Γράφει ο Ιπποκράτης Χατζηαγγελίδης
Ότι και αν συμφωνηθεί, όποιο ποσοστό Φ.Π.Α. και αν προβλέπει το νέο μνημόνιο, όσους νέους φόρους εμπνευσθούν οι μανδαρίνοι του Υπουργείου Οικονομικών, τίποτα δεν θα αλλάξει. Ο φοροεισπρακτικός μηχανισμός είναι αποδιαρθρωμένος, αναποτελεσματικός και διεφθαρμένος ενώ η φορολογική νομοθεσία είναι δαιδαλώδης, αλληλοσυγκρουόμενη, αντιαναπτυξιακή και -πρωτίστως- άδικη. Οι γκάφες και οι αστοχίες -από τον ΕΝΦΙΑ μέχρι τη λειτουργία του ΤAXIS- διαδέχονται η μία την άλλη με αποτέλεσμα την πλήρη σύγχυση και την ατελείωτη ταλαιπωρία των πολιτών και των επιχειρήσεων. Η απίστευτη κα Σαββαϊδου αποδεικνύει, με τον πλέον αδιαμφισβήτητο τρόπο, την πλήρη ανεπάρκεια προσώπων και πολιτικών! Η ίδια παρ’ ότι διαθέτει υψηλό βαθμό ανεξαρτησίας από την Κυβέρνηση, παρ’ ότι είναι τεχνοκράτης και όχι πολιτικός, δεν έχει καταφέρει απολύτως τίποτα, όπως και ο θλιβερός προκάτοχός της, Χάρης Θεοχάρης, ο οποίος βεβαίως κατάφερε το αδιανόητο: εξαργύρωσε την επαγγγελματική του αποτυχία με την εκλογή του ως Βουλευτής!!!
Βεβαίως, το πρόβλημα δεν είναι -ποτέ δεν ήταν- η προέλευση, τεχνοκρατική ή μη, του επικεφαλής των φοροεισπρακτικών υπηρεσιών. Το πρόβλημα ήταν και παραμένει η πλήρης έλλειψη σοβαρού σχεδιασμού της φορολογικής πολιτικής, η αντιαναπτυξιακή της αντίληψη, η οποία είναι αποτέλεσμα της τιμωρητικής/εκδικητικής λογική του επιτελείου και της υπαλληλικής ιεραρχίας του Υπουργείου Οικονομικών. Ανεξαρτήτως κυβερνήσεως –και με εξαίρεση την περίοδο Παλαιοκρασσά και Μάνου- το κρισιμότερο Υπουργείο επανδρώνεται από ανθρώπους χωρίς εμπειρία αγοράς, χωρίς γνώση της πραγματικής οικονομίας με εμμονές σε θεωρίες και ιδεοληψίες. (Θεοχάρης και Σαββαϊδου δεν αποτελούν εξαίρεση, αφού δεν προέρχονται από την παραγωγή, δηλαδή την πραγματική αγορά, αλλά μέσα από την θερμοκοιτίδα των ελεγκτικών εταιρειών και μάλιστα των μεγάλων…). Υπ’ αυτήν την έννοια, είναι λάθος η τοποθέτηση μη πολιτικού προσώπου ως επικεφαλής του φοροεισπρακτικού μηχανισμού και με αφήνει εντελώς αδιάφορο η άποψη των δανειστών ή όποιου άλλου. Η φορολογία είναι μια από τις κατ’ εξοχήν εκδηλώσεις της κρατικής εξουσίας και οφείλει να είναι απολύτως ελεγχόμενη από την εκλεγμένη πολιτική εξουσία. Οι επικεφαλής του φοροεισπρακτικού μηχανισμού, -πολιτικά πρόσωπα και υπηρεσιακοί παράγοντες- πρέπει να έχουν την εμπιστοσύνη της κυβερνήσεως, να έχουν εγκριθεί από την αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή και να λογοδοτούν διαρκώς σε αυτήν!
Ανεξαρτήτως κυβερνήσεως, την τελευταία 10ετία τα χρέη συσσωρεύονται και οι συνεχείς ρυθμίσεις αδυνατούν να λύσουν το πρόβλημα, ακριβώς επειδή έχουν σχεδιασθεί «μέσα στο κουτί». Η πλειοψηφία επαγγελματιών και επιχειρήσεων δεν διαθέτει φορολογική ενημερότητα, γεγονός που εμποδίζει τη νόμιμη οικονομική δραστηριότητα και γιγαντώνει την παραοικονομία. Η γραφειοκρατική και στενοκέφαλη λογική των ρυθμίσεων παρέχει μόνο κίνητρα μη υπαγωγής σε αυτές!!! Το αποτέλεσμα είναι, πλέον, προφανές: η φοροδιαφυγή και η παραοικονομία (λαθρεμπόριο και αδήλωτες δραστηριότητες) έχουν καταστεί κανόνας και όχι εξαίρεση.
Η συνεχής -παρανοϊκή και πέραν πάσης λογικής- φορολογική αφαίμαξη της οικονομίας, σε συνδυασμό με την πλήρη έλλειψη ρευστότητος λόγω της αδυναμίας του τραπεζικού συστήματος να χρηματοδοτήσει την παραγωγή, τροφοδοτούν το υφεσιακό σπιράλ με αποτέλεσμα συνεχώς να κλείνουν επιχειρήσεις όλων των μεγεθών και κλάδων. Πλέον, η ανεργία -ακόμη και με τις επίσημες μετρήσεις- κινείται άνω του ευρωπαϊκού μέσου όρου (άνω του 1.500.000 ανέργων) και θα συνεχίζει να αυξάνεται όσο δεν αλλάζει η αποτυχημένη οικονομική πολιτική. Εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά βρίσκονται στα πρόθυρα της χρεωκοπίας και 38% των Ελλήνων ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Όμως, την ίδια στιγμή, άλλες ευρωπαϊκές χώρες που επλήγησαν από την κρίση όπως η Ελλάδα, έχουν ήδη περάσει σε φάση ανάκαμψης…
Ουσιαστικώς, το φορολογικό μας σύστημα έχει καταρρεύσει! Τα οικονομικά επιτελεία -τόσο της παρούσης όσο και της προηγουμένης κυβερνήσεως- απέτυχαν πλήρως στο κρίσιμο πεδίο της φορολογικής νομιμότητος και εμπιστοσύνης. Πλέον και οι κατ’ επάγγελμα φοροφυγάδες τείνουν να αποκτήσουν άλλοθι και κοινωνική ανοχή! Το σύστημα αυτό δεν βελτιώνεται, δεν εξωραΐζεται, μόνο καταργείται.
Όμως, σκοπός του άρθρου αυτού δεν είναι τόσο ο φοροεισπρακτικός μηχανισμός, όσο η φορολογία καθ΄εαυτή, η οποία όπως προανέφερα είναι αντιαναπτυξιακή και άδικη, σχεδιασμένη μόνον ως μηχανισμός μεταφοράς πόρων από την παραγωγή προς τους «πελάτες» του φαύλου πολιτικού συστήματος. Είναι απολύτως απαραίτητη μια γενναία και δίκαιη Φορολογική Σεισάχθεια. Έχω και στο παρελθόν αναφερθεί στον όρο αυτό, αλλά μετά το πρόσφατο άρθρο μου Πρώτη Φορά Αριστερά, δέχθηκα πολλά σχετικά ερωτήματα. Δίσταζα να παρουσιάσω την ολοκληρωμένη πρότασή μου, τι νόημα θα είχε μέσα στον ορυμαγδό των ημερών και ενώ το ενδεχόμενο πλήρους κατάρρευσης δεν έχει ακόμη αποκλεισθεί; Όμως, μετά το εξαιρετικό άρθρο του Σπύρου Ριζόπουλου «κύριε Βαρουφάκη, ιδού οι δύο τρύπες σας στον ενιαίο Φ.Π.Α.», θεώρησα ότι δεν μπορούσα να το αναβάλω περισσότερο.
Φορολογική Σεισάχθεια σημαίνει κόψιμο του γόρδιου δεσμού των συσσωρευμένων φορολογικών χρεών με μια ριζική και οριστική τους ρύθμιση. Όμως, για να έχει νόημα μια τέτοια λύση, πρέπει να συνοδεύεται από μια ταυτόχρονη φορολογική επανεκκίνηση από μηδενική βάση με την εισαγωγή ενός ΛΙΤΟΥ, ΔΙΑΦΑΝΟΥΣ & ΔΙΚΑΙΟΥ φορολογικού συστήματος. Ενός συστήματος που θα δώσει τη δυνατότητα στη χειμαζόμενη οικονομία μας να αξιοποιήσει το σύνολο των πόρων της προς την κατεύθυνση της παραγωγής. Σήμερα παρουσιάζω την πρότασή μου για το πως πρέπει να είναι ένα τέτοιο σύστημα, ενώ την επόμενη εβδομάδα θα παρουσιάσω το περιεχόμενο και τον τρόπο εφαρμογής της Φορολογικής Σεισάχθειας.
Το Νέο Φορολογικό Σύστημα
α. Οι Φορολογικοί Συντελεστές πρέπει να είναι χαμηλοί ώστε να μην υπάρχει κίνητρο φοροδιαφυγής.
α.α. Ο Φ.Π.Α. δεν πρέπει, σε πρώτη φάση, να υπερβαίνει το 18% με την προοπτική να μειωθεί -εάν η πορεία των δημοσίων εσόδων το επιτρέψει- μέχρι και στο 12%. Όμως, η εφαρμογή του πρέπει να είναι καθολική, άνευ ειδικών κατηγοριών μειωμένων συντελεστών. Δεν νοείται δραστηριότητα άνευ προστιθεμένης αξίας, ούτε είναι ηθικό και δίκαιο να πριμοδοτούνται κάποιες δραστηριότητες μέσω απαλλαγής των.
α.β. Ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων πρέπει να ξεκινήσει από 35% με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα κλιμακώσεως προς τα κάτω και ρήτρα αποδόσεως: όσο μεγαλώνουν τα φορολογικά έσοδα τόσο θα μειώνονται οι συντελεστές μέχρι και το 15%.
α.γ. Η φορολογία των ανωνύμων εταιρειών και των ε.π.ε. πρέπει να είναι αυτοτελής και χαμηλή για ένα σημαντικό χρονικό διάστημα ώστε να υπάρξουν άμεσα κίνητρα ανάκαμψης της επιχειρηματικής δραστηριότητος. Ένας συντελεστής της τάξεως του 15%, σταθερός για 10 έτη, θα αποτελέσει εξαιρετικό κίνητρο ανάπτυξης και προσελκύσεως κεφαλαίων. Μετά το πέρας της 10ετίας -και αναλόγως των οικονομικών εξελίξεων- μπορούμε να αυξήσουμε την φορολογία νομικών προσώπων, αν αυτό δεν πλήξει την οικονομική ανάπτυξη.
β. Οι ανωτέρω ρυθμίσεις δεν έχουν νόημα χωρίς Καθολική Αναγνώριση των Δαπανών και Πλήρη Έκπτωσή τους από το Εισόδημα. «Ότι δαπανώ εγώ είναι εισόδημα γι’ αυτόν που το εισπράττει!!!»
– Η ρύθμιση αυτή ευνοεί την κατανάλωση, η αύξηση της οποίας ενισχύει την οικονομική δραστηριότητα και αυξάνει την απόδοση του Φ.Π.Α. Όμως, πρωτίστως, το μέτρο αυτό καταπολεμά την φοροδιαφυγή αφού δίνει κίνητρο λήψεως αποδείξεων για κάθε δαπάνη.
– Η εφαρμογή του καθιστά άνευ περιεχομένου τη συζήτηση περί αφορολόγητου ορίου.
– Η παρακολούθηση είναι απολύτως εφικτή μέσω μιας ηλεκτρονικής κάρτας καταγραφής των συναλλαγών μας, συνδεόμενη σε πραγματικό χρόνο με το σύστημα TAXIS.
– Πλέον της αυξήσεως των εσόδων και της καταπολεμήσεως της φοροδιαφυγής και φοροκλοπής, το σύστημα αυτό δίνει στο Υπουργείο Οικονομικών τη δυνατότητα παρακολουθήσεως των εσόδων από την έμμεση φορολογία σε πραγματικό χρόνο, άρα και την ανάλογη δυνατότητα ταμειακού προγραμματισμού.
– Τελικώς, θα έχει ευεργετικές επιπτώσεις και στο πεδίο του κρατικού δανεισμού, αφού αυτός θα προγραμματίζεται με μεγαλύτερη ακρίβεια ενώ η αξιοπιστία των φορολογικών στοιχείων θα συντελέσει στην πτώση των επιτοκίων του.
γ. Φορολογείται Μόνο το Εισόδημα.
γ.α. Τα ακίνητα επιβαρύνονται μόνο με ένα δημοτικό τέλος. Για λόγους επανεκκινήσεως της αγοράς ακινήτων, και για μια μεταβατική περίοδο 5 έως 10, ετών το εισόδημα από ακίνητα φορολογείται αυτοτελώς. Επίσης, για την ίδια περίοδο, τα κλειστά επαγγελματικά ακίνητα πρέπει να καταβάλλουν υψηλότερο τέλος ώστε να δημιουργείται κίνητρο για την χρήση τους. Μη χρησιμοποιούμενα αστικά οικόπεδα επιβαρύνονται με διπλάσιο τέλος. Οι μεταβιβάσεις ακινήτων φορολογούνται με πολύ χαμηλό συντελεστή ώστε να είναι εύκολη η εμπορευματοποίησή τους.
γ.β. Πλήρης φορολογική ουδετερότητα για εταιρείες κεφαλαιακών συμμετοχών ώστε να υπάρχουν κίνητρα επενδύσεων στην πραγματική οικονομία.
γ.γ. Λοιπά περιουσιακά στοιχεία όπως αυτοκίνητα, σκάφη αναψυχής κλπ. φορολογούνται μόνο κατά την απόκτησή των ενώ επιβαρύνονται μόνο με ετήσια τέλη. Επίσης, θεωρούνται τεκμήριο μόνο κατά τη διαδικασία του πόθεν έσχες και όχι για τη φορολογία εισοδήματος.
γ.γ.α. Ιδίως τα σκάφη αναψυχής πρέπει να θεωρούνται σημαντικός παράγοντας οικονομικής ανάπτυξης για μια χώρα όπως η Ελλάδα με τόσο εκτεταμένες ακτές και αριθμό νησιών. Η ελεύθερη φορολογίας κατοχή -ιδιωτικών- σκαφών αναψυχής θα τονώσει την βιομηχανία κατασκευής τους, θα φέρει έσοδα νηολογήσεως τα οποία τώρα νέμονται ξένες σημαίες ευκαιρίας και θα υποβοηθήσει τον κλάδο ενοικιάσεως σκαφών, στον οποίο σήμερα πλειοψηφούν οι ξένες εταιρείες.
γ.γ.β. Η χαμηλή φορολογία των αυτοκινήτων θα βοηθήσει στην τακτική ανανέωση του στόλου με ότι αυτό σημαίνει για το περιβάλλον και την ασφάλεια των μετακινήσεων.
δ. Άμεση κατάργηση όλων των φόρων & τελών υπέρ τρίτων, οι οποίοι έχουν κόστος συλλογής μεγαλύτερο από το αποτέλεσμά τους, επιβαρύνουν υπέρμετρα την οικονομία, τόσο λόγω του κόστους υπολογισμού (λογιστήρια) όσο και εισπράξεώς των (ΔΟΥ). Το κυριότερο, όμως, όφελος από την κατάργησή τους είναι η πλήρης διαφάνεια των οικονομικών δραστηριοτήτων και η κατάργηση μιας σημαντικής πηγής στρεβλώσεων και νοθεύσεως του ανταγωνισμού. Εξαιρέσεις που αφορούν πολύ ειδικές περιπτώσεις πρέπει να εξετάζονται από μηδενική βάση και, κατά προτίμηση, να επιβαρύνουν τον κοινωνικό προϋπολογισμό γιατί οι αυτοματισμοί του φορολογικού συστήματος μετατρέπουν τέτοιες εξαιρέσεις σε επικίνδυνη στρέβλωση.
ε. Αυστηρές οικονομικές συνέπειες για όσους συλληφθούν να φοροδιαφεύγουν. Τα πρόστιμα πρέπει να είναι υψηλά ώστε -σε συνδυασμό με τους χαμηλούς συντελεστές- να είναι αποτρεπτικά. Επίσης, πρέπει να καταδεικνύεται ότι η φοροδιαφυγή αποτελεί αδίκημα εις βάρος του κοινωνικού συνόλου, αφού όποιος δεν πληρώνει τους φόρους που -ευλόγως και δικαίως- του αναλογούν, μετακυλύει το βάρος στους υπολοίπους. Δεν υπάρχει αιτιολογία φοροδιαφυγής και φοροκλοπής σε ένα τόσο φιλικό σύστημα χαμηλών συντελεστών.
ε.α. Για κάθε φορολογούμενο -νομικό ή φυσικό πρόσωπο- θα τηρείται ατομικό μητρώο, στο οποίο θα καταγράφεται η φορολογική του συμπεριφορά. Τις δύο πρώτες φορές που θα υποπέσει σε φορολογικό αδίκημα τα πρόστιμα θα είναι υψηλά χρηματικά ποσά. Την τρίτη φορά πρέπει να του απαγορεύεται η άσκηση επαγγελματικής ή επιχειρηματικής δραστηριότητος. (Ως φορολογικά αδικήματα δεν θεωρούνται τα απλά/τυπικά παραπτώματα, για τα οποία επιβάλλονται διοικητικά πρόστιμα. Βεβαίως, και τα πρόστιμα πρέπει να κλιμακώνονται αυξητικώς σε περίπτωση επαναλήψεως του αδικήματος.) Όποιος καταδικασθεί 3 φορές για φοροδιαφυγή θα μπορεί να εργασθεί μόνον ως μισθωτός ή αγρότης και όχι στο δημόσιο. Τα φορολογικά δικαστήρια και οι υποθέσεις Φ.Π.Α. πρέπει να εκδικάζονται εντός χρονικού διαστήματος 6 μηνών, ώστε το σύστημα να είναι αξιόπιστο.
ε.β. Επί 6 μήνες από την έναρξη εφαρμογής του νέου συστήματος, οι ποινές θα είναι ενδεικτικές: θα επιβάλλονται αλλά δεν θα εκτελούνται ώστε όλοι να έχουν χρόνο εξοικειώσεως με το νέο σύστημα. Κάθε άλλη ποινική διάταξη σχετική με τη φορολογία καταργείται, πλην υπεξαιρέσεως Φ.Π.Α.
Δεν είναι δύσκολο να αντιληφθούμε την θετική επίπτωση που θα έχει στο Α.Ε.Π. η υλοποίηση μιας τέτοιας προτάσεως. Θεωρώ ασφαλή την πρόβλεψη ότι ένα τέτοιο φορολογικό σύστημα θα εκτινάξει την οικονομική δραστηριότητα με συνέπεια η αύξηση της φορολογητέας ύλης να εξισορροπήσει, ίσως και να υπερβεί, τις «ζημίες» από την μείωση των συντελεστών. Βεβαίως, την απτή απόδειξη μπορεί να παράσχει μια προσομοίωση των φορολογικών εσόδων υπό ένα τέτοιο σύστημα. Δυστυχώς, δεν έχω αυτή τη δυνατότητα, αλλά -και κυρίως- τις απαραίτητες πληροφορίες ώστε να δώσω συγκεκριμένες αριθμητικές προβλέψεις. Όμως, οι γνωστές -δια του τύπου- μετρήσεις και μελέτες τις τελευταίας 20ετίας μας πείθουν ότι ένα σύστημα χαμηλών συντελεστών και θετικών αυτοματισμών (όπως η πλήρης και καθολική έκπτωση των δαπανών από το εισόδημα) θα αυξήσει καθέτως τα φορολογικά έσοδα, λόγω αυξήσεως της φορολογητέας ύλης, ενώ θα μειώσει στο ελάχιστο το -ακόμη πολύ υψηλό- κόστος του φορολογικού μηχανισμού, ο οποίος είναι σχεδιασμένος σε αστυνομική/κατασταλτική βάση.