«Όταν δουλεύαμε την περίοδο της καραντίνας, με ανάγκαζε να κάθομαι ακόμα και τρεις βάρδιες συνεχόμενες και να κάνω ραντεβού με 100 περίπου πελάτες». Με αυτά τα λόγια, σε κατάσταση σοκ, η 26χρονη Ρενάτα από τη Μολδαβία περιέγραψε στους αστυνομικούς τον Γολγοθά που περνούσε καθημερινά εν μέσω καραντίνας, παγιδευμένη στα δίχτυα των σκληρών προαγωγών της.
Για σχεδόν 3 χρόνια η Ντανιέλα και ο σύντροφος της, ο… «Σημαδεμένος Τόνι Μοντάνα», φρόντιζαν να μετατρέπουν σε κόλαση τη ζωή όχι μόνο της 26χρονης, αλλά και άλλων ευάλωτων γυναικών από την Ανατολική Ευρώπη, τις οποίες εξέδιδαν, παρακρατώντας τα χρήματα. Η κατάθεση της νεαρής γυναίκας, που απελευθερώθηκε, την προηγούμενη Παρασκευή από τους Αστυνομικούς της Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος και Εμπορίας Ανθρώπων και της Interpol, προκαλεί αποστροφή.
Την εξέδιδαν άρρωστη για να «σβήσει» το χρέος
«Πιέστηκα πολύ να ξεπληρώσω το χρέος που είχα προς την Ντανιέλα για τα εισιτήρια και αναγκαζόμουν να δουλεύω ακόμα και όταν είχα έμμηνο ρύση με ακραίες μεθόδους», ανέφερε χαρακτηριστικά η Ρενάτα στους αστυνομικούς, περιγράφοντας τις δραματικές συνθήκες κάτω από τις οποίες δούλευε στους παράνομους οίκους ανοχής του κυκλώματος.
Η 26χρονη που είχε απελαθεί από την Αστυνομία, έχοντας ανάγκη τα χρήματα για να φροντίσει το παιδί της, πείστηκε από το ζευγάρι των μαστροπών να επιστρέψει στην Ελλάδα. «Επειδή με είχαν απελάσει, δεν μπορούσα να μπω στην Ελλάδα μέχρι το 2023. Η Ντανιέλα, όμως, είχε βρει τη λύση. Μου είπε ότι θα ταξιδέψω μέχρι την Αλβανία με αεροπλάνο και από εκεί, ο Eri, ένας Aλβανός, θα με περνούσε στην Ελλάδα παράνομα με τα πόδια», περιγράφει η γυναίκα από τη Μολδαβία στην κατάθεσή της.
Το συγκεκριμένο ταξίδι «γέννησε» ένα χρέος 3.000 ευρώ και η 26χρονη βρέθηκε ξανά εγκλωβισμένη στα χέρια των προαγωγών, οι οποίοι την εξανάγκαζαν να εκδίδεται δωρεάν για να αποπληρώσει την οφειλή.
Εκατό ραντεβού για… 10 ευρώ
«Για τρεις μήνες περίπου, παρά τα ραντεβού που έκανα κανονικά, η Ντανιέλα και ο “Τόνι Μοντάνα”, κρατούσαν όλα μου τα χρήματα που έβγαζα από τα ραντεβού και μου έδιναν καθημερινά 10 ευρώ για φαγητό και τσιγάρα. Εγώ εκείνη την περίοδο μπορεί να έκανα ραντεβού και με 100 άνδρες, αλλά πάντα τα λεφτά που έπαιρνα στο τέλος, ήταν 10 ευρώ».
Τα λόγια της 26χρονης προκαλούν αποστροφή. «Πρωταγωνιστές» στον εφιάλτη της ήταν μια 29χρονη συμπατριώτισσα της και ο 32χρονος σύντροφος της από την Αλβανία, γνωστός και ως… «Τόνι Μοντάνα». Η Ντανιέλα είχε αναλάβει τη «στρατολόγηση» των ευάλωτων γυναικών από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, ενώ ο φίλος της ήταν ο «μεταφορέας» των εκδιδόμενων γυναικών, ενώ φρόντιζε και για τη φύλαξη των οίκων ανοχής.
Lockdown φρίκης στους οίκους ανοχής
Το αδίστακτο ζευγάρι απομυζούσε μέχρι και το τελευταίο ευρώ από τις τρομοκρατημένες γυναίκες που έπεφταν στα πλοκάμια τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι η παράνομη δράση τους δεν περιορίστηκε ούτε την περίοδο του lockdown, καθώς λειτουργούσαν κανονικά και τους 6 οίκους ανοχής που «έτρεχαν» στις οδούς Ιάσωνος και Μεγάλου Αλεξάνδρου.
«Ξεκίνησε και η καραντίνα λόγω του κορονοϊού και οι οίκοι ανοχής έπρεπε να είναι κλειστοί. Τόσο εγώ όσο και οι άλλες κοπέλες φοβόμασταν να δουλέψουμε, αλλά η Ντανιέλα και ο “Τόνι Μοντάνα” μάς φώναζαν, μας έβριζαν και μας ανάγκαζαν να δουλεύουμε κρυφά», περιγράφει η Ρενάτα.
Από τον Μάρτιο του 2020, μέχρι και τον Νοέμβριο, παρά τους περιορισμούς λόγω COVID-19, η 26χρονη και τα άλλα θύματα του κυκλώματος, είχαν καθημερινά δεκάδες ραντεβού με πελάτες του οίκου ανοχής, μέχρι που οι αστυνομικοί έβαλαν λουκέτο στο χώρο. Μάλιστα, ο «Τόνι Μοντάνα» έφτανε σε σημείο με απειλές να εξαναγκάζει τις άτυχες γυναίκες που εργάζονταν στους παράνομους οίκους ανοχής, να συνάπτουν σχέση με τους φίλους του από την Αλβανία.
«Μου έλεγε ότι θα μου πάρουν το παιδί»
Νεαρές γυναίκες από τη Μολδαβία, που αντιμετώπιζαν σοβαρά οικονομικά και οικογενειακά προβλήματα, είχαν γίνει για περίπου τρία χρόνια στόχος της Ντανιέλα, που φρόντιζε να διευκολύνει την άφιξή τους στην Ελλάδα. Έτσι και η Ρενάτα, η οποία προσπαθούσε να φροντίσει μόνη της τον μόλις τριών ετών γιο της που αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας, αναγκάστηκε να δεχτεί την «προσφορά» των μαστροπών. Γρήγορα, όμως, η… δήθεν επαγγελματική αποκατάσταση και βοήθεια της Ντανιέλα αντικαταστάθηκε από απειλές και ψυχολογικό πόλεμο, που αφορούσαν ακόμα και το ανήλικο παιδί.
«Επειδή ήμουν, όμως, και παράνομη στην Ελλάδα, μου έλεγε ότι δεν μπορώ να πάω στην Αστυνομία γιατί θα με διώξουν, δεν θα με αφήσουν να ξαναμπώ στην Ευρωπαϊκή Ένωση και δεν θα ξαναδώ το παιδί μου. Μου έλεγε ότι αν μάθουν στη Μολδαβία τι δουλειά κάνω στην Ελλάδα, θα το μάθει η Αστυνομία της Μολδαβίας και θα μου πάρουν την επιμέλεια του παιδιού», είπε στους αστυνομικούς η 26χρονη.
Όταν η Ρενάτα πήρε απόφαση να μιλήσει στις Αρχές, οι προαγωγοί γρήγορα κινητοποιήθηκαν, προσπαθώντας να προλάβουν την καταγγελία. «Τρόμαξε πολύ, μου άλλαξε σπίτι και με έβαλε στην οδό Κολωνού, λέγοντάς μου ότι το έκανε για να πηγαίνω με τα πόδια στη δουλειά. Εγώ ξέρω ότι το έκανε για φύγω κοντά από το Αστυνομικό Τμήμα. Επίσης, από τότε που μου άλλαξε το σπίτι, εγώ έχω χάσει το διαβατήριό μου. Φοβάμαι ότι το πήρε και το έκοψε για να μην μπορώ να πάω πουθενά», περιγράφει η Ρενάτα.
Ανθοπωλείο χωρίς… πελάτες
Η Ντανιέλα άνοιξε ακόμα και επιχείρηση – βιτρίνα, στις αρχές του 2021, με σκοπό να νομιμοποιεί τα παράνομα έσοδα, βάζοντας μάλιστα ως «αχυράνθρωπο», πρώην εργαζόμενο σε έναν από τους οίκους ανοχής.
«Ανοιξε ένα ανθοπωλείο με το όνομα VALENTINO, στο όνομα του άνδρα που είχα σαν υπηρεσία στου Μεγάλου Αλεξάνδρου (σ.σ. οίκο ανοχής), τον Αντώνη. Στο ανθοπωλείο, η Ντανιέλα έβαζε όλα τα λεφτά που έβγαζε από τους οίκους ανοχής. Ο Αντώνης φαινόταν μόνο στα χαρτιά, αλλά όλο το μαγαζί το δούλευε η Ντανιέλα και είχε βάλει μια γυναίκα από την Ελλάδα, που της έδινε 20 ευρώ, να κάθεται στο μαγαζί. Δύο φορές πήγα σε αυτό το ανθοπωλείο και δεν είδα ποτέ κόσμο να μπαίνει και να αγοράζει λουλούδια», ανέφερε στις Αρχές η Ρενάτα.
Το ζευγάρι των μαστροπών, επιχειρούσε προσεκτικά να μην αφήνει ίχνη της παράνομης δραστηριότητας. Ακόμα και το βαν που χρησιμοποιούσε ο Τόνυ Μοντάνα για να μετακινεί τις εκδιδόμενες γυναίκες στους οίκους ανοχής, ήταν επαγγελματικό όχημα από επιχείρηση πώλησης μπαταριών αυτοκινήτων. Μάλιστα ο ιδιοκτήτης της συγκεκριμένης επιχείρησης, είχε μισθώσει στο ζευγάρι κτίριο στην οδό Ιάσωνος, όπου στεγάζονταν οι 3 από τους 6 παράνομους οίκους ανοχής.
Στρατολόγηση από social media
Δεν ήταν, όμωςμ μόνο η Ρενάτα. Στα δίχτυα των μαστροπών είχε πέσει εδώ και μερικούς μήνες και η 20χρονη Μαρία, επίσης από τη Μολδαβία. Το κύκλωμα ήρθε σε επαφή μαζί της μέσω social media στα μέσα Μαΐου. Το εισιτήριό της για να φτάσει στην Ελλάδα, το πλήρωσε η Ντανιέλα η οποία, στη συνέχεια, της πρότεινε να μείνει μαζί της, σε διαμέρισμα στην οδό Μάρνης, ζητώντας της παράλληλα να καταβάλει ενοίκιο 180 ευρώ τον μήνα. Σύντομα, αδυνατώντας να αποπληρώσει τα χρήματα, η 20χρονη αναγκάστηκε να κάνει δεκάδες ραντεβού με πελάτες του οίκου ανοχής, με αποτέλεσμα να σταματήσει λόγω έντονων πόνων στην κοιλιακή χώρα.
Τις δύο νεαρές γυναίκες απελευθέρωσαν από τα δεσμά των μαστροπών, πριν από λίγες ημέρες, τα στελέχη της Υποδιεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος και Εμπορίας Ανθρώπων, με τη συνδρομή της Αστυνομίας της Μολδαβίας και της Interpol. Συνολικά σφραγίστηκαν 6 οίκοι ανοχής, που λειτουργούσαν παράνομα υπό την επίβλεψη των προαγωγών στις οδούς Ιάσωνος και Μεγάλου Αλεξάνδρου. Μάλιστα, σε όλους τους χώρους υπήρχαν εγκατεστημένα κλειστά κυκλώματα παρακολούθησης.
Οι αστυνομικοί συνέλαβαν 9 μέλη του κυκλώματος, μεταξύ των οποίων και ο άνδρας που μίσθωνε το ένα κτήριο στην οδό Ιάσωνος, ο οποίος είχε απασχολήσει και στο παρελθόν ως… εκμεταλλευτής οίκων ανοχής. Παράλληλα, προσήχθησαν 7 γυναίκες, εκ των οποίων οι δύο ταυτοποιήθηκαν ως θύματα των μαστροπών. Σε όλες παρασχέθηκε αρωγή και ψυχολογική υποστήριξη.