Γράφει ο Γεράσιμος Ταυρωπός
Όσοι ονειρεύονται το τέλος της πολιτικής ή μια «μεταπολιτική», θα πρέπει να είναι πολύ ενθαρρυμένοι ύστερα από το χθεσινό debate των πολιτικών αρχηγών. Η οσμή πολιτικής «κονσέρβας» που ανέδιδε η πολύωρη «σύγκρουση» ήταν τόσο έντονη, ώστε βοηθούσης και της αναπόφευκτης κούρασης των τηλεθεατών (ποιος αντέχει να παρακολουθήσει ένα τόσο ανούσιο πινγκ πονγκ για τρεις ολόκληρες ώρες;), η τελική γεύση για εκατομμύρια πολίτες ήταν απελπιστικά… μπαγιάτικη. Η πολιτική κονσέρβα και η κονσέρβα της πολιτικής…
Αυτό είναι η πολιτική – αυτοί είναι οι πολιτικοί; αναρωτήθηκαν. Και δικαίως, διότι είχαν απέναντί τους 7… εγκλωβισμένους (στα δικά του όρια ο καθένας), να αποφεύγουν με εξαιρετική επιτυχία οτιδήποτε θα μπορούσε να θυμίζει παλμό, «νεύρο», έμπνευση, ζωντάνια, φρεσκάδα.
Βεβαίως, αυτό δεν συμβαίνει πρώτη φορά. Ωστόσο, είχαμε να παρακολουθήσουμε debate από το 2009, δηλαδή από τα προμνημονιακά χρόνια. Και έμελλε αυτό το debate να πραγματοποιηθεί ύστερα από ένα τόσο καταλυτικό γεγονός όσο η θεαματική στροφή ενός αντιμνημονιακού κόμματος της Αριστεράς που κυβερνούσε, από το αντιμνημόνιο στο μνημόνιο.
Αν ύστερα από ένα τόσο συγκλονιστικό και καθοριστικό γεγονός οι πολίτες-τηλεθεατές δεν διέκριναν «σφυγμό» στο «σώμα» της πολιτικής, το μήνυμα μπορεί να είναι επίσης καταλυτικό. «Νιώθει» κανείς, συγκλονίζεται από αυτό που συμβαίνει; Αν η απάντηση, όπως μας υποδεικνύει το debate, είναι όχι, τότε η Πολιτική (και όχι απλώς το κάθε επιμέρους κόμμα) μόλις υπέστησαν μια σημαδιακή ήττα…
Βεβαίως όλα μπορούν να εξηγηθούν. Η «ενιαία σκέψη», που σαν όρος μπήκε στη ζωή μας ήδη από τη δεκαετία του ’90 κατά τη μεγάλη άνοδο του νεοφιλελεύθερου ρεύματος, είναι εκ των πραγμάτων και αντιπολιτική και εξαιρετικά… βαρετή. Αν όλες οι πολιτικές δυνάμεις οφείλουν να ασπάζονται το ίδιο σε γενικές γραμμές το πρόγραμμα και απλώς διαφοροποιούνται στους όρους ή στην ικανότητα υλοποίησής του, τότε δεν υπάρχει λόγος για πολύ ενδιαφέρον και πολλή «φασαρία». Και τώρα, στην Ελλάδα, είμαστε ακριβώς σε αυτό το σημείο. Η υπερπολιτική Ελλάδα άντεξε όλες τις επιθέσεις της «ενιαίας σκέψης», μέχρι που τα μνημόνια την επέβαλαν διά ροπάλου. Η μνημονιακή στροφή του ΣΥΡΙΖΑ ήταν-είναι το καταλυτικό γεγονός: όταν η ίδια η Αριστερά, που εξέφρασε το «συμπύκνωμα» μιας κορυφαίας πολιτικο-κοινωνικής διεργασίας 5 οδυνηρών χρόνων, διακηρύσσει ότι δεν υπήρχε άλλη εναλλακτική εκτός του τρίτου μνημονίου, τότε η «ενιαία σκέψη», η ΤΙΝΑ (There Is No Alternative), εγκαθίσταται πανηγυρικά στο θρόνο της. Και ποια είναι η πραγματική αξία της πολιτικής αν όλοι «πουλάνε» το ίδιο προϊόν; Αν δεν «πουλάνε» ιδέες και προγράμματα, παρά μόνο τον ίδιο τους τον εαυτό σαν καλύτερων διαχειριστών του ίδιου προγράμματος, της ίδιας πολιτικής; Που μάλιστα δεν προέκυψε μέσα από μια «φυσιολογική» πολιτικο-κοινωνική διεργασία, αλλά επιβλήθηκε διά ροπάλου capital controls και Grexit;
Ο Αλέξης Τσίπρας δεν ήταν χθες ο εαυτός του ακριβώς γι’ αυτό το λόγο: γιατί κατά βάθος ήξερε ότι «πουλάει» το ίδιο πρόγραμμα και επομένως δεν μένει παρά να «πουλήσει» τον ίδιο του τον εαυτό σαν καλύτερο διαχειριστή αυτού του προγράμματος. Ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης, έκανε το ίδιο ακριβώς πράγμα, αλλά με μεγαλύτερη άνεση, καθώς η μνημονιακή «ενιαία σκέψη» του ταιριάζει περισσότερο. Οι υπόλοιποι μνημονιακοί (ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι, ΑΝΕΛ), τα ίδια. Επί ματαίω πάσχιζαν να βρουν κάποιο «τεκμήριο αθωότητας» έναντι των μεγάλων διαχειριστών του ενός και μοναδικού προγράμματος, του μνημονίου.
Αλλά και οι εκπρόσωποι της Αριστεράς που δεν προσχώρησε στην «ενιαία σκέψη» δεν τα κατάφεραν πολύ καλύτερα. Ο κ. Κουτσούμπας, με τη βιβλική του αφήγηση (μέχρι να δημιουργηθούν όροι λαϊκής εξουσίας, αντίσταση και στωικότητα για να περάσουμε την κοιλάδα των δακρύων), μπορεί να αποτελέσει μόνο καταφύγιο όσων δεν θέλουν πια διαψεύσεις σε ένα κόσμο ματαιότητας. Όσο για τον Παναγιώτη Λαφαζάνη, περισσότερο «μίλησε» στον κόσμο το σποτάκι για το νομισματοκοπείο στο οποίο πρωταγωνιστεί, παρά η χθεσινή του εμφάνιση. Είπε αυτά που έπρεπε, δεν έκανε κάποιο λάθος, αλλά δεν κατάφερε να αγγίξει τη «φλέβα» του νεανικού ΟΧΙ της 5ης Ιουλίου στην οποία εμφατικά αναφέρεται. Η Αριστερά που δεν έχει προσχωρήσει στην «ενιαία σκέψη» πρέπει να αποδείξει ότι δεν είναι η αριστερή συνιστώσα του πολιτικού προβλήματος και πρέπει να κάνει πολύ περισσότερα για να το καταφέρει.
«Και οδηγήσαν μια γενιά στα πιο βαθιά χασμουρητά», για να θυμίσουμε τον Διονύση Σαββόπουλο. Όταν η πολιτική (και οι πολιτικοί) οδηγούν την κοινωνία σε βαθιά χασμουρητά, το αποτέλεσμα δεν πρόκειται να είναι «λυτρωτικό» . Το αντίθετο…