Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας
Οικονομολόγος-Ψυχολόγος
Όσο κι αν η ανθρώπινη φύση αρέσκεται στην ασφάλεια της διαιώνισης μιας συγκεκριμένης κατάστασης, έρχονται στιγμές που ψάχνει μια ευκαιρία για νέο ξεκίνημα ως τον μοναδικό τρόπο να ξεπεράσει την κόπωση και την φθορά. Σε αυτό ακριβώς το σημείο βρίσκεται η κυβέρνηση κι ο Τσίπρας πιστεύει ότι ένας δομικός ανασχηματισμός θα μπορούσε να μετατραπεί σε αυτή την ευκαιρία αν μάλιστα συνδυαζόταν και την εμβάθυνση και την σταδιακή διευθέτηση του θέματος της αναδιάρθρωσης του δημοσίου χρέους.
Γνωρίζει πολύ καλά ότι οι ουσιαστικές παρεμβάσεις για το χρέος δεν θα υπάρξουν παρά μόνο μετά το πέρας των Γερμανικών εκλογών και την ολοκλήρωση του τρίτου ελληνικού προγράμματος. Αυτό που προσπαθεί να κατοχυρώσει με την επίμονη ρητορική του για άμεση προώθηση σχετικών μέτρων είναι η αίσθηση μιας, έστω μικρής, θετικής εξέλιξης μέσα στον κυκεώνα των αρνητικών οικονομικών μεγεθών.
Η τελευταία συμφωνία, συνέχεια αυτής του 2012, προβλέπει βραχυπρόθεσμα την ομαλοποίηση των πληρωμών των δανείων του EFSF και χρήση της διευρυμένης στρατηγικής χρηματοδότησης των ESM/EFSF για να μειωθεί ο κίνδυνος των επιτοκίων. Μικρές επεμβάσεις που όμως αν επιτευχθούν θα επιχειρηθεί να παρουσιαστούν ως επιβεβαίωση μιας ανύπαρκτης επιτυχίας και το άνοιγμα ενός στενού παραθύρου προς ένα καλύτερο μέλλον.
Αυτό το σκηνικό θα πρέπει να διακοσμηθεί και με μια εντυπωσιακή κίνηση αναδόμησης του κυβερνητικού σχήματος, τέτοια που θα δίνει την αίσθηση μιας πραγματικής αλλαγής και θα επιτρέπει στον ΣΥΡΙΖΑ να ελπίζει σε βελτίωση της εκλογικής απήχησης. Μετακινήσεις κορυφαίων υπουργών ώστε να σηματοδοτηθεί το πέρασμα σε μια άλλη περίοδο, εισδοχή στο υπουργικό συμβούλιο προσωπικοτήτων πέρα από τα συνήθη κομματικά στελέχη, άνοιγμα στην ευρύτερη κεντροαριστερά.
Μόνο που ένα τέτοιο ιδανικό σενάριο προσκρούει στην λογική της καθημερινότητας μας και στα αδιέξοδα που αναπαράγουν οι πολιτικές προτεραιότητες της κυβέρνησης. Από το τραγελαφικό αλλά ταυτόχρονα και επικίνδυνο παιχνίδι με τις τηλεοπτικές άδειες που ενέπλεξε στα γρανάζια του και την ελληνική δικαιοσύνη, την ανελέητη φοροεπιδρομή που απομακρύνει κάθε επενδυτική σκέψη έως τις μηδενιστικές προσεγγίσεις στην παιδεία και τις ασταθείς ισορροπίες με τα εθνικά θέματα, το κλίμα ισοπέδωσης πλανάται πάνω από κάθε κυβερνητική δράση.
Ένα κλίμα που δεν αντιστρέφεται ούτε με τις όποιες βραχυπρόθεσμες ρυθμίσεις για το χρέος, ούτε πολύ περισσότερο με τις εφήμερες ανακατατάξεις ενός ανασχηματισμού. Οι πολιτικές που μπορούν να επισπεύσουν την επάνοδο σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και να αποκλιμακώσουν ταχύτερα του αναμενόμενου την ανεργία, – όπως η μείωση των επιβαρύνσεων στις επιχειρήσεις, η βελτιστοποίηση της λειτουργίας του δημόσιου τομέα, το ακόμη μεγαλύτερο άνοιγμα της αγοράς στον ανταγωνισμό – , δεν βρίσκονται στην ατζέντα του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο εντυπωσιασμός είναι τόσο χρήσιμος όσο του επιτρέπει η πρόσκαιρη δράση του. Μετά ακολουθεί η ενίσχυση της απογοήτευσης και της οργής για τις αληθινές ευκαιρίες που αφήνονται να περνούν ανεκμετάλλευτες.