Γράφει ο Γεράσιμος Ταυρωπός
Τα φύλλα του Σαββατοκύριακου, που είναι αναγκασμένα να «πουλήσουν» θέματα και συνθήματα πιο «στρατηγικά», είναι ο καθρέφτης των τάσεων και επιλογών που ωριμάζουν στα «κέντρα» του συστήματος εξουσίας. Όχι κυρίως για τα περιεχόμενα των άρθρων τους όσο για τα ίδια τα κεντρικά τους θέματα. Τι μας αποκαλύπτουν τα κεντρικά θέματα των φύλλων αυτού του Σαββατοκύριακου; Πολύ απλά, ότι «δεν είναι ακόμη η παραμονή» της πτώσης της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα.
Ωστόσο, ταυτόχρονα, η κατάσταση είναι πολύ άσχημη και θα παραμείνει πολύ άσχημη για το ορατό διάστημα, για τον πρωθυπουργό και την κυβέρνηση: οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ραγδαία αποδυνάμωση των κοινωνικών της ερεισμάτων, ενώ οι περιπλοκές στο «μέτωπο» της αξιολόγησης και του χρέους δείχνουν πολύ απειλητικές. Η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός θα συνεχίσουν να βρίσκονται σε «περικυκλωμένο έδαφος».
Υπ’ αυτούς τους όρους, πολλοί αναρωτιούνται τι κρατάει ακόμη την κυβέρνηση «ζωντανή» και αν τελικά θα καταφέρει, παρά την αρνητική δυναμική, να επιβιώσει. Η απάντηση είναι μάλλον προφανής: οι δανειστές δεν θέλουν τώρα «πολιτικές περιπέτειες» στην Ελλάδα, με πολιτική αστάθεια, εκλογές κ.λπ. Φοβούνται ότι κάτι τέτοιο κρύβει περισσότερες περιπλοκές απ’ όσες πιστεύουν οι αισιόδοξοι των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Θεωρούν ότι ο Αλέξης Τσίπρας είναι ακόμη «χρήσιμος» και θα παραμείνει «χρήσιμος» τουλάχιστον μέχρι και την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Παρά την κοινωνική δυσαρέσκεια που, όπως αποδεικνύει και το ζήτημα των πλειστηριασμών, τείνει να γίνει «θερμή», η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα κρίνεται ακόμη σαν η «καταλληλότερη» να ψηφίσει και θέσει σε εφαρμογή τα υπολειπόμενα «πακέτα» μέτρων με τις λιγότερες δυνατές κοινωνικές αντιδράσεις. Αλλά και η αξιωματική αντιπολίτευση, όπως και η αντιπολίτευση εν συνόλω, δεν έχουν κανένα λόγο να θέλουν να επισπευστούν δραματικά οι πολιτικές εξελίξεις. Εκλογές πριν ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση και με όλα τα μεγάλα ζητήματα να εκκρεμούν, θα έχουν έντονο «άρωμα» αστάθειας ανεξαρτήτως αποτελέσματος και θα επαναφέρουν τα «υπαρξιακά» ερωτήματα γύρω από την «τύχη» της Ελλάδας. Επιπλέον, είναι ακόμη πολύ παρακινδυνευμένο να αναλάβει «εδώ και τώρα» η ΝΔ την ευθύνη της «υπογραφής» σκληρών «πακέτων» μνημονιακών μέτρων.
Έτσι, όλοι επιδιώκουν να «στριμώξουν» τον Αλέξη Τσίπρα, αλλά κανείς δεν θέλει πραγματικά να τον ανατρέψει πριν ολοκληρώσει τη «βρόμικη δουλειά».
Απλούστατα, εξακολουθεί να είναι πολύ χρήσιμος για όσο διάστημα ακόμη εκκρεμεί η υπογραφή δυσάρεστων μέτρων. Μόλις αυτό τελειώσει, ο χρόνος γι’ αυτόν θα αρχίσει να μετράει αντίστροφα. Και όπως έχουμε ξαναγράψει, με την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, ολοκληρώνεται ουσιαστικά η ψήφιση του τρίτου μνημονίου: για τη διετία 2017 – 2018 θα απομένουν μόλις 15 προαπαιτούμενα.
Πάνω σε αυτό το βασικό δεδομένο καταστρώνουν τα σχέδιά τους όλοι οι «παίκτες», εγχώριοι και διεθνείς. Οι ίδιοι οι δανειστές, παρότι τον θεωρούν ακόμη χρήσιμο αν όχι απαραίτητο, προτιμούν να είναι υπό διαρκή πίεση, που θα τον υποχρεώνει να «κάνει αυτό που πρέπει». Η αξιωματική αντιπολίτευση θέλει το ίδιο αλλά με πολύ μεγαλύτερη ένταση: να τον υποχρεώσει να προχωρεί διαχειριζόμενος διαρκώς προβλήματα και κάτω από «μαζικά πυρά», χωρίς να μπορεί να ανακτήσει το δικαίωμα στο αύριο.
Όσο για τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα, αντλεί τις ελπίδες του από το γεγονός ότι οι εναλλακτικές λύσεις δεν είναι ακόμη «ώριμες» αλλά και από την αυτοπεποίθηση που του δίνει το γεγονός ότι έχει βρεθεί τουλάχιστον δύο φορές σε δεινή θέση και κατάφερε να διαφύγει και μάλιστα με… κέρδη.
Το «στόρυ» στο Μέγαρο Μαξίμου λέει περίπου τα εξής: Δεν πρέπει να αμφισβητήσουμε τη «καταλληλότητά» μας για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Αυτή λοιπόν πρέπει να ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του έτους. Μέχρι τότε θα έχουν «ξεθυμάνει» και ξεκαθαρίσει με κάποιον τρόπο τα ζητήματα που έχουν δημιουργήσει το πολύ άσχημο κλίμα για την κυβέρνηση, κυρίως το ζήτημα των τηλεοπτικών αδειών. Στο Μαξίμου εκτιμούν ότι παρά τις εκκρεμείς δικαστικές αποφάσεις, το γεγονός ότι και οι 4 υπερθεματιστές κατέβαλαν την πρώτη δόση του τιμήματος είναι σαφές πρόκριμα και «ψήφος εμπιστοσύνης» για την ολοκλήρωση της διαδικασίας.
Το κυβερνητικό «στόρυ», λοιπόν, λέει το εξής: μέχρι το Δεκέμβριο και την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης αντέχουμε και ύστερα περιμένουμε τα «καλά νέα» που θα μας επιτρέψουν να ανακάμψουμε: η εκκίνηση της συζήτησης για το χρέος -έστω και αν δεν θα παράξει απτά αποτελέσματα πριν τις γερμανικές εκλογές-, η ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα «ποσοτικής χαλάρωσης» της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (QE) και πάνω απ’ όλα η έξοδος από τον οκτάχρονο κύκλο της ύφεσης. Τα στοιχεία και οι προβλέψεις για μείωση της ανεργίας και ανάπτυξη το 2017 έχουν πλέον την υπογραφή του ΔΝΤ, του οποίου συνήθως οι εκτιμήσεις είναι συγκρατημένες. Έχοντας πιει μέχρι σταγόνας το πικρό ποτήρι των «πακέτων» μέτρων της πρώτης και δεύτερης αξιολόγησης και με την προϋπόθεση ότι θα αντέξουν μέχρι τότε, στην κυβέρνηση πιστεύουν ότι θα έχουν αφήσει πίσω τους τα δύσκολα. Σύμφωνα με τους νεότερους σχεδιασμούς, ο ανασχηματισμός θα έρθει ακριβώς εκείνη τη στιγμή, με την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης.
Ωστόσο, μόνο μια ματιά να ρίξει κανείς στην «κόντρα» μεταξύ ΔΝΤ και Ευρωπαίων και στην αβεβαιότητα για το αν το ΔΝΤ θα συμμετάσχει κανονικά, δηλαδή και σαν χρηματοδότης, στο ελληνικό πρόγραμμα, αρκεί για να αντιληφθεί κανείς ότι η κατάσταση είναι εξαιρετικά περίπλοκη και επικίνδυνη. Έτσι, από το κυβερνητικό success story, το μόνο βέβαιο είναι το… πρώτο μισό: ότι κανείς δεν θέλει πραγματικά να ρίξει την κυβέρνηση πριν την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, αλλά αυτή μπορεί να ολοκληρωθεί συσσωρεύοντας μόνο κόστη, χωρίς να ανοίγει κάποιο παράθυρο στο μέλλον.
Ο Αλέξης Τσίπρας κινδυνεύει έτσι από το σύνδρομο της «στυμμένης λεμονόκουπας»: να βγάλει όλη τη «βρόμικη δουλειά» και ύστερα να βρεθεί σε κατάσταση γενικής δυσμένειας – από το εσωτερικό και το εξωτερικό. Ώστε, να συνεχίσει να κυβερνά «υπό προθεσμία» και χωρίς προοπτικές πολιτικής ανάκαμψης, μέχρι να είναι πλέον ώριμο να πέσει έχοντας εξαντλήσει τη «χρησιμότητά» του.
Ο -σύμμαχός του πλέον- Φρανσουά Ολάντ θα συνεχίσει να κυβερνά μέχρι και τη λήξη της θητείας του, παρά το γεγονός ότι η δημοτικότητά του έχει καταρρεύσει τόσο πολύ, ώστε να θεωρείται πιθανόν πως το κόμμα του δεν θα τον επιλέξει καν για υποψήφιο στις προεδρικές εκλογές του 2017. Για τον Αλέξη Τσίπρα όμως δεν ισχύει το ίδιο. Αν η συνθήκη της πολιτικής κατάρρευσης δεν αρθεί, κάτι που αυτή τη στιγμή μοιάζει εξαιρετικά δύσκολο, μπορεί να έχει το τέλος της Βραζιλιάνας προέδρου Ντίλμα Ρούσεφ.
Ο Αλέξης Τσίπρας δεν είναι ακόμη «τελειωμένος», αλλά κινδυνεύει να γίνει ένας πολιτικά «μελλοθάνατος»…