Τα παιχνίδια με τις τιμές δεν θα οδηγήσουν πουθενά
Καθώς οι διαταραχές στο φυσικό αέριο από τη Ρωσία, την πυρηνική ενέργεια στη Γαλλία και την υδροηλεκτρική ενέργεια στη Νορβηγία προκαλούν όλεθρο στις ενεργειακές αγορές της Ευρώπης, οι τιμές πλησιάζουν σε σουρεαλιστικά επίπεδα. Οι τιμές αναφοράς του φυσικού αερίου αυξήθηκαν κατά 30% την περασμένη εβδομάδα. Το περασμένο καλοκαίρι, τα συμβόλαια ηλεκτρικής ενέργειας στη Γαλλία και τη Γερμανία για το επόμενο έτος διαπραγματεύονταν περίπου 100 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Πρόσφατα ανέβηκαν πάνω από τα 1.000 ευρώ. Οι τιμές μειώθηκαν έκτοτε, αλλά το φυσικό αέριο εξακολουθεί να διαπραγματεύεται με το ισοδύναμο περίπου 400 δολαρίων για ένα βαρέλι πετρελαίου. Το αφεντικό της Shell έχει προειδοποιήσει ότι η κρίση θα διαρκέσει περισσότερο από έναν χειμώνα.
Ο πόνος θα είναι μεγάλος και θα εξαπλωθεί καθώς λήγουν τα υπάρχοντα ενεργειακά συμβόλαια των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων και συνάπτονται νέα. Αυτό θα εντείνει την πίεση που ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη στην οικονομία καθώς η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αυξάνει τα επιτόκια για την καταπολέμηση του πληθωρισμού. Πολλοί οικονομολόγοι προβλέπουν ύφεση τους επόμενους μήνες και το ενιαίο νόμισμα φλερτάρει με το χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων δύο δεκαετιών έναντι του δολαρίου. Η προοπτική αναταραχών και συγκρούσεων μεταξύ των κρατών μελών διαφαίνεται μπροστά μας.
Μέχρι στιγμής η απάντηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δεν ήταν αρκετά φιλόδοξη. Η τελευταία της ιδέα είναι να θεσπιστεί ανώτατο όριο στην τιμή του φυσικού αερίου που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, κάτι που θα συζητηθεί σε σύνοδο κορυφής των αρμόδιων υπουργών στις 9 Σεπτεμβρίου. Η επιτροπή μπορεί επίσης να επιδιώξει να αναθεωρήσει την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, έτσι ώστε οι τιμές spot να μην καθορίζονται πλέον από το κόστος του οριακού παραγωγού, που συχνά βασίζεται στο κόστος του φυσικού αερίου.
Η επιβολή ανώτατου ορίου τιμών ακούγεται καλή, αλλά θα μπορούσε να είναι αντιπαραγωγική. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα ανώτατα όρια δεν θα περιορίσουν τη ζήτηση για την ενέργεια που αρχίζει και σπανίζει. Σύμφωνα με μελέτη η επιβολή ανώτατου ορίου που εφαρμόστηκε στην Ισπανία οδήγησε σε αύξηση 42% της παραγωγής με φυσικό αέριο από τον Ιούνιο. Μια ανάλογη εφαρμογή πολιτικής σε όλη την ΕΕ θα αύξανε ακόμη περισσότερο τη ζήτηση για φυσικό αέριο, ενισχύοντας τις πιθανότητες να μπει δελτίο τον χειμώνα. Είναι αλήθεια ότι οι τρέχουσες ρυθμίσεις επιτρέπουν σε ορισμένες εταιρείες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, οι οποίες παράγουν με σχεδόν μηδενικό οριακό κόστος, να αποκομίζουν κέρδη. Εάν οι τιμές του φυσικού αερίου παρέμεναν υψηλές για χρόνια, τέτοια απροσδόκητα κέρδη θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως αδικαιολόγητα. Αλλά αυτό το ίδιο σήμα για τις τιμές διασφαλίζει ότι οι μονάδες που λειτουργούν με φυσικό αέριο παράγουν ενέργεια όταν ο άνεμος δεν φυσάει και παρέχει κίνητρα για περισσότερες επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Αντί να συγκρούονται, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να επικεντρωθούν σε δύο μεγαλύτερα ζητήματα. Το πρώτο είναι να επιτραπεί στον μηχανισμό της αγοράς να περιορίσει τη ζήτηση, υποστηρίζοντας παράλληλα τα πιο ευάλωτα άτομα. Θα χρειαστεί μεγάλη στήριξη, αλλά η στοχευμένη βοήθεια μπορεί να περιορίσει τον λογαριασμό: σύμφωνα με το ΔΝΤ, οι πολιτικές που προσφέρουν εκπτώσεις και μεταφορές μετρητών στο φτωχότερο 40% των ανθρώπων θα ήταν πιο προσιτές από το μείγμα πολιτικών που ακολουθείται σήμερα, το οποίο περιλαμβάνει σε μεγάλο βαθμό φορολογικές περικοπές στα καύσιμα ή την επιβολή ανώτατων ορίων τιμών λιανικής.
Η δεύτερη προτεραιότητα είναι η αύξηση της προσφοράς, κάτι που δεν εξαρτάται μόνο από τον Βλαντιμίρ Πούτιν. Μπορούν να διερευνηθούν και άλλες πηγές για φυσικό αέριο: αυτός είναι ένας λόγος για τον οποίο ο πρόεδρος της Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν μόλις επισκέφτηκε την Αλγερία. Εντός της Ευρώπης, οι χώρες μπορούν να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση των σημείων συμφόρησης, όπως οι ανεπαρκείς διασυνοριακές διασυνδέσεις φυσικού αερίου. Σήμερα οι ανεπαρκείς επενδύσεις και οι διαφορές στα πρότυπα εμποδίζουν τη ροή από την Ισπανία και τη Γαλλία προς τη Γερμανία και την Ανατολική Ευρώπη. Η ΕΕ πρέπει να διασφαλίσει ότι σε περίπτωση που επιβληθεί δελτίο θα υπάρχει συμφωνία σε ολόκληρη την ήπειρο σχετικά με το ποιοι χρήστες θα αποκοπούν πρώτα: χωρίς αυτό ο κίνδυνος είναι οι χώρες να συσσωρεύσουν προμήθειες (η κάθε μια για την ίδια).
Όλα αυτά θα κοστίσουν χρήματα. Μέχρι στιγμής, η Ελλάδα, η Ιταλία και η Ισπανία, μεταξύ των πιο υπερχρεωμένων μελών της ευρωζώνης, έχουν ξοδέψει το 2-4% του ΑΕΠ τους σε δημοσιονομικά προγράμματα στήριξης για να μετριάσουν το ενεργειακό σοκ. Ευτυχώς, η ΕΕ έχει τη δύναμη πυρός να βοηθήσει. Το ταμείο ανάκαμψης των 807 δισ. ευρώ της πανδημίας έχει τη μορφή δανείων και επιχορηγήσεων. Ωστόσο, μέχρι στιγμής έχει εκταμιευθεί λιγότερο από το 15% του ποσού. Οι πληρωμές για ενεργειακά έργα θα μπορούσαν να επιταχυνθούν και θα μπορούσαν να προσφερθούν φθηνά δάνεια ως συμβολή στη χρηματοδότηση στοχευμένης δημοσιονομικής στήριξης. Η ΕΕ συνεργάστηκε για να αντιμετωπίσει τις οικονομικές συνέπειες του lockdown της πανδημίας. Ας μην έχουμε αυταπάτες: η ενεργειακή κρίση απαιτεί μια παρόμοια τολμηρή απάντηση.