Γράφει ο Μαρίνος Σχετάκης*
Με έναν σύντομο ορισμό ο όρος δημοψήφισμα μπορεί να διατυπωθεί ως μια μορφή άμεσης δημοκρατίας, στο πλαίσιο της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, το οποίο διενεργείται, κυρίως, με πρωτοβουλία των οργάνων της πολιτείας ή και ομάδας πολιτών υπό προϋποθέσεις, προκειμένου το εκλογικό σώμα με την ψήφο του να εγκρίνει ή να απορρίψει ένα ζήτημα μείζονος σημασίας. Παρ’ όλα αυτά ο όρος αυτός από ανέκαθεν αλλά κυρίως τα τελευταία χρόνια φαίνεται να έχει εκλάβει έναν άλλου είδους χαρακτήρα, έναν χαρακτήρα ωφελιμιστικό, μονόπλευρο από την μεριά του εξουσιαστή, που αποσκοπεί στην αναγωγή και κάρπωση του αποτελέσματος προς την ικανοποίηση μεταξύ άλλων και των ιδίων συμφερόντων του.
Στην Ελλάδα, την χώρα που γέννησε την Δημοκρατία, πυλώνας και εγγυητής της οποίας είναι το δημοψήφισμα, έχουν διεξαχθεί στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν 8 δημοψηφίσματα (1920-2015), με ένα παραλίγο να αποτρέπεται την τελευταία στιγμή. Από αυτά, τα έξι αφορούσαν πολιτειακά ζητήματα, τουτέστιν την μεταβολή και την εκάστοτε εναλλαγή του πολιτεύματος, ένα την έγκριση Συντάγματος (1968) και ένα εθνικό θέμα, κατά το οποίο οι Έλληνες πολίτες κλήθηκαν την 5η Ιουλίου 2015 να εγκρίνουν ή να απορρίψουν την πρόταση των δανειστών, του λεγόμενου κουαρτέτου, για το πακέτο νέων μέτρων.
Η σημασία του ‘’ΝΑΙ’’ και του ‘’ΟΧΙ’’ στο δημοψήφισμα, ερμηνεύτηκε από τους οπαδούς των δύο απόψεων με περίσσιο πάθος, παρόλα αυτά, όπως αποδείχθηκε στην συνέχεια, το αποτέλεσμα δεν είχε καμία σημασία, καθώς το δημοψήφισμα από πλευράς του κ. Τσίπρα αποσκοπούσε μονάχα στην αποποίηση των πολιτικών του ευθυνών και την αποφυγή του πολίτικου κόστους της υπογραφής των μέτρων, πετώντας την μπάλα στην εξέδρα, αφήνοντας να πάρει την απόφαση ο λαός. Στην συνέχεια, ευτυχώς, για όλους φάνηκε πόσο καινοφανές και αποπροσανατολιστικό ήταν το εγχείρημα με την θεαματική μεταστροφή του πρωθυπουργού από το αποτέλεσμα του ‘’ΟΧΙ’’ σε ‘’ΝΑΙ’’.
Παρ’ όλο όμως το ομολογούμενο φιάσκο του δημοψηφίσματος, η Ελλάδα δεν πρωτοτύπησε στην μεταβολή και ερμηνεία, (ή καλύτερα) στην αναγωγή του διακυβεύματος του δημοψηφίσματος στον βωμό ιδιοτελών σκοπιμοτήτων από πλευράς των διεξαγόντων. Λίγα χρόνια νωρίτερα και συγκεκριμένα τον Μάιο του 2005, όταν στην Γαλλία ο τότε Πρωθυπουργός Ζακ Σιράκ, στα πλαίσια του ονείρου για την Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, προκήρυξε δημοψήφισμα για το Ευρωσύνταγμα. Με αυτόν τον τρόπο ήθελε στην ουσία να πάρει μια νίκη για να εμφανιστεί πανίσχυρος στις προεδρικές εκλογές του 2007. Για την ιστορία, με ένα ηχηρό «όχι» και ποσοστό 55% ο γαλλικός λαός έδωσε την απάντησή του, ενώ ο Σιράκ δεν κατέβηκε τελικά στις εκλογές του 2007.
Στο πρόσφατο παρελθόν, σε μια ακμάζουσα χώρα του Ευρωπαϊκού Βορρά, και συγκεκριμένα στις 23 Ιουνίου 2016 διεξήχθη δημοψήφισμα στο Ηνωμένο Βασίλειο για την παραμονή της χώρας ή την αποχώρησή της από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Προηγουμένως, είχε προηγηθεί η δέσμευση του πρωθυπουργού Ντέιβιντ Κάμερον πριν από τις γενικές εκλογές του 2015, πως εάν εκλεγεί θα διεξάγει δημοψήφισμα που θα κρίνει την παραμονή ή όχι του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Λίγο καιρό αργότερα, το αποτέλεσμα ήταν η επικράτηση της αποχώρησης με ποσοστό 51,9%. Έτσι ο Κάμερον, έπεσε στην ίδια του την παγίδα, καθώς συνέδεσε την εκστρατεία για την επικράτηση της παραμονής του Ηνωμένου Βασιλείου με την παραμονή του ή όχι στην πρωθυπουργία της χώρας. Επομένως, ο Κάμερον, μέσω του δημοψηφίσματος, κατάφερε μεν στις εκλογές του 2015 να επανακτήσει πρόσκαιρα την Πρωθυπουργία, άνοιξε δε τους ασκούς του Αιόλου, βάζοντας την Ε.Ε. σε περιπέτειες και ενδυναμώνοντας τις φωνές των Ευρωσκεπτικιστών.
Τέλος, σε μια παρόμοια κατάσταση βρέθηκε ο Ματέο Ρέντσι. Ο Ιταλός Πρωθυπουργός, κάλεσε τους Ιταλούς σε δημοψήφισμα στις 4 Δεκεμβρίου. Το συγκεκριμένο δημοψήφισμα αφορούσε, κυρίως, την μείωση του αριθμού των γερουσιαστών και την αποδυνάμωση της γερουσίας, την αλλαγή των διαδικασιών για την εκλογή του προέδρου της Δημοκρατίας και τον περιορισμό των δικαιοδοσιών των περιφερειών. To κύριο λάθος του, το οποίο αναγνώρισε και ο ίδιος, ήταν πως επέλεξε να προσωποποιήσει την αναμέτρηση, ανάγοντας την σε ψήφο εμπιστοσύνης στο πρόσωπό του. Το αποτέλεσμα και εδώ ήταν αρνητικό για τον Ιταλό Πρωθυπουργό, ο οποίος στο διάστημα που γράφεται αυτό το άρθρο αναμένεται να παραιτηθεί.
*Ο Μαρίνος Σχετάκης είναι προπτυχιακός φοιτητής στο ΟΠΑ και μέλος του Κέντρου Αστικής Μεταρρύθμισης.