Η στασιμότητα του πληθωρισμού ενδέχεται να εκπλήξει τους επενδυτές που είναι ολοένα και περισσότερο πεπεισμένοι ότι η μάχη ενάντια στον πληθωρισμό έχει ήδη κερδηθεί και ότι τα χαμηλά επιτόκια θα επικρατήσουν ξανά, προειδοποιεί σε ανάλυσή του ο οικονομολόγος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) Tobias Adrian, εν μέσω αυξανόμενων «φωνών» για επικείμενη μείωση των επιτοκίων από τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες.
Όπως αναφέρει στην ανάλυση που δημοσιεύθηκε στο blog του ΔΝΤ, ουκ ολίγες οικονομίες εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν επίμονο και πάνω από τον στόχο των κεντρικών τραπεζών, πληθωρισμό.
Τούτου λεχθέντος, οι κεντρικές τράπεζες δεν πρέπει να χαλαρώσουν πρόωρα τη νομισματική πολιτική, ενώ επιβάλλεται επίσης να απωθήσουν τις υπερβολικά αισιόδοξες προσδοκίες των επενδυτών, οι οποίες έχουν οδηγήσει σε άνοδο στις χρηματιστηριακές αγορές.
Φυσικά, όπου η πρόοδος στον πληθωρισμό υποδηλώνει ότι κινείται με βιώσιμο τρόπο προς τον στόχο, οι κεντρικές τράπεζες θα πρέπει σταδιακά να κινηθούν προς μια λιγότερο περιοριστική πολιτική.
«Η διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας στο τελευταίο μίλι απαιτεί μια πολύπλευρη προσέγγιση. Οι χρηματοπιστωτικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να λάβουν μέτρα για να διασφαλίσουν ότι οι τράπεζες και άλλα ιδρύματα μπορούν να αντέξουν τις αθετήσεις υποχρεώσεων και άλλους κινδύνους, χρησιμοποιώντας τεστ αντοχής, έγκαιρες διορθωτικές ενέργειες και άλλα εποπτικά εργαλεία. Οι ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στην πλήρη και συνεπή εφαρμογή των διεθνώς συμφωνημένων προτύπων προληπτικής εποπτείας, ιδίως την οριστικοποίηση της σταδιακής εισαγωγής της Βασιλείας III.
Περαιτέρω πρόοδος στα πλαίσια ανάκαμψης και εξυγίανσης είναι επίσης πρώτης τάξεως σημασίας, για τον περιορισμό των επιπτώσεων από την κατάρρευση ασθενέστερων θεσμών.
Οι κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι τράπεζες έχουν πρόσβαση σε διευκολύνσεις ρευστότητας όταν χρειάζεται και να είναι έτοιμες να παρέμβουν έγκαιρα για να αντιμετωπίσουν το στρες χρηματοδότησης στον χρηματοπιστωτικό τομέα», σχολιάζει ο οικονομολόγος.
«Οι γεωπολιτικές εντάσεις θα μπορούσαν να ενταθούν και να επιβαρύνουν το επενδυτικό κλίμα.
Οι πιέσεις στα εμπορικά ακίνητα έχουν γίνει πιο έντονες, γεγονός που θα μπορούσε να αυξήσει την πίεση σε ορισμένους δανειστές. Οι χρηματοπιστωτικές αγορές της Κίνας συνέχισαν να επιβαρύνονται από τα συνεχιζόμενα προβλήματα στον τομέα των ακινήτων. Πέρα από αυτές τις πιο άμεσες ανησυχίες, οι ευπάθειες του χρέους συνεχίζουν να αυξάνονται, με τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα σε πολλές χώρες να δανείζονται σε μεγάλο βαθμό, παρόλο που τα επιτόκια εξακολουθούν να είναι υψηλά και η οικονομική ανάπτυξη πιθανότατα δεν θα επιταχυνθεί», συμπληρώνει.
bankingnews.gr