Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας
Οικονομολόγος-Ψυχολόγος
Είχαμε αποδεχτεί την δυσκολία του Αλέξη Τσίπρα στην άρθρωση των Αγγλικών αλλά η αναφορά του στην αυταπάτη των προεκλογικών προσδοκιών του ΣΥΡΙΖΑ αποδεικνύει ότι μάλλον μπερδεύει και τις πραγματικές έννοιες ορισμένων ελληνικών όρων. Η, κατά Κουρουμπλή, αριστερή αθωότητα βρέθηκε απατημένη από τις επιθυμίες, την αντίληψη, την ελλιπή αυτογνωσία της. Μόνο που υπάρχει μια ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στη απλά λαθεμένη αξιολόγηση των δεδομένων και την ουσία μιας πραγματικής αυταπάτης.
Οι αυταπάτες είναι ένας ισχυρός αμυντικός μηχανισμός αποφυγής της αλήθειας. Ένα ψήγμα αυτοεκπληρούμενης προφητείας που παριστάνει ότι δεν αντιλαμβάνεται όλους τους παράγοντες επηρεασμού μιας κατάστασης και πλέκει δικά της ανύπαρκτα σενάρια τα οποία πείθουν τον κάτοχο τους ότι αρκούν για να αισθάνεσαι ισχυρός, ικανός, αποτελεσματικός. Ειδικά στην πολίτη η αυταπάτη αυτού του επιπέδου προσομοιάζει σε υγρή φαντασίωση φυλακισμένου που φυσικά καταλήγει σε αυτοϊκανοποιητικό μιθριδατισμό.
Κι αν ο Τσίπρας έδειξε, έστω και επικοινωνιακά να αποδέχεται ότι στήριξε την προεκλογική του ρητορική σε μια σειρά από πολιτικές “παραισθήσεις”, δεν έχει ακόμη συνειδητοποιήσει ότι οι καταστροφικές αυταπάτες του δεν έχουν κόφτη την ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Ίσα, ίσα που η υπερεκτίμηση των αποτελεσμάτων οδηγεί νομοτελειακά σε νέα μεγαλύτερη, πιο ισοπεδωτική, πιο εκκωφαντική αυταπάτη που έστω κι αν τον συντηρήσει στην εξουσία θα έχει δομικά μετασχηματίσει την χώρα σε ολοκληρωτικό καθεστώς τριτοκοσμικής καχεκτικής οικονομίας.
Ο δημοσιονομικός κόφτης μαζί με την ρωμαλέα αναπτυξιακή προοπτική και την αναδιάρθρωση του χρέους είναι οι νέες γιγάντιες αυταπάτες. Ο πρώτος θα μπορούσε θεωρητικά να ιδωθεί κι ως μια απαραίτητη παρέμβαση, ακόμη κι αν προέκυψε από την αμφιβολία των εταίρων για την δυνατότητα εκτέλεσης του προγράμματος από αυτή την κυβέρνηση, αλλά στην πράξη σε μια οικονομικά ταραγμένη περίοδο μπορεί να αποβεί μια επιπρόσθετη θηλιά στον τράχηλο της καθημαγμένης παραγωγικής δραστηριότητας.
Ο ένας λόγος είναι ότι κάποιοι υπουργοί ήδη δήλωσαν ότι αν χρειαστούν πρόσθετα μέτρα ο κόφτης δαπανών μπορεί να μετατραπεί σε… φορολογικό κόφτη υποσκάπτοντας κι άλλο την ανάκαμψη! Ο άλλος λόγος είναι ότι σε ένα πιθανό μελλοντικό περιβάλλον αυξημένων τιμών πετρελαίου κι ακόμη πιο σκληρού ευρώ δεν μπορείς να αποκλείσεις νομοθετικά την πρόσκαιρη μικρή υπέρβαση των δημοσιονομικών κανόνων για να μην ενισχύσεις τις υφεσιακές τάσεις.
Η όποια απομείωση του χρέους θα λειτουργήσει ως εφαλτήριο για την επάνοδο της χώρας στις αγορές ομολόγων αλλά η εξίσωση είναι λίγο πιο περίπλοκη. Ακόμη κι αν η βραχυπρόθεσμη ρύθμιση περιλαμβάνει εξαγορά των δανείων του ΔΝΤ από τον ESM και μετατροπή τους σε χαμηλότοκα σταθερού επιτοκίου, το αντίβαρο των επιπλέον μέτρων ισοφαρίζει κάθε έμμεση θετική επίπτωση στους αναπτυξιακούς ρυθμούς. Η μεσοπρόθεσμη παρέμβαση παραπέμπεται για μετά το 2018 και υπό αυστηρές προϋποθέσεις που αν εκπληρώνονται θα μπορούσαν να ακυρώνουν μια τέτοια απαίτηση και να καθιστούν αναγκαία την όποια αναδιάρθρωση μόνο για το μακροπρόθεσμο μέρος του χρέους.
Το απαραίτητο αναπτυξιακό κρεσέντο δεν θα προκύψει με ευκολία υπό αυτή την φορολογική ασφυξία και το πιθανότερο είναι, έστω κι αν οι φετινές αποδόσεις της οικονομίας αποδειχτούν καλύτερες του αναμενόμενου, κυρίως λόγω του τουρισμού και του χαμηλού κόστους ενέργειας, ότι από το 2017 η ανάπτυξη θα παραμείνει καθηλωμένη σε χαμηλά επίπεδα όταν η χώρα έχει ανάγκη αξιοποίησης του συνολικού δυναμικού της για να στοχεύσει σε επιδόσεις άνω του 4-5%.
Όσο κι αν όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα χάσει οριστικά την επαφή με την κοινωνία (ήδη κρατώντας υψηλά τον εισαγωγικό μισθό στο δημόσιο και προγραμματίζοντας περισσότερες προσλήψεις τα επόμενα χρόνια – ο λόγος 1/5 προσλήψεων / αποχωρήσεων μετατρέπεται σε 1/3 – ενισχύονται οι σχέσεις με το προνομιακό του ακροατήριο), η πραγματική οικονομία θα πληρώσει με διαρκή υπολειτουργία τις νέες αυταπάτες του κ. Τσίπρα.