Με πολλά και καλά βιβλία στο ενεργητικό του, ο Δημήτρης Σωτάκης ήταν ο συγγραφέας που εκπροσώπησε φέτος την Ελλάδα στη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου του Πεκίνου. Το μυθιστόρημά του «Το θαύμα της αναπνοής», υποψήφιο το 2014 για το σημαντικό γαλλικό λογοτεχνικό βραβείο Jean Monnet, μεταφράστηκε στα κινεζικά και κυκλοφόρησε από εκδοτικό οίκο της Ταϊβάν, πουλώντας, ωστόσο, αντίτυπα σε ολόκληρη την Κίνα. Τίποτε δεν είναι τυχαίο. Ο συγγραφέας μιλάει, γράφει και διδάσκει κινεζικά ενώ το 2011 μετέφρασε το μυθιστόρημα της Άι Μι «Το δέντρο με τα λευκά άνθη» (εκδόσεις Ψυχογιός), που άγγιξε στην Κίνα τον αριθμό των 3 εκ. αναγνωστών ενώ έγινε και μεγάλη κινηματογραφική επιτυχία (με τον ίδιο τίτλο) από τον Ζαν Γιμού.
Στην 24η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου του Πεκίνου, τον περασμένο Αύγουστο φιλοξενήθηκαν πολλοί σύγχρονοι κινέζοι συγγραφείς (ανάμεσά τους οι Τσάο Γουενσουάν, Φενγκ Τανγκ, Λου Μιν, Λιου Τζενγιούν και Σι Τσουάν), καθώς και συγγραφείς από τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία, τη Σουηδία, το Ιράν και τη Βραζιλία. «Έλαβα μέρος σε δύο εκδηλώσεις», λέει ο Δ. Σωτάκης στο ΑΠΕ-ΜΠΕ: «Η πρώτη έγινε στο εκπληκτικό βιβλιοπωλείο “Bookworm” κι εκεί είχα την ευκαιρία να συζητήσω με τον Σου Ζετσέν για το πώς η πόλη επηρεάζει τη μυθιστορηματική αφήγηση. Στη δεύτερη εκδήλωση, που έγινε στον χώρο της έκθεσης, στο China International Exhibition Center (NCIEC), παρουσίασα το “Θαύμα της αναπνοής”».
Πότε και γιατί ήρθε σε επαφή ο Δ. Σωτάκης με τα κινεζικά; «Άρχισα να μαθαίνω κινεζικά πριν από 14 χρόνια. Όχι ακριβώς εξαιτίας της Κίνας και του πολιτισμού της, αλλά από ένα είδος γλωσσολογικής διαστροφής. Τα κινεζικά μού προκαλούσαν και μου προκαλούν ένα τεράστιο δέος. Είναι μια γλώσσα χωρίς σημείο αναφοράς. Μια γλώσσα ομόηχη, που μας κάνει να πιστεύουμε πως όλα είναι τα ίδια ενώ τα πάντα είναι διαφορετικά. Οι Κινέζοι ξέρουν πολύ καλά τις δυσκολίες της γλώσσας τους, γι’ αυτό και υποδέχονται με απίστευτη θερμότητα όποιον έχει μοχθήσει να τη μάθει. Στην Ελλάδα δεν έχουμε μεταφραστές λογοτεχνίας από τα κινεζικά και κάτι τέτοιο έχει, προφανώς, το κόστος του για μας. Άλλο να μεταφράζει κανείς τους Κινέζους από ευρωπαϊκές γλώσσες κι άλλο απευθείας από τη δική τους γλώσσα».