Με τις παγκόσμιες οικονομικές εκπλήξεις να είναι πλέον οι χειρότερες από τον Ιούλιο του 2022, τα οικονομικά δεδομένα έχουν αρχίσει και γίνονται “βαρίδι” στις αποτιμήσεις των μετοχών. Ωστόσο, τα στοιχεία για το ΑΕΠ των ΗΠΑ το δεύτερο τρίμηνο υπενθύμισε στην αγορά ότι είναι πολύ νωρίς για να εγκαταλείψει το story οικονομική ανάπτυξη, όπως επισημαίνει η Deutsche Bank. Παράλληλα, παρά τις αρκετές αρνητικές ειδήσεις, η τρέχουσα περίοδος αποτελεσμάτων κερδοφορίας των εισηγμένων ήταν μέχρι στιγμής καλύτερη από την αναμενόμενη.
Επίσης, τα “κακά” οικονομικά νέα ήταν εν μέρει καλά νέα, καθώς τα ασθενέστερα οικονομικά στοιχεία έχουν αυξήσει την πιθανότητα περισσότερων μειώσεων επιτοκίων φέτος. Βραχυπρόθεσμα, η Deutsche Bank αναμένει ότι οι αγορές θα συνεχίσουν να διαπραγματεύονται με αρκετή μεταβλητότητα μέχρι να υπάρξει περισσότερη σαφήνεια σχετικά με την οικονομική τροχιά, ενώ παραμένει θετική στην Ευρώπη έναντι των ΗΠΑ, αναμένοντας ωστόσο ότι η σχετική απόδοση θα μειωθεί βραχυπρόθεσμα.
Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με τη νέα ανάλυση της Deutsche Bank για την επενδυτική στρατηγική, μετά από άφθονες συζητήσεις σχετικά με τον αντίκτυπο των γαλλικών εκλογών στις αγορές, η προσοχή στρέφεται και πάλι στα μακροοικονομικά δεδομένα και τα κέρδη. Οι απογοητευτικοί PMI, ειδικά στον τομέα της μεταποίησης, ένας ασθενέστερος από το αναμενόμενο δείκτης Ifo και η απογοητευτική ζήτηση από την Κίνα επιβαρύνουν τις αγορές.
Η D.B είχε προειδοποιήσει για πιθανές διορθώσεις λόγω των ολοένα και πιο αρνητικών οικονομικών εκπλήξεων στις προοπτικές μας για το τρίτο τρίμηνο και πλέον παγκόσμιες οικονομικές εκπλήξεις είναι οι χειρότερες των τελευταίων δύο ετών. Μια ταχύτερη επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης, κατά την άποψή της, είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την εποικοδομητική μακροπρόθεσμη προοπτική της αγοράς. Ωστόσο, όπως τονίζει, είναι πολύ νωρίς για να γίνει υπερβολικά επιφυλακτική. Το τελευταίο τρίμηνο αύξησης του ΑΕΠ των ΗΠΑ έφτασε στο 2,8% έναντι 2,0% που αναμενόταν. Επίσης, ο χαμηλότερος πληθωρισμός και τα ασθενέστερα στοιχεία αύξησαν τις πιθανότητες για περισσότερες μειώσεις επιτοκίων από τη Fed και την ΕΚΤ, το οποίο είναι υποστηρικτικό για τις αγορές.
Στο μέτωπο της κερδοφορίας, σχεδόν το 40% των εταιρειών του πανευρωπαϊκού δείκτη STOXX 600 έχουν ήδη ανακοινώσει αποτελέσματα δεύτερου τριμήνου τα οποία και έχουν κινηθεί καλύτερα από τις εκτιμήσεις. Αν και τα πιο αδύναμα μακροοικονομικά δεδομένα θα μπορούσαν να αποτελέσουν “απειλή” για την κερδοφορία β’ εξαμήνου, ωστόσο προς το παρόν η γερμανική τράπεζα εμμένει στην εκτίμησή της για αύξηση κερδών 5% για το οικονομικό έτος 2024, υποδηλώνοντας διψήφια θετική αύξηση κερδών στο δεύτερο μισό του έτους.
Το rotation και οι συστάσεις
Η Deutsche Bank συνεχίζει να πιστεύει ότι το rotation σε κλάδους και περιοχές είναι το κλειδί για τη δημιουργία υπεραπόδοσης. Οι προτιμήσεις των επενδυτών ήταν εξαιρετικά μονόπλευρες τους τελευταίους 18 μήνες. Ενώ ορισμένοι κλάδοι και παράγοντες ήδη τιμολογούν χαμηλότερα επιτόκια και μια ισχυρή κυκλική ανάκαμψη, άλλοι έχουν παραμεληθεί σε μεγάλο βαθμό από τους επενδυτές. Και οι αποδόσεις του τελευταίου μήνα δείχνουν πως το rotation έχει ξεκινήσει. Η τεχνολογία και οι βιομηχανικές εταιρείες παρουσιάζουν χαμηλή απόδοση, ενώ βασικά καταναλωτικά αγαθά, το real estate και η κοινή ωφέλεια που δεν είχαν “αγαπηθεί” προηγουμένως υπεραποδίδουν, οι μετοχές “αξίας” υπεραποδίδουν των μετοχών “ανάπτυξης”, τα small caps των large caps, η Ευρώπη έχει ανακάμψει έναντι των ΗΠΑ.
Η Deutsche Bank συστήνει overweight στάση, όπως τονίζει, σε εκείνους τους κλάδους που μέχρι πρόσφατα οι επενδυτές απείχαν, και συγκεκριμένα στα χημικά, τα βασικά καταναλωτικά αγαθά, το real estate και τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας. “Είμαστε overweight σε λιγότερο δημοφιλείς κλάδους με θετική ευαισθησία στα επιτόκια, ανάκαμψη κερδοφορίας και λογικές αποτιμήσεις”, όπως σημειώνει.
Παράλληλα, όπως επισημαίνει, οι μετοχές “αξίας” έχουν υποαποδώσει των μετοχών “ανάπτυξης” κατά 5,3% και τα small caps έναντι των large caps κατά 1,6% αυτόν τον μήνα. Αυτό μπορεί να φαίνεται παράλογο με την πρώτη ματιά. Η “αξία” συνήθως υπολειτουργεί σε περιβάλλον χαμηλότερων επιτοκίων και οι μικρές κεφαλαιοποιήσεις υποαποδίδουν κατά τη διάρκεια οικονομικής ύφεσης.
Σε περιφερειακό επίπεδο, η γερμανική τράπεζα έχει γίνει πιο επιφυλακτική στο trade μεταξύ Ευρώπης και ΗΠΑ μετά τις γαλλικές εκλογές. Καθώς προτιμά το trade της “αξίας” έναντι της “ανάπτυξης” προτιμά τον βρετανικό FTSE 100 εντός της Ευρώπης. Ο δείκτης έχει ένα ευνοϊκό μείγμα τομέων μεταξύ κυκλικών και αμυντικών, το οποίο αντικατοπτρίζει καλύτερα τις κλαδικές προτιμήσεις της D.B.. Επίσης, από το δεύτερο τρίμηνο, ο FTSE 100 έχει υπεραποδώσει των περισσότερων άλλων ευρωπαϊκών δεικτών όσον αφορά το προφίλ απόδοσης-κινδύνου, όπως προσθέτει.
Τέλος, η Deutsche Bank επισημαίνει πως παραμένει θετική για την Ευρώπη έναντι των ΗΠΑ μέχρι το τέλος του έτους. Ωστόσο, με την αυξανόμενη οικονομική αβεβαιότητα και τις λιγότερες ενδείξεις ανάκαμψης στα ευρωπαϊκά οικονομικά δεδομένα, πιστεύει ότι η σχετική απόδοση θα μειωθεί βραχυπρόθεσμα. Συνολικά εκτιμά πως ο STOXX 600 θα καταγράψει κέρδη της τάξης του 6% έως τα τέλη του 2024, φτάνοντας τις 540 μονάδες.
Οι οικονομολόγοι της αναμένουν ότι ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ της Ευρωζώνης θα ανακάμψει στο +0,5% και +0,4% το τρίτο και το τέταρτο τρίμηνο αντίστοιχα, σε τριμηνιαία βάση. ειδικά λόγω της ισχυρότερης προσωπικής κατανάλωσης. Σε συνδυασμό με τα πολύ ευνοϊκά αποτελέσματα βάσης, αναμένει ότι η κερδοφορία θα συνεχίσει να ενισχύεται φέτος (+5% έναντι -2% συναίνεση). Οι αγορές μετοχών θα υποστηριχθούν περαιτέρω από τις επερχόμενες μειώσεις επιτοκίων, ενώ η Ευρώπη θα ξεχωρίσει λόγω των σχετικά μη απαιτητικών αποτιμήσεων. Ωστόσο, όπως προειδοποιεί, εάν η οικονομία επιβραδυνθεί, πιθανότατα θα χρειαστεί να υποβαθμίσει τις προβλέψεις για τα κέρδη καθώς και για τον στόχος του STOXX 600.
Πηγή capital.gr