Τα αναρίθμητα σε καθημερινή βάση επιχρίσματα από τη μύτη και το στόμα εξασφαλίζουν κάποια βεβαιότητα για το εάν κάποιος έχει μολυνθεί ή όχι. Λόγω της ραγδαίας εξάπλωσης της παραλλαγής Όμικρον η γερμανική κυβέρνηση ρίχνει το βάρος της στρατηγικής της στα τεστ, γιατί επιθυμεί να επιτρέψει την πρόωρη διακοπή της καραντίνας όχι μόνο με τεστ PCR αλλά και αντιγόνου “υψηλής ποιότητας”. Ωστόσο, πολλοί ειδικοί δεν βρίσκουν την ιδέα καλή και επικαλούνται τα όρια αυτών των τεστ. Από την άλλη το πιο ασφαλές μοριακό τεστ PCR δεν υπάρχει σε αφθονία. Η μέχρι τώρα γνώση και εμπειρία δείχνουν ότι ιδιαίτερα όταν το ιικό φορτίο είναι μικρό, συνήθως τα τεστ αντιγόνου, στα οποία ανήκουν τα rapid και τα selftest, συχνά αποτυγχάνουν. “Δωρεάν τεστ αντιγόνου δεν επαρκούν” λέει ο Αντρέας Μπομπρόφσκι, πρόεδρος του Γερμανικού Επαγγελματικού Συνδέσμου Εργαστηριακών Γιατρών στο ειδησεογραφικό πρακτορείο DPA. Ο Μπομπρόφσκι θεωρεί ότι τέτοια δωρεάν τεστ “εκπέμπουν” προβληματικό σήμα και επιμένει ότι “μετά από μερικές ημέρες είναι όλα αρνητικά και δίνουν στους ανθρώπους λανθασμένη ασφάλεια. Πρέπει να είναι κανείς πολύ επιφυλακτικός με αυτά”.
Διαφορετική λογική των τεστ, διαφορετική αξιοπιστία
Το γεγονός ότι τα επίπεδα ασφαλείας είναι διαφορετικά ανάμεσα στο μοριακό PCR τεστ και το τεστ αντιγόνου, οφείλεται στο διαφορετικό τρόπο λειτουργίας τους. Στα PCR το γενετικό υλικό του ιού ανιχνεύεται σε σύνθετα στάδια επεξεργασίας με τη βοήθεια ειδικής συσκευής PCR, όπως περιγράφει ο Μάρτιν Ρόσκος από το εργαστήριο Synlab Γερμανίας. Στα τεστ αντιγόνου (rapid ή self test) ανιχνεύονται πρωτεΐνες, που είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα του ιού, είτε αυτά γίνουν στο σπίτι είτε σε ειδικά διαγνωστικά κέντρα. Υπάρχει και η δυνατότητα η διάγνωση αυτών των τεστ να γίνει και εργαστηριακά, που γενικά είναι πιο ακριβής. Η διαφορά αξιοπιστίας έγκειται ειδικά στους ασυμπτωματικούς. Η ασφάλεια των τεστ PCR από αυτά αντιγόνου είναι “αισθητά μεγαλύτερη”, πιστεύει ο Μπομπρόφσκι. “Το βασικό πρόβλημα, που έχει τόσο το εργαστηριακό τεστ αντιγόνου όσο και το γρήγορο τεστ είναι η σημαντικά μειωμένη ευαισθησία τους, όσο μειώνεται το ιικό φορτίο. Κι αυτό ισχύει και στην περίπτωση της Όμικρον”.
Η ευαισθησία (Sensitivität) είναι η μία από τις δύο παραμέτρους, που παίζουν ρόλο στην αξιοπιστία των τεστ κορωνοϊού. Ενώ η ειδικότητα (Spezifität) δείχνει πόσοι μη μολυσμένοι λαμβάνουν ορθώς αρνητικό αποτέλεσμα, η ευαισθησία δείχνει το ποσοστό των μολυσμένων με τον ιό που πήραν ένα πραγματικά σωστό θετικό αποτέλεσμα. Τί είναι όμως εκείνο που μπορεί να παραπλανήσει; Ένα αρνητικό τεστ αντιγόνου δεν αποκλείει απαραίτητα την ύπαρξη μόλυνσης, που μπορεί να οφείλεται στο ότι στο χρόνο δοκιμής το ιικό φορτίο ήταν χαμηλό. Οι δύο αυτές παράμετροι στα μοριακά τεστ πέφτουν μέσα σχεδόν στο 100%, ακόμη και σε μικρό ιικό φορτίο. “Σε μολυσμένους που δείχνουν συμπτώματα τα τεστ αντιγόνου λειτουργούν σχεδόν με ασφάλεια” λέει ο Μπομπρόφκσι. “Η ευαισθησία αγγίζει το 80% και η ειδικότητα σχεδόν το 95%. Αλλά σε ασυμπτωματικούς με μικρό ιιό φορτίο, δείχνουν θετικοί ένα ποσοστό 50% των μολυσμένων. Με άλλα λόγια, χάνουμε τους άλλους μισούς”. Ακόμη και οι αρχικές μελέτες των ερευνητών δείχνουν ότι τα τεστ αντιγόνου στην Όμικρον τις πρώτες ημέρες μόλυνσης ενδέχεται να να μην την ανιχνεύσουν.
Η πλειονότητα των τεστ «αναγνωρίζει» την Όμικρον
Mελέτη ομάδας γύρω από τον Μπλιθ Άνταμσον από το Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον έδειξε ότι σε άμεση καθημερινή σύγκριση μοριακών τεστ στο σάλιο και σε ρινικό επίχρισμα σε ομάδα 30 ανθρώπων, στους τελευταίους διαγνώσθηκε πολύ αργότερα μόλυνση από Όμικρον. Οι περισσότεροι είχαν ήδη τη λοίμωξη κατά τη διάρκεια μερικών ημερών πριν τα γρήγορα τεστ καταφέρουν να διαγνώσουν τον ιό. Η μελέτη δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί σε επιστημονικό περιοδικό. Το Ινστιτούτο Πάουλ Έρλιχ παραπέμπει σε διαδικτυακή έρευνα που επισημαίνει ότι τα τεστ αντιγόνου δεν αναπτύχθηκαν για να προσφέρουν ασφαλή διάγνωση, αλλά για τον εντοπισμό γρήγορα και εύκολα μολυσμένων με πολύ υψηλό ιικό φορτίο. Αλλά και από την πλευρά του το Ινστιτούτο παραδέχεται ότι αυτά τα τεστ εντοπίζουν λοίμωξη, ακόμη και με την παραλλαγή Όμικρον, εφόσον όταν διενεργούνται το ιικό φορτίο είναι πολύ υψηλό.
Σε γενικές γραμμές πάντως το μεγαλύτερο μέρος των γρήγορων τεστ κορωνοϊού που διατίθενται στη Γερμανία μπορούν να αναγνωρίσουν την Όμικρον.Ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Κλάους Σίτσουτεκ είπε τελευταία στο δεύτερο κανάλι της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ZDF ότι ο φορέας, στον οποίο προΐσταται, έχει αξιολογήσει ότι πάνω από 250 είδη τεστ που κυκλοφορούν στη Γερμανία έχουν υψηλό δείκτη ευαισθησίας και τουλάχιστον το 80% πετυχαίνει καλά αποτελέσματα. Ο υπουργός Υγείας Κάρλ Λάουτερμπαχ εξήγγειλε τη δημοσίευση μιας λεγόμενης “θετικής λίστας” για τα γρήγορα τεστ που μπορούν να διαγνώσουν την Όμικρον. Εκπρόσωπος του υπουργείου είπε ότι τα στοιχεία του Ινστιτούτου Πάουλ Έρλιχ είναι προσωρινά και ότι θα διαρκέσει μέχρις ότου καταρτιστεί μια πλήρης λίστα, επισημαίνοντας ότι τα γρήγορα τεστ δεν προσφέρουν ασφάλεια 100%, αλλά μόνο κάποια ασφάλεια στην καθημερινή ζωή.
Ζοζεφίνε Καουκεμίλερ/dpa
ΠΗΓΗ: DW