Τον τρόπο με τον οποίο μπορεί η Ελλάδα να κλείσει το μεγάλο επενδυτικό κενό της με την Ευρωζώνη εξηγεί σε ενημερωτικό σημείωμα του ο καναδικός οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης DBRS.
Όπως λέει ο οίκος, το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας θα βοηθήσει την Ελλάδα να το επιτύχει αυτό ωστόσο για να γίνει αυτό θα χρειαστεί να γίνουν ξένες επενδύσεις σε παραγωγικούς τομείς της οικονομίας.
«Η δημιουργία ενός ελκυστικού επενδυτικού κλίματος θα εξαρτηθεί, μεταξύ άλλων από την ικανότητά της Ελλάδας να αντιμετωπίσει:
τις διαρθρωτικές αδυναμίες, (όπως την γραφειοκρατία στις επιχειρηματικές διαδικασίες)
τις καθυστερήσεις στο δικαστικό σύστημα.
Αλλά και να ολοκληρώσει τη μεταρρύθμιση για το Κτηματολόγιο». Επίσης σύμφωνα με τον οίκο, το προφίλ της Ελλάδας ως επενδυτικό προορισμό θα ενισχυθεί και από την σταθερότητα ενός πολιτικού περιβάλλοντος .
Για το θέμα αυτό μίλησε και η αντιπρόεδρος του τμήματος κρατικών αξιολογήσεων στην DBRS, Σπυριδούλα Τζίμα. «Η Ελλάδα θα μπορούσε να κλείσει το χάσμα με τους ομοτίμους της Ευρωζώνης με τη βοήθεια του RRF. Αυτό θα μπορούσε να γίνει λόγω του υψηλότερου μεριδίου των δαπανών (ως ποσοστό του ΑΕΠ) σε σχέση με άλλες χώρες. Ωστόσο η ικανότητα της Ελλάδας να γεφυρώσει το επενδυτικό χάσμα με τους ομοτίμους της Ευρωζώνης θα εξαρτηθεί και από «άλλους παράγοντες» είπε.
Επίσης ο οίκος αναφέρεται εκτενώς στο θέμα των επενδύσεων.
Όπως τονίζει ο DBRS, ο σχηματισμός του παγίου κεφαλαίου ως ποσοστό στο ΑΕΠ άρχισε να αυξάνεται με αργό ρυθμό το 2020 ύστερα από σειρά ετών που οι επενδύσεις ήταν πολύ χαμηλές. Από το επίπεδο ρεκόρ του 26% του ΑΕΠ το 2007 (έναντι 23,4% στην Ευρωζώνη), οι συνολικές επενδύσεις μειώθηκαν στο 11% το 2016 και αυξήθηκαν στο 13,7% το 2022. Το ποσοστό απείχε πολύ από την Ευρωζώνη καθώς ήταν 22,7%. Σημειώνεται δε πως από το 2009 μέχρι το 2019, ο σχηματισμός του παγίου κεφαλαίου στην Ελλάδα ήταν κατά μέσο όρο στο 12,7%. Η μεγαλύτερη απόκλιση σημειώνονταν στις επιχειρηματικές επενδύσεις ως ποσοστό στο ΑΕΠ που διαμορφώνονταν στο 7,4% του ΑΕΠ το 2022 από 13,4% που ήταν στην Ευρωζώνη. Επίσης σημαντική μείωση κατέγραψαν και οι επενδύσεις των νοικοκυριών – από 10,% που ήταν το 2008 έναντι 7% στην Ευρωζώνη – διαμορφώθηκαν στο 2,7% το 2022 έναντι 6,3% στην Ευρωζώνη. Μόνο οι δημόσιες επενδύσεις ήταν το 2022 υψηλότερες από αυτές της Ευρωζώνης (3,5% έναντι 3,1%).
Ενώ όσον αφορά τις επενδύσεις σε κατοικίες επισημαίνεται πως αυτές ανακάμπτουν σταδιακά, ωστόσο απέχουν πολύ από τα υψηλά τους επίπεδα. Οι επενδύσεις αυτές “σκαρφάλωσαν ” στο υψηλότερο επίπεδο το 2007 , συγκεκριμένα στο 11,2% του ΑΕΠ (και στο 46,5% των συνολικών επενδύσεων) και μετά έκαναν βουτιά στο 0,6% του ΑΕΠ το 2017 . Εν συνεχεία όμως αυτές ανέκαμψαν στο 1,7% το 2023.
enikonomia