Η εταιρεία που έχει συνδέσει το όνομά της με το φυσικό αέριο στην Ελλάδα, εξελίσσεται γοργά σε μια σύγχρονη εταιρεία ενέργειας, με αυξημένη καθετοποίηση, ικανή να προσφέρει ολοκληρωμένα και ανταγωνιστικά πακέτα σε κάθε κατηγορία πελατών.
Για τον σκοπό αυτό η ΔΕΠΑ στο νέο της business plan προγραμματίζει επενδύσεις που υπερβαίνουν τα 200 εκατ. ευρώ την πενταετία 2020-2024, στοχεύοντας στη δημιουργία ενός «πράσινου» χαρτοφυλακίου άνω των 200 MW, με τη συμμετοχή της σε αιολικά ή φωτοβολταϊκά έργα που βρίσκονται σε λειτουργία ή στο στάδιο της ανάπτυξης.
Ταυτόχρονα, η εταιρεία διευρύνει τις χρήσεις του φυσικού αερίου, επικεντρώνοντας στην ανάπτυξη εφαρμογών υγροποιημένου φυσικού αερίου μικρής κλίμακας (Small Scale LNG) και την αξιοποίηση του LNG ως ναυτιλιακού καυσίμου στην Ανατολική Μεσόγειο, κατασκευάζοντας ένα καινοτόμο πλοίο μεταφοράς που θα τροφοδοτεί τα λιμάνια της ευρύτερης περιοχής. Παράλληλα, επεκτείνει συστηματικά το πανελλαδικό της δίκτυο πρατηρίων CNG, FISIKON, διαχεόντας τα οφέλη της αεριοκίνησης σε περισσότερους οδηγούς και περιοχές της χώρας.
Εξίσου σημαντική ωστόσο, είναι και η δραστηριοποίηση της ΔΕΠΑ στον τομέα των ανανεώσιμων αερίων, όπως το βιομεθάνιο και το υδρογόνο. Η εταιρεία είναι ιδρυτικό μέλος της Ευρωπαϊκής Συμμαχίας για το Καθαρό Υδρογόνο η οποία διαμορφώνει το κατάλληλο πλαίσιο για την προσέλκυση επενδύσεων στις τεχνολογίες υδρογόνου και κυψελών καυσίμου και έχει ήδη αναλάβει πρωτοβουλίες για τη δημιουργία του πρώτου σταθμού ανεφοδιασμού με υδρογόνο στη χώρα μας.
Τα αποτελέσματα αυτά γίνονται ακόμα πιο εντυπωσιακά με δεδομένο ότι το προηγούμενο διάστημα η εταιρεία κλήθηκε να αντιμετωπίσει μια πολύ δύσκολη εξίσωση: τον εταιρικό της μετασχηματισμό ενόψει αποκρατικοποίησης και την αύξηση του ανταγωνισμού που έφερε η απελευθέρωση της αγοράς φυσικού αερίου.
Η ΔΕΠΑ όχι μόνο ολοκλήρωσε με επιτυχία τη μετατροπή της της σε τρεις διακριτές εταιρείες (Εμπορίας, Υποδομών, Διεθνών Έργων), με πλήρη λειτουργική αυτονομία και με εργασιακή ειρήνη, αλλά άντεξε και στις πιέσεις της πανδημίας, ανακτώντας μάλιστα σημαντικό μερίδιο αγοράς. Την ίδια περίοδο, μείωσε τις τιμές και επέστρεψε στους πελάτες της δεκάδες εκατομμύρια ευρώ, αφού επαναδιαπραγματεύτηκε με επιτυχία τα μακροχρόνια συμβόλαια προμήθειας φυσικού αερίου αγωγού, που έχει συνάψει με ενεργειακούς κολοσσούς του εξωτερικού.
Στο νέο της business plan, η ΔΕΠΑ δίνει μεγάλη έμφαση στην αύξηση της ανταγωνιστικότητάς της, προωθώντας μια ευέλικτη οργανωτική δομή, ικανή να παρακολουθεί τις εξελίξεις στον κλάδο, αναβαθμίζοντας τις δεξιότητες του προσωπικού της ώστε να ανταποκρίνονται στις αυξημένες απαιτήσεις της αγοράς, αλλά και αναπτύσσοντας εξωτερικές συνεργασίες που τις επιτρέπουν να διευρύνει την γκάμα των προϊόντων και των υπηρεσιών που προσφέρει.
Ένας επιπλέον στόχος της εταιρείας είναι η επέκταση των δραστηριοτήτων λιανικής που τώρα διεξάγονται κυρίως μέσω της θυγατρικής της «Φυσικό Αέριο Ελληνική Εταιρεία Ενέργειας» και την ενίσχυση των συνεργειών με τη χονδρική, καθώς και η αναβάθμιση της διεθνούς εμπορικής της παρουσίας, μέσω στοχευμένων πωλήσεων στις αγορές της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Παράλληλα, η ΔΕΠΑ πρωτοστατεί και στον νέο Πλωτό Τερματικό Σταθμό LNG που σχεδιάζεται στην Αλεξανδρούπολη, ένα από τα μεγαλύτερα ενεργειακά έργα που υλοποιούνται στη χώρα μας τις τελευταίες δεκαετίες (προϋπολογισμός 370 εκατ. ευρώ), το οποίο έρχεται να συμβάλλει αποφασιστικά στην ασφάλεια εφοδιασμού, όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά και της Ευρώπης, αφού θα διανέμει φυσικό αέριο που δεν θα διέρχεται από τρίτες χώρες.
Τέλος, η εταιρεία επιταχύνει την υλοποίηση του Διασυνδετήριου Αγωγού Ελλάδας – Βουλγαρίας, IGB, με τις εργασίες λεπτομερούς σχεδιασμού και προμήθειας υλικών κατασκευής, τόσο για το Ελληνικό, όσο και το Βουλγαρικό τμήμα, να βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη. Ο αγωγός μάλιστα, θα λειτουργεί σε πλήρη συνέργεια με τον Σταθμό LNG της Αλεξανδρούπολης, πολλαπλασιάζοντας τα οφέλη τους.
Με ένα μπαράζ λοιπόν κινήσεων, η ΔΕΠΑ διευρύνει τις δραστηριότητές της και εδραιώνει την ηγετική της θέση στην εγχώρια αγορά ενέργειας και παράλληλα κλιμακώνει την παρουσία της στα διεθνή έργα, αναπτύσσοντας τις υποδομές που εγγυώνται την ενεργειακή ασφάλεια της Ελλάδας και αναβαθμίζουν τη γεωπολιτική της σημασία.