Γράφει η Έλενα Κος
Και στο πήγαινε και στο έλα… και στην κορφή κανέλλα!!
Το ξέρω, μπορεί να σε κούρασα, με το στυλ της γραφής μου απο τον Σοφοκλή μέχρι τη Ντένη Μαρκορά, αλλά αυτο είναι που κάνει τη διαφορά! Αρχίζω: στην Ισπανία δεν είχα ταξιδέψει ποτέ πριν. Μπορεί τη Βαρκελώνη να την προτιμούν οι περισσότεροι, αλλά εμένα προορισμός μου ήταν η πρωτεύουσα. Αιτία? Η Μαδριγιέζα φίλη Εμίλια απο τα φοιτικά μας χρόνια στη Βοστώνη.
Άτυχο κορίτσι η φίλη μου… Τόσο άτυχο που ακόμα και ο αριθμός τρία δεν της βγήκε σε καλό, τουλάχιστον μέχρι σήμερα.
Έχουμε και λέμε: σε τρία χρόνια άλλαξε θέση εργασίας σε τρεις πολυεθνικές και, επιπλέον, έχει μια τρίχρονη κόρη την Γκαμπριέλλα, που τη μεγαλώνει μόνη της.
Προς το θηλυκό κοινό και για τις ευαίσθητες ψυχές: κορίτσια δεν είμαστε όλες για να γίνουμε μάνες, και άσε την Παπαδοπούλου να αναρωτιέται μόνη της πότε θα γίνει μάνα! Πού είχα μείνει; ΝΑΙ, ντελίριο… φθάνω στη Μαδρίτη με τους 40 βαθμους ζέστη. Πράσινο;; Τόσο πράσινο που να μην χορταίνει το μάτι σου με ενδιάμεσες περιοχές που θυμίζουν Κάνιγγος-Πατήσια.
Μετά την σύντομη διαδρομή Barajas- Μαδρίτη ψάχνουμε για ένα Smart-ακι ηλεκτρικό για να φτάσουμε στο σπίτι της φίλης μου και μόνο με 19 σεντς την ώρα. Και είναι τα άτιμα σπαρμένα παντού στην πρωτεύουσα. Μπορείς να τα βρεις ανά πάσα στιγμή παρκαρισμένα με τη βοήθεια του χάρτη στο κινητό μέσα απ’το αντίστοιχο app. Διαλέγεις περιοχή και κάνεις κράτηση…Και το καλύτερο; Το ξεκλειδώνεις πάλι με το κινητό σου, και παρκάρεις όπου θες χωρίς κλήση! (Τιιιι;;;;) Άμα θες χασταγκ #ca2go, άντε γιατι εχω αρχίσει και ακούγομαι σαν ταξιδιωτικός οδηγός με ένθετες διαφημίσεις μετά απο ενα καραφάκι τσίπουρο…
Επόμενη στάση; S-a-n-t-i-a-g-o B-e-r-n-a-b-é-uuuuuu… το στάδιο της ένδοξης Real Madrid… όπου ακριβώς στην απέναντι γωνία μπορείς να φας στο «Αθηναϊκόν» της Μαδρίτης, το γνωστό Jose-Luiz, παραδοσιακά πιάτα σε απλό τοπικό ντεκόρ και corporate lunch style θαμώνες. Πρωταγωνιστούν οι τορτίγιας με πατάτα και ομελετα, βουτηγμένα σε χυλύ που θυμίζει μπακαλιάρο μαμάς και σερβιρισμένο σε αφράτη φρατζολόφετα, χαμόν τσορίθο με καραμελωμένα κρεμμύδια, τη δημοφιλή μερλούζα, ένα πρέγμα ανάλατου μπακαλιάρου που θυμίζει ακόμα πιο έντονα αυτή τη φορά το λουκουμά που πάντα σαν παιδί ζητούσες και κανείς δεν σου έπαιρνε στην παραλία, παρά τη μία και μοναδικά φορά που σου πήρε στα κρυφά η γιαγιά σου, και για επιδόρπιο arroz con leche, …όταν η πανακότα συνάντησε το ρυζόγαλο! Ο καφές στη συνέχεια με γέμισε με ενέργεια και ανυπομονησία να συγκολλήσω μερικά ακόμα κομμάτια του άγνωστου παζλ που ξεδιπλωνόταν μπροστά μου. Η συνέχεια, ποδαρατη. Ο καλύτερος τρόπος άλλωστε για να εξερευνήσεις μία καινούρια πόλη είναι να περπατάς με παρέα το 3G της Cosmote συμβάλλοντας έτσι στο suspense της εξερεύνησης!
Μετά από μια ώρα περπάτημα έχοντας προσπεράσει το εμβληματικό κτίριο, σημερινό δημαρχείο-πρώην παλάτι-μουσείο-ταχυδρομείο, μ’ ένα τεράστιο πανό να καλωσορίζει τους ανύπαρκτους κατά τα άλλα πρόσφυγες στην πόλη, βρίσκομαι με ένα δροσιστικό, ελαφρώς γλυκό πορτοκαλί τσάι στο χέρι στην ηλιόλουστη ταράτσα του Murakao café στην περιοχή του Barrio Las Letras. Είναι η ρομαντική γειτονιά της Μαδρίτης, εκεί όπου ανάμεσα απ’τα σοκάκια που θυμίζουν Κολωνάκι vs Ρώμη συναντάς λιθόστρωτα πεζοδρόμια με χαραγμένα ρητά μεγάλων συγγραφέων όπως του Cervantes του Quevedo και του Lope de Vega.
Τη διάθεσή μου να συνεχίσω την εξερεύνηση της πόλης επιτείνει ο ξαφνικός ρυθμός μιας περίεργης μελωδίας φλογέρας περαστικού που με οδηγεί στο Passeo del Prado. Μπροστά μου αποκαλύπτεται ένα εντυπωσιακό κτίριο που θυμίζει το Μετροπόλιταν της Νέας Υόρκης και είναι το περίφημο Μουσείο Prado με επίκαιρη την έκθεση του σουρρεαλιστή El Brosco. Μπορεί το μοναδικό καφέ του και πολυδιάστατο κατάστημά του να καταφέρνει να συγκινεί τους πιο ακραίουςς καταναλωτές, αλλά είναι βέβαιο οτι κανείς δεν μπορεί να μείνει ασυγκίνητος στη θέα των Μαύρων Πινάκων του Γκόγια.
Κορυφαίος, ο πίνακας του Κρόνου που με τα με παγώμενα, γεμάτα απληστία μάτια του καταβροχθίζει τo παιδί του και συμβολίζει τη δύναμη του χρόνου που καταβροχθίζει τα πάντα στο πέρασμά του. Αυτός και ο πίνακας του Εl Brosco ή γνωστός σαν Hieronymous Bosch με τίτλο «Ο Κήπος των Γήινων Απολαύσεων» αισθάνθηκα πως τίναξαν τις αισθήσεις μου στο ζενίθ. Και δεν το λέω επιτηδευμένα σαν κάποιους που λένε «με συγκίνησε ο τάδε πίνακας». Τον κοίταζα και ήταν σαν να προσπαθούσα να θυμηθώ ένα παλιό όνειρο, να συνδεθώ με μία ιστορία που συμμετείχα κάποτε, μια πραγματικότητα που σαν χτύπος ή μια σκιά με τοποθετούσε μέσα στον πίνακα του Bosch.
Η μαγεία σταμάτησε καπου εκεί γιατί σε λιγότερο απο ένα εικοσιτετράωρο ξεκίνησε η περιπέτεια του γυρισμού αυτό που είπαμε …και στην κορφή κανέλλα! ΄Ηταν ο δρόμος της επιστροφής για το αεροδρόμιο. Κάνοντας το λάθος ως παραδοσιακή Ελληνίδα να ανοίξω τη λάθος πόρτα ενός ταξί, βλέπω ανίδεη για το τι συνέβαινε πίσω μου πεζό τον έντρομο οδηγό του ταξί που κατευθυνόταν προς το αμάξι να πέφτει πάνω μου και ταυτόχρονα να ακούω τον θόρυβο ενός αμαξιού που έπεφτε με δύναμη σε ένα άλλο διερχόμενο όχημα και όλοι μαζί επάνω μας.
Έχοντας γλιτώσει χάρη στην αυτοθυσία του οδηγού από ένα ατύχημα που με βεβαιότητα θα με οδηγούσε σε κάποιο νοσοκομείο της πόλης, έφτασα με την ψυχή στο στόμα καθυστερημένη στο αεροδρόμιο για να διαπιστώσω οτι η λίστα των επιβατών είχε συμπληρωθεί και βρισκόμουν σε αναμονή. Τελικά, βρέθηκε μια θέση στην τελευταία σειρά και εκεί συνεχίστηκε το δράμα μου με το ζευγάρι των Ισπανών δίπλα μου που ο ένας δεν σταματούσε να φτερνίζεται και η άλλη να σφυροκοπά τα αυτιαά μου ανελέητα. Μόνη λύση, η τουαλέτα. Με το κλικ της ζώνης ακούω άλλα 14 ακριβώς κλικ, είμαστε 15 στη σειρά και είμαι έβδομη. Έχω όλο τον χρόνο να παρατηρώ την κυρία, προφανώς Ελληνίδα, που κάθεται ακριβώς κάτω μου, να διαβάζει προσευχές-εξορκισμούς του Αγίου Κυπριανού. Τους διαβάζω και εγώ από μέσα μου.
Άγιε μου Κυπριανέ, αξίωσέ με να πατήσω το άγιο χώμα του «Ελευθέριος Βενιζέλος». Το πάτησα και σας γράφω…