Για πρώτη φορά, τα εγκλήματα πολέμου που έχει διαπράξει η Ρωσία κατά την εισβολή της στην Ουκρανία, τεκμηριώνονται με τη χρήση της τεχνολογίας blockchain. Όπως αναφέρει το CNN σε αποκλειστικό ρεπορτάζ του, φωτογραφίες που έχουν αναρτηθεί σε πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, οι οποίες δείχνουν τα συντρίμμια βομβαρδισμένων σχολείων, θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως αποδεικτικά στοιχεία στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ΔΠΔ), καθώς το διεθνές δίκαιο απαγορεύει τις σκόπιμες επιθέσεις σε εκπαιδευτικές εγκαταστάσεις.
Το ερευνητικό κέντρο Starling Lab που συνεργάζεται με το Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ και το Ίδρυμα Shoah των ΗΠΑ, μαζί με μια ομάδα εμπειρογνωμόνων για τα ανθρώπινα δικαιώματα και εξειδικευμένων δικηγόρων, κατέθεσε στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο τα αποδεικτικά στοιχεία πέντε επιθέσεων του ρωσικού στρατού σε σχολεία. Το ΔΠΔ έχει ήδη ξεκινήσει έρευνα για τις καταγγελίες περί εγκλημάτων πολέμου στην Ουκρανία κατά τους μήνες που ακολούθησαν την εισβολή της Ρωσίας στα τέλη Φεβρουαρίου.
Ο φάκελος αυτός δεν θα είναι ένα τυπικό τεκμήριο. Θα περιλαμβάνει δημόσια διαθέσιμες διαδικτυακές πληροφορίες που έχουν διατηρηθεί και επιβεβαιωθεί χρησιμοποιώντας την τεχνολογία blockchain και θα είναι η πρώτη φορά που θα υποβληθούν τέτοιου είδους αποδεικτικά στοιχεία σε δικαστήριο.
«Πιστεύουμε ότι η χρήση αυτής της τεχνολογίας είναι η κατάλληλη και η πιο ισχυρή σε αυτή την περίπτωση», δήλωσε στο CNN ο Τζόναθαν Ντόταν, ιδρυτικός διευθυντής του Starling.
Ο στόχος, είπε ο Ντόταν, είναι να οικοδομηθούν πρόσθετα «επίπεδα εμπιστοσύνης». Η τεχνολογία blockchain είναι ένα μητρώο στο οποίο αποθηκεύονται και επαληθεύονται πληροφορίες και δεδομένα τα οποία συνδέονται μεταξύ τους χρησιμοποιώντας κρυπτογραφικές αρχές. Έτσι, η ομάδα του Starling είναι σε θέση να αποδείξει ότι οι πληροφορίες δεν έχουν χειραγωγηθεί και να διασφαλίσει ότι δεν θα εξαφανιστούν αν, για παράδειγμα, ένα tweet διαγραφεί ή αν κλείσει μια βάση δεδομένων cloud.
Η εισβολή στην Ουκρανία παρήγαγε τεράστια σύνολα πολύτιμων διαδικτυακών πληροφοριών που θα μπορούσαν να ενδιαφέρουν τους εισαγγελείς. Αυτό αποτελεί ευκαιρία και πρόκληση, δεδομένης της έλλειψης πρωτοκόλλων για τη διατήρηση ψηφιακών αποδεικτικών στοιχείων. Η Μόσχα έχει αρνηθεί ότι στοχεύει αμάχους, αλλά μια έρευνα του CNN διαπίστωσε ότι 13 από τις 16 τοποθεσίες στο Χάρκοβο που επιβεβαιώθηκε ότι χτυπήθηκαν από ρωσικούς πυραύλους την πρώτη εβδομάδα του Μαρτίου, ήταν σχολεία, σπίτια και καταστήματα.
«Αυτή είναι η πρώτη σύγκρουση στην οποία τόσα πολλά από αυτά τα αποδεικτικά στοιχεία που αναρτώνται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, φαίνεται ότι πρόκειται να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο», δήλωσε ο Άντριου Κλάπαμ, καθηγητής διεθνούς δικαίου στο Geneva Graduate Institute και ειδικός στο δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η παραπληροφόρηση καθιστά επίσης δυσκολότερο να ξεχωρίσουν τι είναι αληθινό στο διαδίκτυο και τι όχι. Σε αυτό το σημείο μπορεί να βοηθήσει η κρυπτογράφηση, σύμφωνα με τον Ντόταν.
Τεκμηρίωση εγκλημάτων πολέμου
Στο παρελθόν, η ομάδα του Ντόταν έχει χρησιμοποιήσει την τεχνολογία blockchain για να διατηρήσει μαρτυρίες για το Ολοκαύτωμα και να τεκμηριώσει στοιχεία για εγκλήματα πολέμου στη βορειοδυτική Συρία.
Τον περασμένο Μάρτιο, οι ερευνητές, σε συνεργασία με το εργαστήριο ψηφιακής εγκληματολογικής έρευνας του Atlantic Council και την Hala Systems- η οποία αναπτύσσει τεχνολογία για την προστασία των πολιτών- επικεντρώθηκαν στις επιθέσεις στο Χάρκοβο και εξέτασαν τις σκόπιμες, όπως φαίνεται, επιθέσεις σε σχολεία. Συγκεκριμένα, η έκθεση περιγράφει λεπτομερώς πέντε επιθέσεις σε εκπαιδευτικές εγκαταστάσεις που έλαβαν χώρα μεταξύ 2 και 16 Μαρτίου.
«Υπάρχει μια πολύ σαφής στρατηγική πίσω από τις επιθέσεις στην εκπαίδευση και τη χρήση της ως πολεμικό όπλο», δήλωσε η Άσλεϊ Τζορντάνα, αναπληρώτρια διευθύντρια στην Hala Systems.
«Το σκεπτικό πίσω από αυτό, είναι ότι αν επιτεθείς σε ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα, δεν επιτίθεσαι μόνο στα παιδιά – στην ευημερία, την ανάπτυξη και την ψυχική τους υγεία – αλλά έμμεσα, προκαλείς ένα είδος ανασφάλειας που έχει πραγματικά καταστροφικό αντίκτυπο στη συνολική κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη μιας χώρας».
Η ομάδα άρχισε να αναζητά πληροφορίες ανοικτού κώδικα που θα μπορούσαν να βοηθήσουν τους εισαγγελείς να καταρτίσουν φάκελο για τα εγκλήματα πολέμου που έχει διαπράξει ο ρωσικός στρατός. Κάθε φορά που εντόπιζαν μια σχετική ανάρτηση στο Telegram ή το Tweeter, οι ερευνητές του Starling χρησιμοποιούσαν την τεχνολογία κρυπτογράφησης για να καταγράψουν, να αποθηκεύσουν και να επαληθεύσουν κάθε αποδεικτικό στοιχείο.
Πώς λειτουργεί;
Η ομάδα αρχειοθέτησε κάθε ανάρτηση και τα μεταδεδομένα της, όπως χρήστης, ημερομηνία δημιουργίας και θεάσεις. Κατέγραψε επίσης τον ιστότοπο και το προφίλ του χρήστη και χρησιμοποίησε κρυπτογράφηση για να δημιουργήσει μοναδικά ψηφιακά αποτυπώματα, τα οποία θα άλλαζαν αν οι υποκείμενες πληροφορίες μεταβάλλονταν. Στη συνέχεια, καταχώρησε το κάθε ψηφιακό αποτύπωμα και τα μεταδεδομένα σε πολλαπλά μπλοκ. Τα αρχεία μεταφορτώθηκαν σε δύο αποκεντρωμένα δίκτυα αποθήκευσης, το Filecoin και το Storj. Οι πληροφορίες αποθηκεύτηκαν στην προσωρινή μνήμη μέσω διαφόρων κόμβων σε όλο τον κόσμο, αντί να στεγάζονται σε ένα ενιαίο σύστημα, όπως το cloud της Amazon.
Στη συνέχεια, το Starling και οι συνεργάτες του επαλήθευσαν ανεξάρτητα τις πληροφορίες. Έλεγξαν την πηγή και τα μεταδεδομένα της ανάρτησης, χρησιμοποίησαν εργαλεία γεωγραφικού εντοπισμού για να επιβεβαιώσουν τη γνησιότητα των φωτογραφιών και αναζήτησαν επιβεβαιωτικά στοιχεία από οργανισμούς όπως τα Ηνωμένα Έθνη και το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Αυτό το υλικό συνδέθηκε στη συνέχεια με τα άλλα αρχεία που είχαν μεταφορτωθεί σε πολλαπλές αλυσίδες μπλοκ. Έτσι, δημιουργήθηκε μια αλυσίδα αποδείξεων που έχουν επαληθευτεί και δεν μπορούν να υποστούν αλλοιώσεις.
Τι θα συμβεί στη συνέχεια;
Το τι θα συμβεί στη συνέχεια, θα εξαρτηθεί από το αν το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο ΔΠΔ συμπεριλάβει τα στοιχεία του Starling στην υπόθεση που θα καταρτίσει.
Το δικαστήριο δεν θα μπορεί να δικάσει ανθρώπους ερήμην, εκτιμά ο Κλάπαμ του Geneva Graduate Institute. Αυτό σημαίνει ότι ο εισαγγελέας είναι πιθανό να ασκήσει δίωξη μόνο κατά ανθρώπων που έχουν παραδοθεί στο δικαστήριο της Χάγης και θα δώσει προτεραιότητα στα στοιχεία που είναι σχετικά με αυτές τις υποθέσεις.
Όπως αναφέρει το CNN, το ΔΠΔ επιδιώκει να αναπτύξει στρατηγικές συνεργασίες με μη κυβερνητικές οργανώσεις και ακαδημαϊκά ιδρύματα που θα μπορούσαν να «υποστηρίξουν τον εντοπισμό, τη συλλογή και την παρουσίαση αποδεικτικών στοιχείων μέσω της τεχνολογίας». Έχει επίσης δηλώσει την πρόθεσή του να εντείνει την έρευνα υποθέσεων που αφορούν παιδιά.
Οι εισαγγελείς θα πρέπει να αποδείξουν άλλα στοιχεία των φερόμενων εγκλημάτων που περιγράφει λεπτομερώς το Starling Lab, συμπεριλαμβανομένης της συλλλογής επιπρόσθετων στοιχείων σχετικά με τους δράστες των επιθέσεων και τις προθέσεις τους, δήλωσε η Κέλι Μάθεσον, δικηγόρος ανθρωπίνων δικαιωμάτων και πρώην διευθύντρια του προγράμματος Video as Evidence στο Witness.
Παρόλα αυτά, είπε, οι μέθοδοι που χρησιμοποιεί η ομάδα του Starling είναι «ένα εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο για να διασφαλιστεί ότι οι πληροφορίες ελέγχονται σύμφωνα με τα νομικά πρότυπα και μπορούν να χρησιμοποιηθούν στο δικαστήριο».
ΠΗΓΗ: CNN