Αντίστροφη μέτρηση για τη διεξαγωγή των εκλογών της 21ης Μαΐου. Βάσει του άρθρου 54 παρ.1 του Συντάγματος αυτές, θα διεξαχθούν με τον νόμο της συγκυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, δηλαδή με απλή αναλογική, ενώ οι επόμενες θα λάβουν χώρα με τον νέο νόμο τον οποίο και ψήφισε η σημερινή κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, που παραπέμπει στο σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής και ευνοεί το πρώτο κόμμα.
Οι επαναληπτικές βουλευτικές εκλογές διεξάγονται μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την αποτυχία σχηματισμού κυβέρνησης μέσω διερευνητικών εντολών μετά την προκήρυξή τους με διάταγμα της Προέδρου της Δημοκρατίας, που προσυπογράφεται από το μεταβατικό Υπουργικό Συμβούλιο (άρθρο 37 εδάφιο 3 του Συντάγματος). Στο μεσοδιάστημα, η ΠτΔ, ορίζει υπηρεσιακή κυβέρνηση, με υπηρεσιακό Πρωθυπουργό έναν από τους Προέδρους των τριών Ανωτάτων Δικαστηρίων της χώρας, του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Με το σύστημα της απλής αναλογικής, που θα εφαρμοστεί προκειμένου να υπάρξει πλειοψηφία 151 εδρών απαιτείται εκλογικό ποσοστό κοντά στο 50% για τον σχηματισμό κυβέρνησης, ανάλογα με τη μη αντιπροσωπευόμενη ψήφο (ανάλογα το ποσοστό των κομμάτων που έμειναν εκτός Βουλής). Κύριο χαρακτηριστικό του νόμου 2016 της απλής αναλογικής, είναι ότι σχεδόν απαγορεύει τις μονοκομματικές πλειοψηφίες, χωρίς όμως να σημαίνει ότι το πρώτο κόμμα μπορεί εύκολα να αγνοηθεί στον σχηματισμό κυβέρνησης, ιδίως όταν προηγείται με αξιόλογη απόσταση.
Ο εκλογικός νόμος 4406/2016 της τότε Κυβέρνησης ψηφίστηκε από την προ τριετίας βουλή, προβλέποντας κατάργηση του «μπόνους» των 50 εδρών για το πρώτο κόμμα και υπολογισμό των κοινοβουλευτικών εδρών που αντιστοιχούν σε καθένα από τα κόμματα, τα οποία συγκεντρώνουν τουλάχιστον 3% επί των έγκυρων ψήφων στην εκάστοτε εκλογική αναμέτρηση, ως εξής: το σύνολο των ψήφων που κάθε κοινοβουλευτικό κόμμα συγκεντρώνει στην Επικράτεια πολλαπλασιάζεται με τον αριθμό 300 και το γινόμενο αυτό διαιρείται με το άθροισμα των ψήφων υπέρ όλων των εκάστοτε κοινοβουλευτικών κομμάτων (Ν. 4406/2016 συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ). Κατ’ άλλους η απλή αναλογική, οδηγεί σε παρατεταμένη ακυβερνησία και κατ’ άλλους η απλή αναλογική είναι το πιο δημοκρατικό εκλογικό σύστημα.
Τι ισχύει με τις διερευνητικές εντολές
Μετά την ολοκλήρωση καταμέτρησης των ψήφων της πρώτης εκλογικής αναμέτρησης, ακολουθεί η διαδικασία των διερευνητικών εντολών. Σύμφωνα με το άρθρο 37 του Συντάγματος που ορίζει τη διαδικασία, «αν κανένα κόμμα δεν διαθέτει την απόλυτη πλειοψηφία, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας παρέχει στον αρχηγό του κόμματος που διαθέτει τη σχετική πλειοψηφία διερευνητική εντολή για να διακριβωθεί η δυνατότητα σχηματισμού Kυβέρνησης που να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη της Bουλής.
– Aν δεν διαπιστωθεί αυτή η δυνατότητα, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας παρέχει διερευνητική εντολή στον αρχηγό του δεύτερου σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμματος και εάν δεν τελεσφορήσει και αυτή, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δίνει διερευνητική εντολή στον αρχηγό του τρίτου σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμματος. Kάθε διερευνητική εντολή ισχύει για τρεις ημέρες. Aν οι διερευνητικές εντολές δεν τελεσφορήσουν, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας καλεί τους αρχηγούς των κομμάτων και, αν επιβεβαιωθεί η αδυναμία σχηματισμού Kυβέρνησης που να έχει την εμπιστοσύνη της Bουλής, επιδιώκει το σχηματισμό Kυβέρνησης από όλα τα κόμματα της Bουλής για τη διενέργεια εκλογών και σε περίπτωση αποτυχίας αναθέτει στον Πρόεδρο του Συμβουλίου της Eπικρατείας ή του Aρείου Πάγου ή του Eλεγκτικού Συνεδρίου το σχηματισμό Kυβέρνησης, όσο το δυνατόν ευρύτερης αποδοχής, για να διενεργήσει εκλογές, και διαλύει τη Bουλή».
Στις επόμενες εθνικές εκλογές (και όχι στις ερχόμενες, επειδή δεν συγκέντρωσε 200 και πλέον θετικές ψήφους Βουλευτών), θα ισχύσει το εκλογικό σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής, που ψήφισε η σημερινή Βουλή.
Με την ενισχυμένη αναλογική, εάν το πρώτο κόμμα, έχει λάβει ποσοστό μεγαλύτερο ή ίσο του 25% των έγκυρων ψηφοδελτίων, τότε λαμβάνει μπόνους 20 έδρες, ενώ οι υπόλοιπες 280 έδρες κατανέμονται αναλογικά μεταξύ των δικαιούμενων εδρών κομμάτων. Από το 25% και μετά, για κάθε 0,5% το πρώτο κόμμα θα παίρνει επιπλέον μπόνους μία έδρα, ενώ το μάξιμουμ των 50 εδρών θα το λαμβάνει εάν το ποσοστό του είναι στο 40%. Αυτά ισχύουν και σε περίπτωση συνασπισμού κομμάτων, εφόσον ο μέσος όρος της δύναμης των κομμάτων που τον απαρτίζουν είναι μεγαλύτερος από την δύναμη του αυτοτελούς κόμματος, που συγκέντρωσε τον μεγαλύτερο αριθμό εγκύρων ψηφοδελτίων.
Έτσι, ένα κόμμα που θα κινείται κοντά στο 37% θα μπορεί να έχει αυτοδυναμία, σε συνάρτηση και με άλλους παράγοντες, όπως ο αριθμός των κομμάτων που θα εισέλθουν στη Βουλή. Εφόσον αποσπάσει το 40% της λαϊκής ψήφου, θα λαμβάνει τις επιπρόσθετες 50 έδρες, αριθμό που μέχρι τώρα λάμβανε το πρώτο κόμμα ανεξαρτήτως του ποσοστού του.