Οι ευρωεκλογές προκάλεσαν την αναμενόμενη στροφή προς τα δεξιά, αλλά η πιο σημαντική εξέλιξη μπορεί να είναι η σοβαρή αποδυνάμωση των Γάλλων και Γερμανών ηγετών στο Συμβούλιο, όπως σημειώνει σε ανάλυση της η Citigroup. Το θετικό είναι ότι θα μπορούσε να υπάρξει “άνοιγμα” για τον Μάριο Ντράγκι ως πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και διαμορφωτή της ατζέντας, όπως εκτιμά.
Από την πλευρά της η Deutsche Bank επισημαίνει ότι οι φόβοι για ένα λαϊκιστικό σοκ φαίνεται να ήταν πρόωροι, αλλά μπορεί να χρησιμεύσουν ως βαρόμετρο για το πού κατευθύνεται η εθνική πολιτική. Πιθανή αλλά όχι σίγουρη η δεύτερη θητεία της φον ντε Λάιεν, τονίζει.
Οι τρεις βασικές συνέπειες
Ενώ το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών δεν προκαλεί σεισμικές αλλαγές στο ίδιο το Κοινοβούλιο, όπου ο “συνασπισμός” των τριών κύριων κομμάτων (συντηρητικοί, φιλελεύθεροι και σοσιαλιστές) διατηρεί ουσιαστική πλειοψηφία, η Citi εξακολουθεί να βλέπει σημαντικές συνέπειες στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, με κύριες τις εξής τρεις:
Πρώτον, η ενίσχυση της θέσης των συντηρητικών, η οποία ήδη αντικατοπτρίζεται στη σύνθεση του Συμβουλίου, δεν προοιωνίζεται περαιτέρω συγκεντρωτισμό των πρωτοβουλιών πολιτικής σε ομοσπονδιακό επίπεδο, καθώς τα δεξιά κόμματα είναι γενικά πιο επιφυλακτικά ως προς τη μεταφορά εξουσιών σε αυτό το επίπεδο. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την πιθανότητα οι πρόσφατες δημοσιονομικές πρωτοβουλίες (π.χ. NGEU) να μεταφραστούν σε πιο μόνιμα δημοσιονομικά μέσα, που χρησιμοποιούνται τόσο για τη σταθεροποίηση όσο και για τις βιομηχανικές πολιτικές. Το μεγαλύτερο πρόβλημα του ΕΛΚ είναι ότι παρόλο που διοικεί 14 από τα 27 κράτη μέλη, μόνο η Πολωνία εκ των Big-5 έχει ηγέτη από το ΕΛΚ. Ωστόσο, αυτό πρόκειται να αλλάξει με τις γερμανικές εκλογές του επόμενου έτους, δίνοντας δυνητικά σημαντική επιρροή στον επόμενο Γερμανό καγκελάριο. Μια βασική εξέλιξη που πρέπει να προσέξουμε τις επόμενες εβδομάδες θα είναι αν η πρωθυπουργός της Ιταλίας συνεργαστεί στενότερα με το ΕΛΚ ή θα προσεγγίσει την ακροδεξιά.
Δεύτερον, η σημαντική πρόοδος των ακροδεξιών κομμάτων μπορεί να μη δώσει σε αυτά τα κόμματα ουσιαστική δύναμη στο ίδιο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (ειδικά επειδή αυτά τα κόμματα είναι σχετικά ετερογενή και απίθανο να σχηματίσουν μια συνεκτική ομάδα), αλλά πιθανότατα θα αντικατοπτρίζεται στις εθνικές θέσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Συμβούλιο. Αυτός είναι ένας συνδυασμός είτε (1) εθνικιστικών κομμάτων που γίνονται μέρος των κυβερνώντων συνασπισμών και/ή (2) συντηρητικών και άλλων κομμάτων που κινούνται προς πιο εθνικιστικές/μη συνεργατικές πολιτικές, για να περιοριστεί η (περαιτέρω) διάβρωση της υποστήριξης προς όφελος των ακροδεξιών. Και στις δύο περιπτώσεις, καθιστά πιο δύσκολη τη συμφωνία για συνεκτικές πολιτικές σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Τρίτον, η διάβρωση του πολιτικού κεφαλαίου που έχουν ειδικά στην εγχώρια αγορά ο Όλαφ Σολτς στη Γερμανία και ο Εμανουέλ Μακρόν στη Γαλλία έχει σημασία επειδή μια σταθερή γαλλογερμανική συμμαχία παραμένει η απαραίτητη προϋπόθεση για να υλοποιηθεί οποιαδήποτε ευρωπαϊκή πρωτοβουλία, τονίζει η Citi.
Ένα πρώτο τεστ συνοχής για τους Ευρωπαίους ηγέτες είναι ο διορισμός των Προέδρων της Κομισιόν και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (και η ταυτόχρονη εκλογή του προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου από τους ευρωβουλευτές). Αυτοί οι διορισμοί έχουν προγραμματιστεί να πραγματοποιηθούν στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 27/28 Ιουνίου και θα υποβληθούν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για επιβεβαίωση στα μέσα Ιουλίου. Πριν από πέντε χρόνια, οι ίδιοι διορισμοί οδήγησαν σε ένα πολιτικό αδιέξοδο που λύθηκε μόνο μετά από κοινή πρωτοβουλία Γερμανίας και Γαλλίας. Η εκλογή ηγετών αυτή τη φορά μπορεί να παρέχει μια πρώτη ένδειξη για το πόσο συνεκτικό παραμένει το Συμβούλιο μετά τις εκλογές.
Η Citi δεν βλέπει την εκλογή του προέδρου της Κομισιόν ως αμφιλεγόμενη. Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν αναμένεται να επανέλθει στη θέση της χωρίς πολλές αντιδράσεις. Ωστόσο, μια από τις εμβληματικές πολιτικές της, η Πράσινη Συμφωνία, δεν έχει λάβει την έγκριση από τους ψηφοφόρους. Η φον ντερ Λάιεν θα μπορούσε να αλλάξει την εστίαση σε πιο παραδοσιακές συντηρητικές πολιτικές, όπως η μείωση του κόστους διαβίωσης και η βελτίωση του ανταγωνιστικού περιβάλλοντος για τις επιχειρήσεις. Η αμερικάνικη τράπεζα συνεχίζει πάντως να βλέπει κάποιο “άνοιγμα” για περισσότερη αμυντική συνεργασία (αν και παραμένει δύσπιστη σχετικά με την κοινή χρηματοδότηση) και την ένωση κεφαλαιαγορών.
Η εκλογή του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου μπορεί να αποδειχθεί πιο ευαίσθητη και με πολύ περισσότερες συνέπειες ωστόσο, όπως τονίζει η Citi. Παραδοσιακά, οι τρεις θέσεις των αρχηγών της Επιτροπής, του Συμβουλίου και του Κοινοβουλίου μοιράζονται μεταξύ των τριών βασικών πολιτικών δυνάμεων (ΕΛΚ, Renew, S&D). Αυτή τη φορά, ωστόσο, με τα δεξιά εθνικιστικά κόμματα να εκπροσωπούνται πιο έντονα τόσο στο Κοινοβούλιο όσο και στο Συμβούλιο, είναι πιθανό να εμφανιστεί περισσότερη αντιπολίτευση για αυτήν την παραδοσιακή κατανομή ρόλων.
Παραδόξως, σημειώνει η Citi, η ίδια βλέπει ένα θετικό σε αυτή την εξέλιξη για την Ευρώπη: είναι πράγματι πιθανό αυτό να οδηγήσει σε μια αυξανόμενη συναίνεση υπέρ του διορισμού του Μάριο Ντράγκι ως Προέδρου του Συμβουλίου, καθώς θα πρέπει να έχει την υποστήριξη και των κεντρώων σε αυτό το Συμβούλιο (Μακρόν) και των εθνικιστών επίσης στο Συμβούλιο (Μελόνι).
Εάν συμβεί αυτό, θα είναι θετικό, επειδή η ικανότητα του Προέδρου του Συμβουλίου να καθορίσει την ατζέντα της ευρωπαϊκής συζήτησης, σε συνδυασμό με την αποδεδειγμένη ικανότητα του Μάριο Ντράγκι να συγκεντρώνει ευρεία υποστήριξη υπέρ ρεαλιστικών αλλά τολμηρών πρωτοβουλιών (συμπεριλαμβανομένης της τραπεζικής ένωσης το 2012) θα βοηθήσει ακόμη και ένα διχασμένο Συμβούλιο να εξακολουθήσει να εφαρμόζει συνεπείς πολιτικές, όπως εξηγεί η Citi.
Deutsche Bank: Πιο πολύπλοκη λήψη αποφάσεων σε ένα κατακερματισμένο κοινοβούλιο
Η στροφή προς τα δεξιά στο Ευρωκοινοβούλιο είναι πιθανό να έχει κάποιο αντίκτυπο στην πολιτική συζήτηση, επισημαίνει η Deutsche Bank. Θα μπορούσε να επηρεάσει τη μορφή της νέας νομοθεσίας σε τομείς πολιτικής όπως η μετανάστευση και η Πράσινη Συμφωνία. Ωστόσο, αυτό θα συμβεί μόνο εάν η κεντρώα πλειοψηφία διαιρεθεί και υπάρξουν αποκλίσεις σε βασικές ψηφοφορίες. Όσο η κεντρώα πλειοψηφία λειτουργεί ως ενιαίο μπλοκ και οι δεξιές ομάδες παραμένουν ένα μη συνεκτικό μπλοκ, ο αντίκτυπος στην πορεία της πολιτικής θα παραμείνει περιορισμένος, επισημαίνει η γερμανική τράπεζα. Οι φόβοι για ένα λαϊκιστικό σοκ φαίνεται να ήταν πρόωροι, αλλά μπορεί να χρησιμεύσουν ως βαρόμετρο για το πού κατευθύνεται η εθνική πολιτική.
Καθώς η συντριπτική πλειονότητα των νόμων της ΕΕ εγκρίνονται από κοινού από το Ευρωκοινοβούλιο (ΕΚ) και το Συμβούλιο, ένα πιο κατακερματισμένο ΕΚ θα μπορούσε να καταστήσει τη θέσπιση νέας νομοθεσίας πιο δυσκίνητη, κατά την άποψη της D.B. Ενώ ζητείται η γνώμη του EK σε τομείς πολιτικής όπως οι εξαιρέσεις για την εσωτερική αγορά και το δίκαιο ανταγωνισμού, η συναπόφαση (π.χ. ενέργεια, οικονομική διακυβέρνηση) και οι εξουσίες συναίνεσης καλύπτουν τους περισσότερους τομείς δράσης της Ένωσης. Το ΕΚ μπορεί επίσης να ασκήσει βέτο στον προϋπολογισμό της ΕΕ ως σύνολο, αλλά δεν έχει χρησιμοποιήσει αυτή την εξουσία από το 1984.
Παραδοσιακά, ο πρόεδρος της Κομισιόν προέρχεται από τη μεγαλύτερη ομάδα του ΕΚ, που είναι και πάλι το συντηρητικό ΕΛΚ. Ως εκ τούτου, η επικεφαλής υποψήφια του ΕΛΚ, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, έχει καλές πιθανότητες να εξασφαλίσει τον εκ νέου διορισμό της στη συνάντηση των αρχηγών κρατών της ΕΕ στις 27-28 Ιουνίου. Η δεσπόζουσα θέση του ΕΛΚ στο Συμβούλιο (11 από τους 27 αρχηγούς κρατών του ΕΛΚ) και η σταθερή απόδοση των Συντηρητικών στις εκλογές το υποστηρίζουν αυτό. Ωστόσο, οι διαπραγματεύσεις του Συμβουλίου για τις κορυφαίες θέσεις στην ΕΕ δεν είναι απολύτως προβλέψιμες και μια υποψηφιότητα έκπληξη –αν και φαίνεται απίθανο– δεν μπορεί να αποκλειστεί εντελώς (η ίδια η φον ντερ Λάιεν ήταν υποψήφια-έκπληξη το 2019).
Η ψηφοφορία επιβεβαίωσή της στο κοινοβούλιο στις 18 Ιουλίου εξακολουθεί να φαίνεται δύσκολη πάντως, τονίζει η D.B. Η φον ντερ Λάιεν –σε περίπτωση που οριστεί από το Συμβούλιο– πρέπει να επιβεβαιωθεί από το ΕΚ με τουλάχιστον 361 ψήφους. Λόγω των απωλειών των Πρασίνων και των Φιλελευθέρων, η κεντρώα πλειοψηφία στο ΕΚ έχει συρρικνωθεί σε 456 έδρες (404 έδρες χωρίς τους Πράσινους). Αυτό σημαίνει ότι η φον ντερ Λάιεν δεν μπορεί να υποστηρίξει περισσότερο από 21% αποσχίσεις στην περίπτωση ενός ευρέος κεντρώου συνασπισμού (ή περισσότερο από 11% στην περίπτωση ενός στενού κεντρώου συνασπισμού χωρίς τους Πράσινους). Αυτά δεν είναι άνετα “μαξιλάρια” και θα απαιτηθούν πιθανώς κάποιες τακτικές (π.χ. προγραμματικές παραχωρήσεις, τακτικές συμμαχίες) για να εξασφαλίσει η ίδια (ή οποιοσδήποτε άλλος υποψήφιος) την πλειοψηφία στο νέο ΕΚ στην ψηφοφορία επιβεβαίωσης στις 18 Ιουλίου.
Εάν η φον ντερ Λάιεν ή ο εναλλακτικός υποψήφιος δεν πετύχουν απόλυτη πλειοψηφία στο ΕΚ, το Συμβούλιο θα πρέπει να προτείνει άλλον υποψήφιο εντός ενός μηνός. Αυτός θα μπορούσε να είναι ένας άλλος υποψήφιος του ΕΛΚ (π.χ. ο πρόεδρος της Ρουμανίας Κλάους Γιοχάνις, ο Πρωθυπουργός της Κροατίας Πλένκοβιτς, ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έχουν αναφερθεί στον Τύπο). Ο υποψήφιος πρέπει στη συνέχεια να επιβεβαιωθεί από το ΕΚ. Πάντως, όπως επισημαίνει η γερμανική τράπεζα, δεν υπάρχει ιστορικό προηγούμενο για ένα τέτοιο σενάριο παρατεταμένης αβεβαιότητας στην ηγεσία της ΕΕ.
Ελευθερία Κούρταλη
Πηγή capital.gr