Γράφει ο Γιάννης Νάκος
Λίγα εικοσιτετράωρα μετά και το Εurogroup, βλέπουν το φως της δημοσιότητας αρκετά δημοσιεύματα αλλά και διαρροές πληροφοριών που αποκαλύπτουν το βαθύ και μεγάλο χάσμα ανάμεσα στο Ταμείο και την Γερμανία.
Με τα μέχρι στιγμής δεδομένα, είναι ολοφάνερο πως έπειτα από όλη αυτήν την χρονοκαθυστέρηση των διαπραγματεύσεων, δυστυχώς, δεν έχει επιτευχθεί η απαιτούμενη συναίνεση στα δύο στρατόπεδα, γεγονός που συνηγορεί στο να βρίσκεται η Ελλάδα για ακόμη μια φορά σε μειονεκτική θέση.
Εάν υποθέσουμε ότι η επόμενη συνεδρίαση του Εurogroup στις 15 Ιουνίου είναι ουσιαστικά μια από τις τελευταίες ελπίδες της κυβέρνησης για να επιτύχει έναν συμβιβασμό, τότε εύκολα μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα πως ο χρόνος ‘’καίει’’ και πως δεν υπάρχει ούτε δευτερόλεπτο για χάσιμο.
Αυτό είναι ίσως το μόνο στο οποίο συμφωνούν όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, καθώς αναγνωρίζουν πως μια περαιτέρω καθυστέρηση στις διαπραγματεύσεις θα έθετε σε κίνδυνο την μέχρι τώρα πορεία των συζητήσεων και θα έβαζε από την πίσω πόρτα σενάρια για αποσταθεροποίηση της Ευρώπης αλλά και συστημικού κινδύνου που θα είχε ως πρώτο αποδέκτη την Ελλάδα.
Παρόλο που μέχρι στιγμής έχουμε μπαράζ παρασκηνιακών διαβουλεύσεων, τουλάχιστον για τις επόμενες δύο ημέρες δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα κάποια προοπτική εξεύρεσης λύσης και αυτό διότι ούτε το ΔΝΤ αλλά ούτε και η γερμανική πλευρά είναι πρόθυμοι να βάλουν ‘’νερό στο κρασί τους’’.
Βέβαια, ένα τέτοιο ενδεχόμενο φυσικά και με βρίσκει αντίθετο, όπως νομίζω και κάθε Έλληνα που σκέφτεται και ευελπιστεί για το καλό της πατρίδας του, όμως θα ήταν σώφρον να σκεφθούμε εάν και εμείς οι ίδιοι έχουμε βάλει το λιθαράκι μας για να φθάσουμε σε αυτήν την κάκιστη σημερινή θέση που βρισκόμαστε.
Δεν χωράει καμία αμφιβολία πως οι διαπραγματευτικές ενέργειες της χώρας κινούνταν και πιθανότατα θα συνεχίσουν να οδεύουν σε ένα επίπεδο πολιτικής αντίληψης που δυστυχώς δεν ανταποκρίνεται σε μια ευρωπαϊκή χώρα, ενώ δείχνουν να οριοθετούνται σε πρακτικές χωρών κυρίως της Αφρικανικής Ηπείρου.
Κρίνεται επιτακτικά αναγκαίο αλλά και αυστηρώς κατάλληλο να επιτευχθεί όσον το δυνατότερο μια συμφωνία με τους δανειστές μας, αφενός στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης και αφετέρου στο ζήτημα της διευθέτησης του ελληνικού χρέους.
Προσοχή όμως! Επ’ ουδενί δεν θα πρέπει να συνηγορήσουμε με την στάση, τα λεγόμενα αλλά και τις μελλοντικές μας ενέργειες στην υιοθέτηση δύο σεναρίων.
Πρώτον της μη ουσιαστικής εμπλοκής του ΔΝΤ στο δημοσιονομικό πρόγραμμα της Ελλάδας, γεγονός που συζητιέται ‘’κάτω από το τραπέζι’’ και που πρακτικά προκρίνει λύση με αρνητική εισήγηση του Ταμείου στις χώρες που εκπροσωπεί για συμμετοχή στο πρόγραμμα και τυπικά της δέσμευσης του για ΈΝΑ ΝΕΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ με την Ελλάδα με το πέρας του υφιστάμενου 3ου Μνημονίου το 2018.
Και δεύτερον της αποδοχής εκ μέρους μας των προτάσεων που κυμαίνονται σε υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα για περισσότερα από 5-6 χρόνια. Ο λόγος είναι ότι παρότι και το Ταμείο αλλά και η Γερμανία δείχνουν να γνωρίζουν πως κάτι τέτοιο συγκεντρώνει ελάχιστες ως μηδαμινές προοπτικές επιτυχίας, εντούτοις όμως η γερμανική πλευρά ένεκα των γερμανικών εκλογών του Σεπτεμβρίου δεν θα συμφωνήσει σε ένα τέτοιο σενάριο επί της βάσης του οποίου η Ελλάδα ναι μεν έχει συμφωνήσει (κακώς), αλλά προσπαθεί να αντισταθμίσει αυτήν την συμφωνία με τις λεγόμενες ‘’παραχωρήσεις για το Χρέος’’. Όπου Χρέος και γερμανικές εκλογές Σεπτεμβρίου, σημειώσατε διπλό.
Αυτό λοιπόν που διαπιστώνει κάποιος με τα μέχρι στιγμής δεδομένα είναι πως η λύση βρίσκεται κάπου στην μέση και προϋποθέτει έναν συμβιβασμό και των τριών πλευρών, με την Γερμανία να δέχεται κάποιες τροποποιήσεις για το Χρέος (έστω και σε θεωρητικό υπόβαθρο για μετά το 2018), το Ταμείο να συμμετέχει στο πρόγραμμα μέχρι το 2018 και την ελληνική πλευρά να τηρήσει τα όσα έχει ήδη ψηφίσει όσον αφορά τις μεταρρυθμίσεις στις οποίες πρέπει να προβεί για να ανακάμψει η οικονομία.
Ο χρόνος κυλάει… και η συμφωνία απομακρύνεται μέρα την μέρα, για αυτό ΛΥΣΕΙΣ, και μάλιστα λύσεις όσο το δυνατόν γρηγορότερα.
Τικ τοκ , τικ τοκ..