Γράφει ο Σπύρος Ριζόπουλος
Θα ήταν παντελώς απάνθρωπο αν όλοι μας σήμερα δεν αναγνωρίζαμε την απίστευτη δουλειά των γιατρών και των νοσηλευτών του ΕΣΥ. Άυπνοι, κουρασμένοι, με αυταπάρνηση βάζοντας τον προσωπικό τους φόβο να αρρωστήσουν στην άκρη, ουσιαστικά επιβεβαιώνουν το ότι την κρίσιμη στιγμή πάντα θα κερδίζει ο άνθρωπος.
Είναι επίσης άδικο αυτές τις ημέρες να ξεχνάμε τον εμπνευστή του Γιώργο Γεννηματά.
Δεν ξέρω με ποιο τρόπο ο καθένας από εμάς χωριστά θα μπορέσει να ανταποδώσει αυτή την προσφορά. Ίσως θα πρέπει να αναλογιστούμε πως θα γίνει αυτό, αλλά αυτό είναι μια άλλη συζήτηση για μια άλλη στιγμή.
Γιατί στο τέλος της ημέρας η ευθύνη της κοινωνικής προσφοράς δεν είναι πλέον εναλλακτική λύση, αναδεικνύεται ότι είναι απαραίτητη.
Και το λέω αυτό τώρα γιατί δεν είμαι από τους ανθρώπους που στέκονται στις γενικολογίες. Πριν από μήνες στηλίτευσα τις «πολιτικές προσωπικότητες» που έλεγαν ότι τη δύσκολη στιγμή η χώρα θα μείνει μόνη της. Το λέγανε αλλά κανείς δεν είχε τη διάθεση να προσθέσει τη μαγική φράση ότι μόνος μου σημαίνει, πολεμάω μόνος μου.
Την επόμενη μέρα του κορωναϊού θα είμαστε πάλι μόνοι μας. Η διαφορά θα είναι ότι κανένας δεν θα είναι, τουλάχιστον μέσα στην ΕΕ πολύ πιο ισχυρός από εμάς. Γιατί πολύ απλά τότε θα κληθούν όλες οι χώρες και όλες οι ηγεσίες να επανασχεδιάσουν τη νέα πραγματικότητα. Σε αυτό ο ρόλος του καθενός μας θα είναι κεντρικός και εκεί θα χρειαστεί περισσότερος εθελοντισμός από όσο μπορεί κανείς να φανταστεί. Δεν είναι όμως της παρούσης.
Της παρούσης είναι το ΕΣΥ.
Το 1983 ένας οραματιστής υπουργός της πρώτης κυβέρνησης του Ανδρέα Παπανδρέου, ο Γιώργος Γεννηματάς, έκανε μια πραγματική μεταρρύθμιση, από τις λιγοστές ολοκληρωμένες που έχουν γίνει στη χώρα μας τις τελευταίες δεκαετίες. Δημιούργησε το Εθνικό Σύστημα Υγείας (ΕΣΥ) με τη λειτουργική ενοποίηση των δημόσιων υποδομών περίθαλψης.
Σκοπός του ήταν η ιατροφαρμακευτική και νοσηλευτική κάλυψη των αναγκών του συνόλου του πληθυσμού μέσω της παροχής δωρεάν υπηρεσιών.
Με βάση τον ιδρυτικό του νόμο οι υπηρεσίες υγείας οφείλουν να παρέχονται απρόσκοπτα και ισότιμα σε όλους τους πολίτες ανεξάρτητα από την οικονομική, κοινωνική και επαγγελματική τους κατάσταση μέσα από ένα ενιαίο και αποκεντρωμένο Εθνικό Σύστημα Υγείας.
Αιχμή του συστήματος ήταν η δημιουργία Κέντρων Υγείας, περιφερειακών και νομαρχιακών Νοσοκομείων στην Ελλάδα. Παράλληλα δημιουργήθηκε και το ΕΚΑΒ με σκοπό την αποστολή εξειδικευμένου προσωπικού στον τόπο ενός εκτάκτου συμβάντος, για την παροχή άμεσης βοήθειας και διακομιδής πασχόντων ατόμων, προς τους πλησιέστερους υγειονομικούς σχηματισμούς.
Βέβαια, ως Έλληνες προσπαθήσαμε να το υποσκάψουμε και να το υπονομεύσουμε: Από τα φακελάκια έως το βόλεμα των μεγαλογιατρών και των συνδικαλιστών από τις εξωφρενικές σπατάλες στον τομέα της υλικοτεχνικής υποδομής των των αναλώσιμων έως τις λιγοστές επενδύσεις στον τομέα της Υγείας κυρίως λόγω της κρίσης την τελευταία δεκαετία.
Για παράδειγμα, υπάρχει μεγάλο νοσοκομείο στην Αθήνα που καθημερινά πριν από την πανδημία γίνονταν 600 χειρουργικές επεμβάσεις και σήμερα μόνον 30. Γιατί; Πολύ απλά γιατί οι γιατροί σε δέχονται στο ιδιωτικό τους ιατρείο και μετά σε «βαφτίζουν» επείγον περιστατικό και σε χειρουργούν στο δημόσιο νοσοκομείο, εισπράττοντας αυτοί το χρήμα με τα έξοδα του κρατικού προϋπολογισμού.
Προφανώς αυτό ήταν γνωστό και στην εκάστοτε ηγεσία του υπουργείου Υγείας που είτε δεν μπορούσε είτε δεν ήθελε να λύσει το πρόβλημα.
Τα λέω αυτά γιατί είναι καλό να χειροκροτούμε στα μπαλκόνια τους γιατρούς που δίνουν τη μάχη για την αντιμετώπιση του κορωναϊού, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ποιο είναι το πρόβλημα και ποιοι συμμετέχουν σε αυτό.
Την πρώτη ευθύνη όμως την έχουμε εμείς ως πολίτες που δεχθήκαμε να λειτουργεί έτσι αυτό το σύστημα.
Σήμερα, παρά το γεγονός πως αποτελεί κοινή διαπίστωση ότι το ΕΣΥ νοσεί κανείς δεν υποστηρίζει ότι πρέπει να αλλάξει η βασική του φιλοσοφία. Απλώς πρέπει να βελτιωθεί με σχεδιασμό, γνώση και τόλμη.
Ασχολούμεθα με το ΕΣΥ για να θυμηθούμε ποιο ήταν το όραμα του Γεννηματά. Και είναι σωστό να εξυμνούμε το ΕΣΥ σήμερα αλλά να ξέρουμε και σε τι κατάσταση είναι γιατί είναι η μοναδική ευκαιρία μέσα στο κορωναϊό το κράτος να κάνει πράγματα τα οποία δεν θα μπορούσε να τα κάνει σε όλη τη μεταπολίτευση.
Το ΕΣΥ χρειάζεται μια νέα μεταρρύθμιση για να ξαναγίνει ΕΣΥ. Προφανώς δεν είναι εύκολο. Δεν ήταν όμως εύκολο ούτε το 1983 όταν ο Γιώργος Γεννηματάς είχε να συγκρουστεί με κατεστημένα συμφέροντα οικονομικά, κοινωνικά, πελατειακά και άλλα.
Είναι αλήθεια ότι στις σύγχρονες κοινωνίες μοχλός ανάπτυξης είναι η ιδιωτική πρωτοβουλία, αλλά πάντοτε, και πρέπει να το καταλάβουμε, καθοριστική θα είναι η λειτουργία του κράτους. Θα έχει πάντα τον πρώτο ρόλο δίνοντας το στίγμα, επιβάλλοντας το όραμα και τις λύσεις για το κοινό καλό.
Και τα λέω αυτά γιατί θεωρώ ότι πρέπει να ειπωθούν τώρα και όχι μετά την πανδημία. Τότε όπως συμβαίνει σχεδόν πάντοτε, θα ξεχάσουμε. Η μνήμη είναι πολύ κοντή στην καταναλωτική μας κοινωνία.
Αυτό λοιπόν είναι το στοίχημα στην Ελλάδα του 2020 και κυρίως του 2021, στα εμβληματικά 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης που στα διαγγέλματά του επικαλείται την δημόσια υγεία ως βασικό «εργαλείο» για την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορωναϊού μένει να αποδείξει την επόμενη μέρα αν απλώς το εκμεταλλεύεται ή αν κατανοεί την ανάγκη να αποτελέσει η αναδιάταξη του ΕΣΥ την πρώτη, μεγάλη και πραγματική του μεταρρύθμιση.
Ο καιρός θα δείξει. Κυρίως όμως θα δείξουν οι πράξεις.
Γιώργο Γεννηματά σε ευχαριστούμε.
Κυριάκο Μητσοτάκη θα περιμένουμε.