Κατά τουλάχιστον 1,3 τρισ. δολ. θα αυξηθούν τα έσοδα των πετρελαιοπαραγωγών χωρών της Μέσης Ανατολής μέσα στα επόμενα τέσσερα χρόνια, χάρη στην εκτόξευση των τιμών του πετρελαίου. Οπως επισημαίνει το ΔΝΤ, οι χώρες αυτές συγκεντρώνουν υπερκέρδη που αυξάνουν τα κεφάλαια των κρατικών επενδυτικών τους ταμείων και διευρύνουν τις δυνατότητές τους.
Οι χώρες του Κόλπου έχουν ορισμένα από τα πλουσιότερα και πιο δυναμικά κρατικά επενδυτικά ταμεία στον κόσμο. Ανάμεσά τους το κρατικό επενδυτικό ταμείο της Σαουδικής Αραβίας (PIF), η Επενδυτική Αρχή του Κατάρ, η αλυσίδα από επενδυτικά οχήματα του Αμπου Ντάμπι όπως το Mubadala και το ADQ και η Επενδυτική Αρχή του Κουβέιτ. Στη διάρκεια του δεύτερου τριμήνου, το PIF με κεφάλαια ύψους 620 δισ. δολ. και υπό τη διοίκηση του Σαουδάραβα πρίγκιπα Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, επένδυσε πάνω από 7,5 δισ. δολ. σε μετοχές αμερικανικών κολοσσών, μεταξύ των οποίων των Amazon, PayPal και BlackRock. Το PIF αναμένεται να επωφεληθεί στον μέγιστο βαθμό από την άνοδο του πετρελαίου, καθώς η Σαουδική Αραβία υπολογίζει πως θα συγκεντρώσει για το σύνολο του έτους δημοσιονομικό πλεόνασμα αντίστοιχο με το 5,5% του ΑΕΠ της. Θα πρόκειται για το πρώτο πλεόνασμά της μετά το 2013, ενώ αναμένεται επίσης να σημειώσει αύξηση ΑΕΠ 7,6% που θα είναι ο ταχύτερος ρυθμός ανάπτυξής της για μία δεκαετία.
Τα κρατικά επενδυτικά ταμεία των χωρών του Κόλπου επέδειξαν, άλλωστε, μεγάλη κινητικότητα στη διάρκεια των πρώτων κυμάτων της πανδημίας προκειμένου να εκμεταλλευτούν τη μεγάλη πτώση των μετοχών. Στη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, επίσης, εκμεταλλεύθηκαν τη μεγάλη αστάθεια των χρηματιστηρίων για να συγκεντρώσουν σημαντικά μερίδια σε επιχειρήσεις του δυτικού κόσμου που βρίσκονταν σε δεινή οικονομική κατάσταση.
Τα τελευταία χρόνια τα περισσότερα από αυτά τα κρατικά επενδυτικά ταμεία έχουν επικεντρωθεί σε μετοχές εταιρειών τεχνολογίας, υγείας και καθαρής ενέργειας, καθώς οι κυβερνήσεις επιδιώκουν να συνδυάσουν τα μεγάλα κέρδη από τις επενδύσεις με τη διαφοροποίηση των οικονομιών τους και την ανάπτυξη νέων βιομηχανιών. Οπως χαρακτηριστικά τονίζει ο Τζιχάντ Αζούρ, διευθυντής του ΔΝΤ για θέματα Μέσης Ανατολής και Κεντρικής Ασίας, οι χώρες του Κόλπου έχουν εκμεταλλευτεί την τελευταία αυτή συγκέντρωση υπερκερδών «για να επενδύσουν στο μέλλον», που δεν είναι άλλο από τη μετάβαση σε καθαρές μορφές ενέργειας. Τις καλεί μάλιστα να επιταχύνουν περισσότερο τη στροφή τους σε τομείς όπως η υψηλή τεχνολογία στο εσωτερικό των οικονομιών τους, καθώς μόνον έτσι θα μπορέσουν να αναβαθμίσουν την παραγωγικότητά τους. Ο ίδιος συνιστά πάντως στις πετρελαιοπαραγωγές χώρες του Κόλπου να παραμείνουν στον δρόμο της δημοσιονομικής πειθαρχίας και των μεταρρυθμίσεων που μεθοδεύουν την απεξάρτηση των οικονομιών τους από το πετρέλαιο. Παραδοσιακά οι οικονομίες των χωρών του Κόλπου ακολουθούν τις μεταβολές στις τιμές του πετρελαίου και οι δημόσιες δαπάνες αποτελούν τον κύριο μοχλό της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Το αποτέλεσμα είναι, όμως, να ακολουθούνται οι περίοδοι εκρηκτικής ανάπτυξης συχνά από υφέσεις. Σε αυτή τη φάση η θεαματική αύξηση των πετρελαϊκών εσόδων τους έπεται μιας μακράς περιόδου υποτονικής ανάπτυξης σε όλες τις χώρες του Κόλπου που αναγκάστηκαν να αυξήσουν τον δανεισμό τους και τα χρέη τους, να αντλήσουν κεφάλαια από τα συναλλαγματικά τους διαθέσιμα, αλλά και να επιβραδύνουν κάποια επενδυτικά σχέδιά τους.