμβριο του 2024, καθώς τότε είναι προγραμματισμένο το επόμενο report για την ελληνική οικονομία. Πάντως, ανεξαρτήτως όλων αυτών, η «μεγάλη εικόνα» παραμένει ευοίωνη για την εγχώρια κεφαλαιαγορά, με το θετικό story να διατηρείται σε ισχύ.
Οι περισσότερες εισηγμένες ανακοινώνουν ισχυρά οικονομικά μεγέθη, οι διοικήσεις ανεβάζουν τον πήχη για τα φετινά μερίσματα (πιθανώς θα αγγίξουν τα 4 δισ. ευρώ για το 2024), ενώ η οικονομία συνεχίζει να υπεραποδίδει έναντι της Ευρωζώνης.
Την ίδια στιγμή, ο στόχος της υπαγωγής του Χρηματιστηρίου στην περιβόητη «watchlist» του MSCI, κάτι το οποίο θα οδηγήσει στην επαναφορά στις ώριμες αγορές μέσα στο 2025, παραμένει «ζωντανός». Κι αυτό, εφόσον πράγματι συντελεστεί, θα αλλάξει άρδην το status quo της ελληνικής αγοράς.
Στο εξωτερικό, η προσοχή των επενδυτών στρέφεται στη διήμερη συνεδρίαση της Federal Reserve, δηλαδή της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αναλυτών, ο ανθεκτικός πληθωρισμός θα αναγκάσει τους Αμερικανούς τραπεζίτες να διατηρήσουν τα υψηλά επιτόκια (5,25% – 5,50%) για ακόμη μία φορά.
Αυτό σημαίνει ότι η πολυπόθητη μείωση των επιτοκίων θα λάβει ακόμη μία… αναβολή, με τα στοιχήματα να μεταθέτουν την έναρξη της σταδιακής χαλάρωσης της σφιχτής νομισματικής πολιτικής για το καλοκαίρι -και συγκεκριμένα για τη συνάντηση του Ιουνίου. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται και για τη Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, ο πανευρωπαϊκός Stoxx 600 είναι σχεδόν αμετάβλητος στις 503 μονάδες, καθώς οι διακυμάνσεις στον γερμανικό DAX, στον βρετανικό FTSE 100, στον γαλλικό CAC 40 και στον ιταλικό FTSE MIB δεν ξεπερνούν το +/- 0,5%. Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ο Dow Jones ενισχύεται κατά 150 μονάδες, ενώ ο Nasdaq χάνει περίπου 0,50%.
(Τα παραπάνω αποτελούν προϊόν δημοσιογραφικής έρευνας και δεν συνιστούν προτροπή για αγορά, πώληση ή διακράτηση οποιασδήποτε μετοχής)
Γεράσιμος Χιόνης
Πηγή naftemporiki.gr