Ξεκίνησε η δίκη σε δεύτερο βαθμό του χρονου ντράμερ που κατηγορείται για αποπλάνηση ανήλικης.
«Μπορεί να μην είναι βιασμός, αλλά βιάστηκε η ψυχή της, έχασε την εμπιστοσύνη στους ανθρώπους», κατέθεσε ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Εφετείου η μητέρα του κοριτσιού, μαθήτριας πλέον της Β’ Λυκείου. Σύμφωνα με τη μάρτυρα άρχισε να υποψιάζεται ότι κάτι περίεργο συνέβαινε με τον κατηγορούμενο μουσικό, όταν ένα άλλο κοριτσάκι γειτόνων είπε ότι ο κατηγορούμενος της ζήτησε να κατεβάσει τα εσώρουχά του.
«Το Πάσχα του 2013 είχαμε πάει στο εξοχικό μας στον Ωρωπό. Τότε η κόρη μου ήταν 8 ετών. Τη Δευτέρα του Πάσχα, όταν εγώ είχα επιστρέψει στην Αθήνα, ο σύζυγός μου άκουσε τον πατέρα του άλλου κοριτσιού να φωνάζει στο παιδί να φύγει από το σπίτι του κατηγορούμενου.
Μετά μου είπε ο σύζυγός μου ότι η γιαγιά της μικρούλας του εξήγησε ότι ο κατηγορούμενος είπε στο κορίτσι να κατεβάσει τα εσώρουχα και εκείνο απάντησε ότι “αυτό το κάνουμε μόνο στον μπαμπά και στη μαμά” και έφυγε. Αυτό το περιστατικό με θορύβησε. Το συζητήσαμε με το σύζυγο. Ρωτήσαμε τους γονείς της μικρούλας. Τότε ανακάλεσα στο μυαλό μου ένα περιστατικό το 2011.Μου είχε πει η κόρη μου “ο κ. Γιώργος μου είπε ότι του άρεσε να τον γαργαλάμε χαμηλά στην κοιλίτσα”. Δεν πονηρεύτηκα τότε. Ήταν πολύ φιλικός με τα παιδιά, τον θυμάμαι σε ένα στρώμα θαλάσσης με όλα τα παιδάκια πάνω σαν μελισσούλες και μάλιστα αναρωτιόμουν, πού τη βρίσκει τόση όρεξη.
Ρώτησα το παιδί μου εάν έχει συμβεί κάτι και μου απάντησε “έπιασε το πιπί μου και τον ποπό μου και έβαλε το χέρι μου να πιάσω το δικό του πουλί”. Σοκαρίστηκα, το παιδί μου είπε ότι ντρεπόταν και γι’ αυτό δεν μου είχε πει τίποτα.
Είπα στη μητέρα του άλλου κοριτσιού να πάμε στην αστυνομία. Εκείνη μου είπε “θα τον πιάσω, θα τον σκίσω…” Της είπα να ηρεμήσει και να πάμε στην αστυνομία. Πήρα στην υπηρεσία ανηλίκων και μου είπαν ότι έχουν άνθρωπο ειδικό και να κλείσουμε ένα ραντεβού. Η άλλη μαμά άρχισε να φοβάται ότι “το παιδί μου θα εκτεθεί”. Με πήρε τηλέφωνο ο κατηγορούμενος και άρχισε να φωνάζει “τι πας να κάνεις; Θα κλείσουν σπίτια…”».
Η μητέρα του κοριτσιού συνέχισε την κατάθεσή της λέγοντας ότι τελικά πήγε στην αστυνομία και προχώρησε στην καταγγελία.
«Πήγα το παιδί και κατέθεσε με λεπτομέρειες. Εξετάστηκα κι εγώ μετά, ήταν μια πολύ οδυνηρή εμπειρία.
Το παιδί μου από το 2012 είχε αρχίσει να έχει νυχτερινή ενούρηση. Πήγα λοιπόν σε ειδικό. Το παιδί ένιωθε ντροπή. Ο κατηγορούμενος την έβαζε και έβλεπε ταινίες παιδικά, συναυλίες των Πυξ Λαξ και την έπιανε στο σώμα, την απασχολούσε με κάτι που της άρεσε στην τηλεόραση κι εκείνος την άγγιζε.
Μπορεί να μην είναι βιασμός, αλλά βιάστηκε η ψυχή της, έχασε την εμπιστοσύνη στους ανθρώπους, φοβόταν όταν την άγγιζαν στο σχολείο να της πουν “μπράβο” για κάτι. Δεν την άφηνα να πηγαίνει σε σπίτια φίλων της, εάν υπήρχε μπαμπάς στο σπίτι.
Δεν μπορούσε να μεγαλώσει φυσιολογικά, γιατί; Γιατί ο κατηγορούμενος ήθελε να ασκήσει τα διαστροφικά του ένστικτα στο δικό μου παιδί…
Τα έκανε αυτά όταν ήταν μόνος. Από το 2011 έως το 2013. Και είχε προετοιμάσει το έδαφος με τα χαϊδέματα στην κοιλίτσα.
Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι κάτω από το τραπέζι που ήμασταν όλοι αυτός θα χάιδευε το παιδί.
Σήμερα η κόρη μου είναι στη Β’ Λυκείου και θέλει να σπουδάσει ψυχολογία. Έχει κάνει εκπληκτική πρόοδο, αλλά θεωρώ ότι όλα αυτά θα την ακολουθούν στη ζωή της, στις σχέσεις της, στο γάμο της. Την παρακολουθεί ακόμα ειδικός».
Κατά τη σημερινή διαδικασία ο κατηγορούμενος, μέσω του δικηγόρου του υπέβαλε αίτημα να οριστεί πραγματογνώμονας από το δικαστήριο και να τον εξετάσει εάν είναι παιδόφιλος.
«Μεθοδευμένα ελήφθη η κατάθεση της ανήλικης. Ο κατηγορούμενος δηλώνει αθώος και ζητεί να εξεταστεί για το εάν πάσχει από παιδοφιλία. Να διοριστεί πραγματογνώμονας να τον εξετάσει», ανέφερε ο συνήγορος υπεράσπισης του ντράμερ.
Η έναρξη της σημερινής συνεδρίασης καθυστέρησε σχεδόν δύο ώρες εξαιτίας της ενδυματολογικής εμφάνισης του κατηγορούμενου, καθώς φορούσε βερμούδα και μακό μπλουζάκι, επειδή όπως εξήγησαν οι δικηγόροι του, οι οικείοι του δεν κατάφεραν να του παραδώσουν το κοστούμι του στις φυλακές. Έφεραν το κοστούμι στο δικαστήριο, όμως οι αστυνομικοί δεν τον άφηναν να αλλάξει ρούχα για λόγους ασφαλείας.