Γράφει ο Χρίστος Χ. Λιάπης*
Follow @Chris_Liapis
Η εντόπιση ανησυχητικού αριθμού κρουσμάτων ελονοσίας στη χώρα μας αποτελεί σαφή δείκτη οπισθοχώρησης της υγειονομικής ετοιμότητας και των μέτρων προαγωγής της περιβαλλοντικής υγιεινής. Η κατάσταση αυτή αποτυπώνει την -και εν μέρει αποδίδεται στην- ανεπάρκεια των Δομών Δημόσιας Υγείας οι οποίες, λόγω της περιστολής των πόρων που επιβάλλει η οικονομική κρίση, έχουν υποστραφεί προς όφελος των Νοσοκομειακών Δομών.
Καθώς τόσο ο Δήμος Τεμπών, όσο και ο Δήμος Τρικκαίων, ο Δήμος Φαρκαδώνας και ο Δήμος Παλαμά, συγκαταλέγονται ανάμεσα στις 12 περιοχές από τους κατοίκους, εργαζόμενους και επισκέπτες των οποίων απαγορεύτηκε η αιμοδοσία, το θέμα έρχεται επιτακτικά στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός μας για τη Δημόσια Υγεία ειδικά στη Θεσσαλία, επιβάλλοντας ψύχραιμες και εχέφρονες προσεγγίσεις που δεν θα μετακυλίουν και δεν θα αποποιούνται ευθύνες, δεν θα διαστρέφουν τα επιστημονικά δεδομένα, ούτε θα κερδοσκοπούν πολιτικά με εργαλείο τα επιδημιολογικά μεγέθη.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε επίσης πως τον χειμώνα που μας πέρασε τόσο τα Τέμπη όσο και τα Τρίκαλα βρέθηκαν στο επίκεντρο και ενός άλλου μείζονος ζητήματος με υγειονομικές προεκτάσεις, αυτό της διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών. Ζήτημα το οποίο σχετίζεται με την αναζωπύρωση των ελονοσιακών κρουσμάτων, καθώς από τα 65 περιστατικά ελονοσίας που έχουν καταγραφεί μέχρι τώρα, μέσα στο 2016, μόνον τα 4 χαρακτηρίζονται ως γηγενούς μετάδοσης, ενώ τα υπόλοιπα 60 αφορούν σε εισαγόμενα κρούσματα, 50 μεταναστών και 11 ταξιδιωτών, από ενδημικές χώρες της ελονοσίας.
Βέβαια, η επανεμφάνιση της ελονοσίας άρχισε να λαμβάνει ανησυχητικές διαστάσεις ήδη από το 2009, με συρροές περιστατικών ελονοσίας τα οποία είχαν ενδείξεις εγχώριας μετάδοσης (τόσο το 2009, όσο και το 2011) αντανακλώντας την προαναφερθείσα περιστολή και υστέρηση διαθέσιμων πόρων και μέσων προαγωγής της Δημόσιας Υγείας. Όμως, η ετεροβαρής συγκριτική αύξηση των εισαγόμενων κρουσμάτων αποτελεί χαρακτηριστικό της τελευταίας μόνον χρονιάς η οποία χαρακτηρίστηκε από ανεξέλεγκτη διόγκωση της εισροής προσφύγων και μεταναστών στη χώρα μας.
Οι έγκαιροι ψεκασμοί, ώστε οι κύριοι ξενιστές του πλασμωδίου να προλαμβάνονται στο στάδιο της προνύμφης, οφείλουν να γίνονται ήδη από τον Μάιο, με συνεργασία του Υπουργείου Υγείας με τις Περιφέρειες. Επίσης, η κεντρικώς ασυντόνιστη διαχείριση του μεταναστευτικού και προσφυγικού ζητήματος, θα έπρεπε να είχε, ήδη από την εαρινή περίοδο, λάβει μέριμνα για ψεκασμούς πλησίον των κέντρων υποδοχής και των διαμετακομιστικών κέντρων προσφύγων.
Η δε απαγόρευση της αιμοδοσίας στις 12 περιοχές της χώρας που χαρακτηρίστηκαν ως “επηρεαζόμενες από την ελονοσία” αποτελεί ένα μέτρο πρόληψης σύμφωνο με τους κανόνες κόστους-ωφέλους, καθώς οι τρέχουσες ανάγκες για αίμα δεν είναι τόσο ασφυκτικά πιεστικές ώστε να δικαιολογούν την υψηλή επιπλέον δαπάνη που απαιτείται για τον αντιελονοσιακό έλεγχο του αίματος που προσφέρεται από τις συγκεκριμένες περιοχές. Η επικοινωνιακή διαχείριση, όμως του εν λόγω προληπτικού μέτρου, θα έπρεπε να έχει γίνει με τρόπο που να μη δημιουργεί εστίες πανικού στην κοινή γνώμη, ενώ έμφαση θα έπρεπε να ειχε δοθεί, ήδη από την άνοιξη, σε πιο ριζικά προληπτικά μέτρα, όπως προαναφέρθηκε.
*Ο Χρίστος Χ. Λιάπης MD, MSc, PhD είναι Ιατρός – Διδακτωρ Παν/μίου Αθηνών.