Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
Τα επεισόδια είναι πολλά: η αδυναμία του ΣτΕ να συζητήσει επί των προσφυγών τηλεοπτικών σταθμών, με τον πρόεδρο Νίκο Σακελλαρίου να επικαλείται το «κακό κλίμα» και, εμμέσως πλην σαφώς, τη δημόσια συζήτηση που είχε προηγηθεί υπό την αιγίδα της Ένωσης Δημοσιολόγων μεταξύ του Ευάγγελου Βενιζέλου και του καθηγητή Ιωάννη Δρόσου, η παραίτηση δύο αντιπροέδρων του ΣτΕ από την Ένωση Δικαστικών Λειτουργών, η επίσκεψη των επικεφαλής των Ανωτάτων Δικαστηρίων στο Μέγαρο Μαξίμου, όπου άκουσαν τον πρωθυπουργό να εξαγγέλλει αυξήσεις στις αποδοχές των δικαστικών και η δήλωση εκ νέου του κ. Σακελλαρίου έξω από το Μαξίμου αναφορικά με «το καθήκον των δικαστών να πιάσουμε τον σφυγμό της ελληνικής κοινωνίας».
Όλα αυτά δείχνουν πως η θεσμική λειτουργία στην πατρίδα μας βρίσκεται σε δοκιμασία. Αναμφίβολα, πρόκειται για κάτι ιδιαίτερα σοβαρό, πολλώ δε μάλλον όταν επίκεινται κρίσιμες αποφάσεις για ζητήματα καίρια, όπως π.χ. ο νόμος Παππά για τις τηλεοπτικές άδειες. Προσπαθώ να καταλάβω ορισμένα πράγματα που διάβαζα σε ρεπορτάζ το πρωί της Πέμπτης. Γιατί υπήρχε η ανάγκη να πέσουν οι τόνοι μεταξύ κυβέρνησης και δικαιοσύνης; Ανεξάρτητη δεν είναι η δικαιοσύνη; Αν υπάρχει ένταση εντός της δικαιοσύνης, τι ανάγκη έχει ο πρωθυπουργός να παρέμβει; Επίσης, γιατί ο κ. Τσίπρας ανακοινώνει παρουσία του γενικού γραμματέα Φραγκίσκου Κουτεντάκη παρεμβάσεις στα μισθολόγια των δικαστών μπροστά στους επικεφαλής των τριών ανώτερων δικαστηρίων της χώρας; Δεν υπάρχουν συνδικαλιστές της Ένωσης Δικαστών, οι οποίοι καταπιάνονται με αυτά τα θέματα και οι οποίοι θα μπορούσαν κάλλιστα να έχουν ζητήσει μια συνάντηση από τον πρωθυπουργό;
Οι δηλώσεις δε του κ. Σακελλαρίου που προαναφέρθηκαν- ναι, αυτές με τον σφυγμό της ελληνικής κοινωνίας- είναι εντελώς εκτός πραγματικότητας. Βασικά, είναι αδιανόητο ο πρόεδρος του ανωτάτου διοικητικού δικαστηρίου της χώρας να κάνει λόγο για τον «σφυγμό της κοινωνίας». Τα δικαστήρια, με τα λίγα νομικά που ξέρω τουλάχιστον, δεν απονέμουν δικαιοσύνη με βάση τον σφυγμό της κοινωνίας, αλλά με βάση τους δικανικούς κανόνες και γενικώς με βάση τα όσα προβλέπει ο νόμος. Όλα τα υπόλοιπα, είναι μια παρελκυστική συζήτηση. Βέβαια, ο κ. Σακελλαρίου το έχει ξανακάνει, όταν κατά την πρόσφατη έναρξη της συνεδρίασης του ΣτΕ επέλεξε να χρωματίσει και να πολώσει τη συνεδρίαση, χαρακτηρίζοντάς την ως κρίσιμη. Από πού και ως πού προκύπτουν αυτά τα πράγματα; Από πού και ως πού μπορεί ένας ανώτατος δικαστικός λειτουργός να τοποθετείται με τέτοιον τρόπο;
Ό,τι και να λέει το Μέγαρο Μαξίμου, αλλά και η ΝΔ, το ζήτημα είναι ουσίας: κατά πόσο η δικαιοσύνη λειτουργεί ανεξάρτητα, μακριά από κάθε παρέμβαση και μεθόδευση. Είμαι ο τελευταίος που θέλει να αμφισβητήσει την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και ο τελευταίος που δεν θα σεβαστεί απόφασή της. Πλην όμως, τα όσα συμβαίνουν και μάλιστα σερί τις τελευταίες ημέρες, δημιουργούν εύλογη ανησυχία σε μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης, αναφορικά με το τι συμβαίνει στον χώρο της δικαιοσύνης και γενικότερα αναφορικά με τη λειτουργία των θεσμών και του κράτους-δικαίου στη χώρα. Και η δικαιοσύνη είναι η μόνη που μπορεί να απαντήσει πειστικά σε αυτές τις ανησυχίες, ξορκίζοντάς τις οριστικά.
Η κυβέρνηση, ό,τι και να πει, δεν μπορεί.