Η μεγάλη αναζωπύρωση τα ξημερώματα στην Πάρνηθα στάθηκε αφορμή για τους ειδικούς να μιλήσουν για το φαινόμενο της καμινάδας, εννοώντας ότι μέσα σε λίγα λεπτά φουντώνει το μέτωπο. Ο Ευθύμιος Λέκκας, καθηγητής Γεωλογίας και Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών και βεβαίως πρόεδρος του ΟΑΣΠ εξήγησε ότι αρκούν δέντρα ως καύσιμη ύλη και πυρομετεωρολογικές συνθήκες που μετατρέπουν μια χαράδρα σε τζάκι που ρουφάει προς τα πάνω.
«Για να αναπτυχθεί μια δασική πυρκαγιά πρέπει να υπάρχει κατ αρχάς η καύσιμη ύλη δέντρων και στη συνέχεια να υπάρχουν οι κατάλληλες μορφολογικές και μετεωρολογικές συνθήκες. Τρεις είναι οι παράγοντες που ενισχύουν τη φωτιά ή την αφομοιώνουν. Υπήρχε καύσιμη ύλη μέσα στη χαράδρα αλλά και στην Πάρνηθα γενικότερα. Το δεύτερο είναι η μορφολογία η οποία ουσιαστικά αντιστοιχεί σε μία χαράδρα μεγάλη, η οποία αρχίζει από τη βάση ενός βουνού και φτάνει σχεδόν στην κορυφή.
Μέσα σε αυτές τις χαράδρες, όταν αρχίσει η φωτιά, τότε μεταδίδεται υπό τύπον τζακιού με καμινάδα που διευκολύνει την καύση. Στη συνέχεια αναπτύσσονται ιδιαίτερες συνθήκες μέσα στη χαράδρα, πυρομετεωρολογικές συνθήκες, όμοιες με σωλήνα τζακιού, ο οποίος ρουφάει προς τα πάνω.
Το φαινόμενο της καμινάδας διευκολύνει την πυρκαγιά να αναπτυχθεί πάρα πολύ γρήγορα με μεγάλα θερμικά φορτία και έδαφος το οποίο δεν είναι εύκολα προσέγγισιμο. Προστίθενται και τα ρεύματα τα οποία είναι και ανοδικά και καθοδικά και δεν μπορεί κάποιος κυβερνήτης αεροσκάφους να πάει εκεί που θέλει το αεροπλάνο.
«Όταν μπαίνει η φωτιά μέσα σε μία τέτοια περιοχή που προσομοιάζει με καμινάδα, τότε είναι πάρα πολύ δύσκολο να ελεγχθεί, αλλά αυτό είναι το ανάγλυφο της Ελλάδας, όπως και στη Ρόδο και στον Έβρο, είπε ο κ. Λέκκας.
Σύμφωνα με τον καθηγητή δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ως άλλοθι η κλιματική κρίση που αναμενόταν από το 2040, «αλλά ήρθε πολύ πιο νωρίς με παράγοντες, όπως τα μηδενικά σχεδόν επίπεδα υγρασίας, ξηρασία και παρατεταμένοι καύσωνες, ειδικά σε περιοχές όπου υπάρχει μείξη αστικού και δασικού ιστού».