Γράφει ο Γιάννης Νάκος
Έπειτα από πολύωρες και δύσκολες συζητήσεις, ολοκληρώθηκαν πριν λίγα εικοσιτετράωρα, έως έναν βαθμό, οι διαπραγματεύσεις της ελληνικής πλευράς με τους δανειστές. Η διαδικασία καθυστερούσε εδώ και αρκετό διάστημα, έτσι ώστε να συμφωνηθούν κάποια επί της αρχής βασικά ζητήματα που δεν επέτρεπαν την επιτυχή περάτωση των διαπραγματεύσεων.
Το νέο ΜΝΗΜΟΝΙΟ
Για ακόμη μια φορά διαπιστώθηκε στην πράξη, σύμφωνα και με τα όσα μέχρι στιγμής γνωρίζουμε, πως οι όποιες καθυστερήσεις είναι μαθηματικά βέβαιο πως θα επισύρουν και μια κλιμακωτή αύξηση του τελικού λογαριασμού. Έτσι λοιπόν και αυτήν την φορά, όπως και με τις προηγούμενες, το τελικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα θα βρει τον ελληνικό λαό και την ελληνική κυβέρνηση για ακόμη μια φορά με την πλάτη στον τοίχο και τις οικονομικές συμπληγάδες έτοιμες να εκμηδενίσουν τα όποια θετικά αποτελέσματα έχουν υπάρξει μέχρι στιγμής.
Τα τεχνικά σημεία του MoU
Το νέο πολυνομοσχέδιο το οποίο θα κατατεθεί από την κυβέρνηση μέσα στις επόμενες 10-12 ημέρες, εκτός του ότι αποτελείται από 120 και πλέον σελίδες διατάξεων, αναμένεται να δημιουργήσει θύελλα αντιδράσεων όσον αφορά το δημοσιονομικό του τμήμα και ιδιαίτερα τις φορολογικές διατάξεις που σχετίζονται με τις μειώσεις εισοδήματος σε μεγάλη μερίδα του πληθυσμού.
Ειδικότερα, η συμφωνία προβλέπει ενδεικτικά τις εξής μειώσεις:
Μειώσεις σε συνταξιούχους που παίρνουν προσωπική διαφορά. Αυτό σημαίνει στην πράξη μειώσεις σε κύριες και επικουρικές συντάξεις της τάξεως του 9%, με χρονικό ορίζοντα το 2019. (Συνολική επιβάρυνση = 1% του ΑΕΠ Κλάδος = Ασφαλιστικό)
Μειώσεις στο Αφορολόγητο από την 1/01/2020 και μετατόπιση του περίπου στα 5.865 ευρώ/έτος.
Στο νέο μνημόνιο προβλέπεται επίσης μείωση των συμβασιούχων, ώστε να πέσει ο αριθμός τους από 49.448 το Δεκέμβριο του 2016 σε 48.420 το Δεκέμβρη του 2019.
Παράλληλα και δεδομένης της αρκετά μεγάλης γκάμας των μειώσεων θα μπορούσε κανείς να συμπεριλάβει στα μέτρα και τις μειώσεις στα επιδόματα θέρμανσης (2018), τέκνων, ιατρικών δαπανών κτλ.
Τα αντίμετρα του νέου Μνημονίου
Εδώ αξίζει να δοθεί βάση. Τα όποια θετικά σημεία της διαπραγμάτευσης αναμένεται να προκύψουν μόνο εάν επιτευχθεί ο δημοσιονομικός στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα της τάξεως του 3,5% τουλάχιστον για το 2021-2022.
Ενδεικτικά, μπορεί κανείς να αναφερθεί στα αντίμετρα με θετική σκοπιά, καθώς με μια πρώτη ματιά τα μέτρα δείχνουν πως μπορούν να “ελαφρύνουν” έστω και λίγο την ήδη δοκιμαζόμενη ελληνική οικονομία, η οποία μάλιστα σύμφωνα και με τα προαναφερόμενα αναμένεται να δοκιμαστεί ακόμη περισσότερο στο εγγύς μέλλον.
Τα θετικά αντίμετρα στα οποία κάποιος αξίζει να αφιερώσει λίγο χρόνο για να τα επεξεργαστεί μπορούν να χωριστούν σε οικονομικής αλλά και οικονομικής φύσεως.
Τα οικονομικής φύσεως είναι τα εξής:
- Ελάφρυνση από το 2020 και έπειτα του πρώτου συντελεστή φορολόγησης φυσικών προσώπων από το 22% στο 20%.
- Ελάφρυνση από το 2020 του φορολογικού συντελεστή για τις επιχειρήσεις από το 29% στο 26%.
- Μείωση της εισφοράς αλληλεγγύης και μηδενισμός της για όσους έχουν εισόδημα έως 30.000 ευρώ/έτος.
- Μείωση επίσης του ΕΝΦΙΑ κατά 200 εκατομμύρια ευρώ, και σύνδεση του με τις εμπορικές αξίες των σπιτιών.
- Εξοικονόμηση χρημάτων για τους πολίτες από την συμμετοχή τους στα φάρμακα, καθώς από το 2019 θα μειωθεί η συμμετοχή για όλους τους ασφαλισμένους.
Τα κοινωνικής φύσεως αντίμετρα-θετικά σημεία της διαπραγμάτευσης ενδεικτικά περιλαμβάνουν τα εξής μέτρα:
- Επιδότηση ενοικίου κατά μέσο όρο 1.000 ευρώ τον χρόνο σε 600.000 οικογένειες.
- Επέκταση των σχολικών γευμάτων.
- Ενίσχυση στην επιδότηση 1ου+2ου παιδιού συνολικού κόστους 260 εκατομμύρια τον χρόνο.
- Αυξημένη συμμετοχή οικογενειών και των κατ’επέκταση παιδιών τους σε βρεφονηπιακούς σταθμούς.
- Δημιουργία νέων θέσεων εργασίας με συνολικό κόστος 250 εκατομμύρια ευρώ και επιπλέον χρηματοδότηση με άλλα 250 εκατομμύρια ευρώ από το ΠΔΕ.
Εν κατακλείδι, έχουμε να κάνουμε με μια προκαταρκτική συμφωνία η οποία εφόσον οδηγηθεί προς ψήφιση στην Βουλή θα ανοίξει τον δρόμο για τη συμφωνία και σε τεχνικό επίπεδο (SLA) στο Εurogroup της 22ας Μαΐου, ημερομηνία η οποία κατά πάσα περίπτωση θα επιφέρει εξελίξεις τόσο στο ζήτημα του Χρέους όσο και σε εκείνο της ποσοτικής χαλάρωσης.