Δέκα χρόνια μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers και το παγκόσμιο ντόμινο κρίσης που έφερε, παρά το γεγονός ότι η οικονομία του πλανήτη έχει ισορροπήσει και σε μεγάλο βαθμό κινείται ανοδικά, δεν είναι λίγοι εκείνοι που προειδοποιούν για να οικονομική κρίση.
«Όχι μέσα στα επόμενα 2-3 χρόνια, αλλά σε ορίζοντα πενταετίας», εκτίμησε μιλώντας προς τη Deutsche Welle ο επικεφαλής οικονομολόγος της Commerzbank Γιεργκ Κρέμερ. Ο επιφανής Γερμανός οικονομολόγος δεν είναι ο μόνος που προειδοποιεί ότι τα φαινόμενα απατούν και πως η σημερινή κατάσταση δεν είναι τόσο ακίνδυνη όσο ενδεχομένως να πιστεύουν οι περισσότεροι.
Πριν από δέκα χρόνια, στο προοίμιο του μεγάλου crash, οι τότε συνθήκες δεν ενέπνεαν επίσης καμία ανησυχία, θυμάται ο Τζάρεντ Ντίλον, ο οποίος εργάστηκε για επτά περίπου χρόνια στην Lehman Brothers. «Είχαμε μια εκπληκτική χρονιά και ένα τεράστιο χαρτοφυλάκιο. Ορισμένες μέρες διαπραγματευόμουν αμοιβαία κεφάλαια αξίας έως ενός δις δολαρίων. Πιστεύαμε ότι ήμασταν ανίκητοι».
Το μεγάλο μπαμ της αμερικανικής φούσκας ακινήτων όμως βρήκε την Lehman εκτεθειμένη ανεπανόρθωτα σε τοξικά στεγαστικά δάνεια. Η οικονομία διολίσθησε σε ύφεση, η αγορά μετοχών κατέρρευσε ενώ οι επενδυτές είδαν σχεδόν τρία τρις δολάρια να εξανεμίζονται. Σε διάστημα μόλις δυο ετών σχεδόν εννέα εκατομμύρια Αμερικανοί έχασαν τη δουλειά τους. Το λογαριασμό πλήρωσε εντέλει ο Αμερικανός φορολογούμενος.
Πλημμυρίζοντας τις αγορές με λεφτά
Ο τότε επικεφαλής της αμερικανικής ομοσπονδιακής τράπεζας Μπερνάνκε πόνταρε αποκλειστικά σε μια σχεδόν ακραία χαλαρή νομισματική πολιτική. Η FED μείωσε τα επιτόκια στο μηδέν, κατακλύζοντας τις αγορές με χρήματα, με την ελπίδα ότι οι επιχειρήσεις θα δανειστούν για να επενδύσουν και οι καταναλωτές για να καταναλώσουν. Η πολιτική απέδωσε. Τα τελευταία τρίμηνα η αμερικανική οικονομία τρέχει με ρυθμούς 4% και άνω, οι αμερικανικές επιχειρήσεις σπάνε το ένα ρεκόρ κερδών μετά το άλλο, η ανεργία τείνει να γίνει άγνωστη έννοια ενώ οι τιμές των μετοχών στη Wall Street καταρρίπτουν επίσης διαδοχικά ρεκόρ.
«Το περασμένο τρίμηνο», είπε τον Ιούλιο ο Τραμπ, «η αμερικανική οικονομία αναπτύχθηκε κατά 4,1%. Ο αριθμός αυτός θα αυξηθεί κι άλλο».
Μολονότι η εικόνα αυτή είναι εκ πρώτης όψεως κάτι παραπάνω από ικανοποιητική και ενθαρρυντική, υπάρχει φυσικά και η άλλη όψη του νομίσματος. Η χαλαρή νομισματική πολιτική που εγκαινίασε η FED και την οποία υιοθέτησαν στη συνέχεια ομοσπονδιακές τράπεζες σε όλο τον κόσμο είχε ως αποτέλεσμα να εκτιναχθεί το παγκόσμιο χρέος μέσα σε δέκα χρόνια κατά 74%. Πρόκειται για το χρέος νοικοκυριών, επιχειρήσεων και κρατών. Το 2018 ανήλθε στα 247 τρις ευρώ. Μόνον το αμερικανικό έφτασε πλέον τα 19 τρις δολάρια.
Αυξάνεται το κόστος δανεισμού
Τα χρέη αρχίζουν και γίνονται επικίνδυνα όταν δεν μπορούν να εξυπηρετηθούν. Και αυτό γίνεται όλο και πιο πιθανό όταν αυξάνονται τα επιτόκια, όπως συμβαίνει σήμερα. Διότι το μεγαλύτερο μέρος των χρεών των επιχειρήσεων θα εξυπηρετηθεί μέσα από νέο δανεισμό που θα έχει όμως νέα και υψηλότερα επιτόκια.
Το ίδιο ισχύει όμως και για τους καταναλωτές για τους οποίους αυξάνονται επίσης τα επιτόκια πιστωτικών καρτών αλλά και καταναλωτικών και στεγαστικών δανείων. Στην εσχάτη, οι πολίτες θα σφίξουν το ζωνάρι μειώνοντας τα έξοδά τους. Έτσι όμως καταλήγουν ακόμη λιγότερα χρήματα στα ταμεία των επιχειρήσεων που βρίσκονται πλέον αντιμέτωπα με δυο εξίσου μεγάλα προβλήματα: την αύξηση του κόστους δανεισμού και τη μείωση των εσόδων τους. Όπως σχολιάζουν ειδικοί, αυτή τη φορά η κρίση δεν θα προκαλούνταν από τις τράπεζες.
Ανήσυχος και ο Ντομινίκ Στρος Καν
Όχι μόνο δεν έχουμε μάθει από τα λάθη μας, αλλά είμαστε χειρότερα προετοιμασμένοι για να αντιμετωπίσουμε μια νέα χρηματοοικονομική κρίση από όσο ήμασταν το 2008. Αυτή είναι η εκτίμηση του Ντομινίκ Στρος Καν του επικεφαλής στο ΔΝΤ από το 2007 ως το 2011, του ανθρώπου που του «έσκασε» στα χέρια η προ δεκαετίας κρίση. Μιλώντας στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων με αφορμή την επέτειο των 10 χρόνων από την «κρίση του 21ου αιώνα», δεν κρύβει την απογοήτευσή του.
Ο πρόωρα συνταξιοδοτηθείς πολιτικός ανήρ, που παρά τις οδυνηρές ματαιώσεις στην καριέρα του (ήταν το απόλυτο φαβορί για τη γαλλική προεδρία) πιθανότατα θα εορτάζει εφέτος τις ροζ συνδηλώσεις των 69 χρόνων της ηλικίας του, υποστηρίζει μια εκδοχή της κατάρρευσης της Lehman Brothers που βρίσκει την αναλογία της, θα έλεγε κανείς, και στην περίπτωση της Ελλάδας: «Ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Χένρι Πόλσον αποφασίζει να μη σώσει τη Lehman για να τη χρησιμοποιήσει ως παράδειγμα παραβίασης των βασικών ηθικών αρχών. Και αυτός, όπως οι άλλοι, υποτίμησε τις τεράστιες συνέπειες του γεγονότος. Το να αφήσεις να καταρρεύσει η Lehman ήταν ένα κολοσσιαίο λάθος. Την αμέσως επόμενη εβδομάδα αναγκάστηκαν να διασώσουν την ασφαλιστική AIG, που ήταν πιο μεγάλη από τη Lehman». Ένας «Σόιμπλε», δηλαδή, ήταν ο Πόλσον…
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Στρος-Καν, για να στηρίξει την τιμωρητική διάθεση του τότε υπουργού Οικονομικών προς τη Lehman Brothers, αναφέρει ως αντιπαράδειγμα την περίπτωση της AIG και όχι της Merrill Lynch, που επίσης αντιμετώπιζε προβλήματα επιβίωσης και η σωτηρία της οποίας στο παρά πέντε ανακοινώθηκε την αποφράδα 15η Σεπτεμβρίου 2008, μαζί με την κατάρρευση της Lehman.
Αν και εβραϊκής καταγωγής, ο πρώην επικεφαλής του ΔΝΤ αποφεύγει να υπαινιχθεί συνωμοσιολογικές εκδοχές που κατά κόρον γράφτηκαν τα πρώτα χρόνια μετά την καταστροφή, ότι δηλαδή η «εβραϊκών συμφερόντων» Lehman Brothers αφέθηκε να καταρρεύσει, ενώ η κυβέρνηση του «ξαναγεννημένου χριστιανού» Τζορτζ Μπους του νεότερου έσπευσε να διασώσει τη Merrill Lynch που ήταν κάποτε γνωστή και ως «η Καθολική Εταιρεία».
Και σήμερα; Τι έχουμε καταφέρει 10 χρόνια μετά το κολοσσιαίο λάθος; «Έχουμε κάνει κάποια πρόοδο, κυρίως σε ό,τι αφορά τις κεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών. Αλλά είναι ανεπαρκέστατη η πρόοδος. Φανταστείτε ότι αύριο έχει δυσκολίες η Deutsche Bank. Δεν είναι το 8% των κεφαλαιακών διαθεσίμων που διαθέτει που θα λύσει το πρόβλημα. Στην πραγματικότητα είμαστε λιγότερο προετοιμασμένοι. Η ρύθμιση του διεθνούς τραπεζικού συστήματος είναι ανεπαρκής» υποστηρίζει ο Ντομινίκ Στρος-Καν.
«Εν τέλει από το 2012-2013 πάψαμε να θεωρούμε ως αναγκαιότητα τη ρύθμιση της οικονομίας, για παράδειγμα σε ό,τι αφορά το μέγεθος των τραπεζών (σ.σ.: και η διάδοχος του DSK, σημερινή επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ επεσήμανε την περασμένη εβδομάδα ως εν δυνάμει απειλή για μια νέα κρίση το μέγεθος των τραπεζών). Έχουμε ξαναγυρίσει πλήρως στο παρελθόν. Εκεί εδράζεται η απαισιοδοξία μου για την προετοιμασία που έχουμε κάνει για την επόμενη κρίση. Είμαστε κατά μία έννοια αιφνιδιασμένοι από την παγκοσμιοποίηση και αυτό δεν θα μας βγει σε καλό» προειδοποιεί ο υπουργός Οικονομικών (1997-1999) της σοσιαλιστικής κυβέρνησης του Λιονέλ Ζοσπέν.
«Η διεθνής συνεργασία έχει εν πολλοίς εξαφανιστεί. Κανείς πλέον δεν παίζει τον ρόλο του συντονιστή, ούτε το ΔΝΤ, ούτε ο ΟΗΕ. Και η πολιτική του προέδρου των ΗΠΑ δεν βοηθά καθόλου. Κατά συνέπεια ο μηχανισμός που τέθηκε σε εφαρμογή από το G20, εξαιρετικά υγιής διότι περιελάμβανε και αναδυόμενες οικονομίες, τινάχτηκε στον αέρα. Εδώ και δέκα χρόνια τα κράτη δέχθηκαν να αφήσουν τον ρόλο του συντονιστή στο ΔΝΤ. Δεν είμαι σίγουρος ότι σήμερα θα μπορούσε να ανταποκριθεί στον ρόλο αυτόν, αλλά το μέλλον θα δείξει» παρατηρεί ο έκπτωτος επικεφαλής του Ταμείου, που δεν χάνει την ευκαιρία να «καρφώσει» τη διάδοχό του.
Γκόρντον Μπράουν: Πάμε υπνοβατώντας στην επόμενη
Ο πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας Γκόρντον Μπράουν προειδοποιεί ότι ο κόσμος υπνοβατεί προς μία ακόμη χρηματοοικονομική κρίση, διότι οι κυβερνήσεις απέτυχαν να αντιμετωπίσουν τα αίτια της τελευταίας κρίσης που ξέσπασε εδώ και μία δεκαετία.
Ο Γκόρντον Μπράουν, ο οποίος βρέθηκε στην ηγεσία του Ηνωμένου Βασιλείου κατά την κατάρρευση της Lehman Brothers, δηλώνει ότι ο κόσμος στερείται ηγεσίας και εισέρχεται τώρα σε μία επικίνδυνη περίοδο.
«Κινδυνεύουμε να κατευθυνθούμε υπνοβατώντας προς την επόμενη κρίση. Θα υπάρξει σοβαρή αύξηση της κλιμάκωσης των ρίσκων, αλλά βρισκόμαστε σε έναν κόσμο χωρίς ηγεσία», δηλώνει στην εφημερίδα The Guardian.
Ο Γκόρντον Μπράουν επισημαίνει ότι η παγκόσμια οικονομία απέτυχε να εισαγάγει μηχανισμούς συναγερμού και ελέγχου των χρηματοοικονομικών ροών, ώστε να είναι δυνατόν να διαπιστωθεί που έχουν δανεισθεί χρήματα και με ποιους όρους. «Ασχοληθήκαμε με τα μικρά και όχι με τα μεγάλα», λέει.
Ο Βρετανός πρώην πρωθυπουργός (2007-2010) δηλώνει ότι τα μέτρα κατά των χρηματοπιστωτικών ατασθαλιών δεν ήταν αρκετά σκληρά και πολλές τράπεζες αναμένεται να διασωθούν και πάλι σε μία μελλοντική κρίση.
«Οι κυρώσεις δεν έχουν ενισχυθεί επαρκώς. Δεν υπάρχει στους τραπεζίτες ο φόβος ότι θα μπουν φυλακή για κακή συμπεριφορά. Δεν στάλθηκε ένα αρκετά αυστηρό μήνυμα ότι η κυβέρνηση δεν θα διασώσει ιδρύματα που δεν έχουν τακτοποιήσει τα του οίκου τους».